Αυτοί που περιπατούν συστηματικά στις πορείες, δεν εμφανίστηκαν. Όσοι «κάθονταν στους καναπέδες» γέμισαν τις πλατείες. Στην κυβέρνηση το άφησαν να περάσει ασχολίαστο, η καρδούλα τους το ξέρει. Ο καϋμός της ΝΔ ήταν να μείνει το κίνημα «ακηδεμόνευτο», ότι δεν φτάνει η αλεπού...Από το ΚΚΕ και τι δεν τους έσουραν, επικίνδυνοι για την πρόοδο του επαναστατικού κινήματος, ήταν το νόημα. Άλλοι είδαν πάλι εξέγερση, μόνιμες ονειρώξεις, αθεράπευτες.
Την πλατεία Αμηχανίας τη λένε και πλατεία Συντάγματος, ή Λευκού Πύργου, κι άλλα ονόματα.
Πλατεία Αμηχανίας διότι, ξαφνικά, βρεθήκαμε μεταξύ αγνώστων. Όλοι αυτοί που μαζεύτηκαν εκεί πέρα, ήρθαν από το πουθενά. Δεν τους ξέρουμε, δεν τους καλέσαμε εμείς και (θράσος τους)δεν μας κάλεσαν με τη σειρά τους, δεν έδειξαν καν να επιθυμούν την παρουσία μας, ενοχλήθηκαν μάλιστα όταν κάποιοι (γνωστοί μας)θέλησαν να πλησιάσουν και να συστηθούν-διασπαστές του εργατικού κινήματος, βροντοφώναξαν μερικοί από τους δικούς μας, με ιερή αγανάκτηση. Για να καταλάβουν ότι δεν μπορεί να το αφήσουμε να περάσει έτσι, να μας πάρουν φαλάγγι οι νιόφερτοι. Ω! να είναι σίγουροι αυτοί οι (μήπως υπόπτως;) «αγανακτισμένοι» ότι δεν θα το αφήσουμε να περάσει έτσι. Θα λογοδοτήσουν: Που ήταν τόσο καιρό; Γιατί δεν ανταποκρίνονταν στις ευγενικές μας προσκλήσεις; Τι κρύβουν στο μυαλό τους, μήπως αθεράπευτη αστική θολούρα; μήπως οπορτουνισμό; αυταπάτες; Θα τα πουν όλα. Αν διαμαρτυρηθούν ότι αυτό λέγεται «καπέλωμα», θα τους εξηγήσουμε με άπειρη υπομονή και γλυκύτητα ότι, αντιθέτως, ονομάζεται «σοφή καθοδήγηση», εμπιστοσύνη, πίστη στο εργατικό κίνημα. Τόσες λέξεις. Του Αγώνα (με άλφα κεφαλαίο), ασφαλώς.
Βέβαια μπορεί να γυρίσουν σπίτι. Τι θέλω και μπλέκω, ίσως πουν. Θα μουντζώσουν, θα βρίσουν («κλέφτες», «προδότες»), θα δουν ότι προκοπή δεν υπάρχει και θα επιστρέψουν εκεί που ήταν τόσο καιρό. Είναι μια πιθανότης, ίσως μια ελπίδα. Εμείς, όμως, θα ξέρουμε πια ότι δεν κοιμούνται, δεν ήταν ίσως ποτέ κοιμισμένοι, όπως νομίζαμε, σ’ αυτό πέσαμε έξω. Αηδιασμένοι ήταν. Από τους άλλους, εξυπακούεται.
Εξ άλλου υπάρχουν και οι κάλπες-ίσως ήδη έχουν αποφασιστεί. Θα αδειάσουν οι πλατείες της Αμηχανίας και θα ξαναγεμίσουν (;) οι άλλες πλατείες, εκείνες που τις παίζουμε στα δάχτυλα, που τις ξέρουμε σαν την τσέπη μας, με τα γνωστά τους, καθιερωμένα, ονόματα, με τα γνωστά πρόσωπα, τα γνωστά σημαιάκια, με την απροσδιόριστη χαρά να είσαι κάτω από το μπαλκόνι, από όπου, στην εποχή μας, πέφτει το μάνα, όλα οικεία. Στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα, το έμβλημά μας. Υπάρχουν, όμως, κατηφόρες. Ενίοτε και καταβόθρες.
Μπορεί, όμως, ποιος ξέρει με τέτοια ομίχλη, να επιμείνουν, να καλέσουν και τους φίλους, έχουν φίλους, κάνουν φίλους, και να μαζευτούν κι άλλοι, κάμποσοι, ίσως πολλοί. Ανυπόφορα πολλοί. Τότε «έχει θέμα», όπως λένε στην καινούργια γλώσσα τα παιδιά. Θέμα κυκλοφορίας, να φύγουν οι κουρασμένοι από τη δουλειά, να πάνε οι ξεκούραστοι σινεμά, θέμα Τάξης και Νόμου περί συγκεντρώσεων, υπάρχει θέμα αφού δεν (θα) υπάρχει θέαμα, φωτιές, κουκούλες, κάδοι απορριμμάτων, βιτρίνες, εξέγερση επιτέλους. Με μαμάδες και καλοντυμένα παιδάκια από τις καφετέριες δεν γίνεται.
Μπορεί έτσι, μπορεί αλλιώς, με αυτή την ομίχλη δεν βλέπεις τη μύτη σου, ούτε ο Μινχάουζεν, ούτε ο Πινόκιο, ούτε η «σοφή καθοδήγηση», ούτε κανείς. Αυτοί εκεί στην πλατεία Αμηχανίας ξέρουν (αυτή τη στιγμή)ότι δεν έχουν καμιά λύση στα χέρια τους, ούτε οι ίδιοι ούτε οι άλλοι. Έχει θέμα, όμως. Επειδή, αν επιμείνουν, ψάχνοντας στην ομίχλη, μπορεί κάτι να βρουν. Καλό ή κακό, θα σας γελάσω.
Βέβαια μπορεί να γυρίσουν σπίτι. Τι θέλω και μπλέκω, ίσως πουν. Θα μουντζώσουν, θα βρίσουν («κλέφτες», «προδότες»), θα δουν ότι προκοπή δεν υπάρχει και θα επιστρέψουν εκεί που ήταν τόσο καιρό. Είναι μια πιθανότης, ίσως μια ελπίδα. Εμείς, όμως, θα ξέρουμε πια ότι δεν κοιμούνται, δεν ήταν ίσως ποτέ κοιμισμένοι, όπως νομίζαμε, σ’ αυτό πέσαμε έξω. Αηδιασμένοι ήταν. Από τους άλλους, εξυπακούεται.
Εξ άλλου υπάρχουν και οι κάλπες-ίσως ήδη έχουν αποφασιστεί. Θα αδειάσουν οι πλατείες της Αμηχανίας και θα ξαναγεμίσουν (;) οι άλλες πλατείες, εκείνες που τις παίζουμε στα δάχτυλα, που τις ξέρουμε σαν την τσέπη μας, με τα γνωστά τους, καθιερωμένα, ονόματα, με τα γνωστά πρόσωπα, τα γνωστά σημαιάκια, με την απροσδιόριστη χαρά να είσαι κάτω από το μπαλκόνι, από όπου, στην εποχή μας, πέφτει το μάνα, όλα οικεία. Στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα, το έμβλημά μας. Υπάρχουν, όμως, κατηφόρες. Ενίοτε και καταβόθρες.
Μπορεί, όμως, ποιος ξέρει με τέτοια ομίχλη, να επιμείνουν, να καλέσουν και τους φίλους, έχουν φίλους, κάνουν φίλους, και να μαζευτούν κι άλλοι, κάμποσοι, ίσως πολλοί. Ανυπόφορα πολλοί. Τότε «έχει θέμα», όπως λένε στην καινούργια γλώσσα τα παιδιά. Θέμα κυκλοφορίας, να φύγουν οι κουρασμένοι από τη δουλειά, να πάνε οι ξεκούραστοι σινεμά, θέμα Τάξης και Νόμου περί συγκεντρώσεων, υπάρχει θέμα αφού δεν (θα) υπάρχει θέαμα, φωτιές, κουκούλες, κάδοι απορριμμάτων, βιτρίνες, εξέγερση επιτέλους. Με μαμάδες και καλοντυμένα παιδάκια από τις καφετέριες δεν γίνεται.
Μπορεί έτσι, μπορεί αλλιώς, με αυτή την ομίχλη δεν βλέπεις τη μύτη σου, ούτε ο Μινχάουζεν, ούτε ο Πινόκιο, ούτε η «σοφή καθοδήγηση», ούτε κανείς. Αυτοί εκεί στην πλατεία Αμηχανίας ξέρουν (αυτή τη στιγμή)ότι δεν έχουν καμιά λύση στα χέρια τους, ούτε οι ίδιοι ούτε οι άλλοι. Έχει θέμα, όμως. Επειδή, αν επιμείνουν, ψάχνοντας στην ομίχλη, μπορεί κάτι να βρουν. Καλό ή κακό, θα σας γελάσω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.