Κυριακή 30 Μαΐου 2010

Κ.ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ.(Ο παλαιός ε;) ΑΦΙΕΡΩΜΑ Από τη Συνθήκη της Ζυρίχης στην ΕΟΚ ΑΠΟ ΤΟ '50 ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΟΙΚΟΔΟΜΕΙ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΕΥΡΩΠΗΣ



Μεσημέρι, 12 Ιουλίου 1960. Ο Καραμανλής, σε επίσημη επίσκεψη από την προηγούμενη μέρα στο Παρίσι, φθάνει στο Προεδρικό Μέγαρο. Η εθνοφρουρά αποδίδει τιμές. Στην κεντρική είσοδο του Μεγάρου τον περιμένει το «ιερό τέρας της Γαλλίας», ο «βασιλεύς», Σαρλ Ντε Γκωλ.
Εβδομήντα ετών, αλλά ευθυτενής και αγέρωχος, οδηγεί με γαλατική ευγένεια τον 53χρονο Καραμανλή στο
πολυτελές γραφείο του.

Μόλις έκλεισαν, όμως, οι πόρτες, ο Ντε Γκωλ πήρε άλλο ύφος. Κάθισε στην πολυθρόνα του, σταύρωσε τα δάχτυλά του στο ύψος του στήθους του και με ένα αυτοκρατορικό βλέμμα απευθύνθηκε στον Καραμανλή:

«Σας ακούω, κύριε πρωθυπουργέ. Τι θέλετε;».

Για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου ο Καραμανλής αιφνιδιάστηκε, αλλά με ξερό ύφος αποκρίθηκε ψυχρά, εξίσου αγέρωχα:

«Εγώ; Δεν θέλω τίποτα! Εκτός αν θέλετε κάτι εσείς, που με καλέσατε».

Η ευθύτητα και η συζήτηση επί της ουσίας, χωρίς περιστροφές και διπλωματικά τεχνάσματα, ήταν το χαρακτηριστικό του Κ. Καραμανλή και στις διεθνείς συναντήσεις του. Κάτι που συχνά κέρδιζε τους ξένους συνομιλητές του, όπως στην παραπάνω συνάντηση με τον Ντε Γκωλ που αναφέρει ο ευρωβουλευτής Τ. Λαμπρίας.

Ο ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ

Η πολιτική, όμως, κρίνεται πάντοτε εκ του αποτελέσματος. Σήμερα, δεκάδες χρόνια μετά τις διπλωματικές κινήσεις του Κ. Καραμανλή και τις διεθνείς του συναντήσεις, τα αποτελέσματα της εξωτερικής του πολιτικής δεν δικαιώνουν πάντα τον Σερραίο πολιτικό.

Σε ένα θέμα όμως για το οποίο κάθε Έλληνας υποκλίνεται στον Κ. Καραμανλή είναι η διορατικότητά του να επιδιώξει, από τη δεκαετία του '60 ακόμη, την οικοδόμηση μιας στενής σχέσης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας, αλλά και το δόγμα του «η Ελλάς ανήκει εις την Δύσιν» (φράση του κατά την ανάγνωση στη Βουλή των προγραμματικών δηλώσεων της πρώτης μεταπολιτευτικής κυβέρνησης), ήταν ο κεντρικός άξονας της εξωτερικής πολιτικής του Κ. Καραμανλή τόσο κατά την πρώτη περίοδο της Πρωθυπουργίας του (1955-63) όσο και στην περίοδο 1974-80.

Ο Κ. Καραμανλής απέβλεπε, ακόμη, στη θεσμοθέτηση μιας διαβαλκανικής συνεργασίας ­ αντίβαρο στην επεκτατική πολιτική της Τουρκίας ­ και σε μια εξωτερική πολιτική χωρίς περιπέτειες για τον ελληνικό λαό.

Η εξωτερική πολιτική του Κ. Καραμανλή, όμως, επικρίθηκε έντονα από την αντιπολίτευση. Ιδιαίτερα για τη διακριτή συμπάθειά του προς τη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες την περίοδο 1955-63, αλλά κυρίως για την υπογραφή των Συνθηκών Ζυρίχης και Λονδίνου (για την Κύπρο).

Παροιμιώδης μάλιστα έχει μείνει η φράση του «η Κύπρος είναι μακριά» όταν την ώρα που οι Τούρκοι προχωρούσαν στον Αττίλα 2 είχε προταθεί από κάποιες πλευρές να σταλούν ελληνικά στρατεύματα στο νησί.

Η σημαντικότερη στιγμή στην εξωτερική πολιτική του Κ. Καραμανλή, αλλά και από τις σπουδαιότερες στη νεώτερη ιστορία της χώρας, είναι χωρίς καμιά αμφιβολία η υπογραφή στις 28 Μαΐου του 1979 της συμφωνίας ένταξης της Ελλάδας ­ ως δεκάτου μέλους ­ στις Ευρωπαϊκές και Οικονομικές Κοινότητες.

Σε ειδική τελετή που έγινε στο Ζάππειο Μέγαρο ­ πολλοί θυμούνται ότι όλο το βράδυ της 27ης Μαΐου τα μηχανήματα ασφαλτόστρωσης δούλευαν αδιάκοπα για την ολοκλήρωση της Λεωφόρου Συγγρού ­ ο Κ. Καραμανλής είχε πει μεταξύ άλλων απευθυνόμενος προς τους «εννέα»:

«Με τη συμμετοχή της στη διαμορφούμενη Ευρώπη, η Ελλάς χαράσσει κατά τρόπο σταθερό τον εθνικό προσανατολισμό και τη μελλοντική της πορεία. Ενώ, παράλληλα, στρατεύεται μαζί σας στον αγώνα για τη δημιουργία της Νέας Ευρώπης, που θα αλλάξει τη μοίρα της ηπείρου μας και ίσως και του κόσμου».

ΕΚΑΜΨΕ ΤΙΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ

Το όραμα της ένταξης της Ελλάδας στην κοινότητα των δυτικοευρωπαϊκών χωρών το είχε συλλάβει ο Κ. Καραμανλής από τη δεκαετία του 1960. Γι' αυτό προχώρησε ­ ίσως για λόγους καθαρά οικονομικούς στην αρχή ­ στη σύνδεση Ελλάδας-ΕΟΚ, το 1961, παράλληλα με την τεράστια προσπάθεια οικονομικής ανόρθωσης της χώρας.

Η σημασία, όμως, της ενωμένης Ευρώπης ως πολιτικής οντότητας απέναντι στις δύο υπερδυνάμεις της εποχής έγινε ξεκάθαρη στον Καραμανλή κατά τη διάρκεια της αυτοεξορίας του στο Παρίσι, βλέποντας την Ελλάδα μικρή και ανίσχυρη στην περιοχή ιδιαίτερα απέναντι σε μία αχανή Τουρκία.

Έτσι, μία από τις πρώτες του ενέργειες μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1974, ήταν να υποβάλει επίσημη αίτηση για την πλήρη ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ. Αίτηση η οποία αντιμετωπίσθηκε με πολλές επιφυλάξεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που «υπενθύμιζε» στη γνωμάτευσή της προς τις τότε χώρες-μέλη τις κακές ελληνοτουρκικές σχέσεις και την κατοχή της μισής Κύπρου από τουρκικά στρατεύματα.

Στην κρίσιμη εκείνη περίοδο (οι διαπραγματεύσεις για την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ κράτησαν σχεδόν τέσσερα χρόνια) ο Κ.Καραμανλής με προσεκτικές κινήσεις και την άσκηση προσωπικής διπλωματίας προς τους «μεγάλους» της Ευρώπης κατάφερε να κάμψει τις αντιστάσεις και να πείσει τους «9» για την αναγκαιότητα αποδοχής της Ελλάδας στο «κλαμπ των πλουσίων».

Ο ίδιος ο Καραμανλής έλεγε ­ σύμφωνα με τον ευρωβουλευτή Τ. Λαμπρία ­ ότι στην προσπάθειά του αυτή «Ο Ζισκάρ (Ντ' Εσταίν) τον βοήθησε μέχρις σκανδάλου», ενώ αντίθετα ο καγκελάριος Χ. Σμιτ ήταν ο πλέον δύσκολος.

Γνωστή έχει γίνει, εξάλλου, η απάντηση του Καραμανλή προς τον καγκελάριο της Γερμανίας Χ. Σμιτ όταν ο τελευταίος του είχε πει σε επίσημη συνομιλία τους στη Βόννη ότι για να ενταχθεί η Ελλάδα στην ΕΟΚ πρέπει πρώτα να επιστρέψει στο ΝΑΤΟ.

«Αρνούμαι προκαταβολικά να συζητήσω το θέμα του ΝΑΤΟ. Είναι άσχετο με το ελληνικό αίτημα για την ένταξή μας στην Κοινότητα. Αν θέλετε να έχουμε συνομιλίες, θα ξεχωρίσουμε τα θέματα. Αλλιώς θα σταματήσουμε εδώ. Και η επίσκεψή μου θα περιορισθεί σε επίσκεψη εθιμοτυπικού χαρακτήρα...», είχε απαντήσει ο Καραμανλής ­ όπως περιγράφει ο Τ. Λαμπρίας ­ στον ισχυρότερο τότε πολιτικό ηγέτη της Ευρώπης.

Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ ­ που αντιμετωπίσθηκε στην αρχή με καχυποψία και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ­ καταγράφεται σήμερα ως μία από τις σημαντικότερες διπλωματικές επιλογές της ελληνικής διπλωματίας στα μεταχουντικά χρόνια, ακόμη κι αν το κείμενο της συμφωνίας ένταξης είχε πολλά αδύνατα σημεία από οικονομικής άποψης για τη χώρα μας.

Η ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Πάντως, αν η μεταπολιτευτική περίοδος του Κ. Καραμανλή χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα σημαντική όσον αφορά την εξωτερική πολιτική λόγω της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ, η πρώτη περίοδος της Πρωθυπουργίας του (1955-63) επικρίθηκε έντονα, μεταξύ άλλων για τον φιλοαμερικανισμό της.

Ήταν βέβαια μία περίοδος κατά την οποία η Ελλάδα έβγαινε βαθιά διχασμένη από έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, απολύτως καθοδηγούμενη από τις αμερικανικές επιλογές (μέλος του ΝΑΤΟ από το 1952) και εξαρτημένη από τους αμερικανικούς πόρους (Σχέδιο Μάρσαλ).

Μια χώρα στην οποία η αστυνομία, η χωροφυλακή και οι υπηρεσίες πληροφοριών είχαν ασυνήθιστα μεγάλες διαστάσεις κάτω από την καθοδήγηση της συντηρητικής παράταξης, το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων ήταν στην ημερήσια διάταξη και η νοθεία στις εκλογές μέρος του μηχανισμού της κυβερνητικής παράταξης.

Μια χώρα, δηλαδή, που δεν είχε καταφέρει ακόμη να πετύχει ούτε τα στοιχειώδη από πλευράς δημοκρατίας και φυσικά καθοδηγούνταν σε κάθε βήμα της και στην εξωτερική της πολιτική κυρίως από την αμερικανική πλευρά.

Οι Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου (Φεβρουάριος 1959) ήταν αποτέλεσμα αυτής της αδυναμίας των κυβερνήσεων Καραμανλή να ανοίξουν μία δική τους περπατησιά στη διεθνή πολιτική σκηνή και να επηρεάσουν τους συσχετισμούς στην περιοχή παρά τις όποιες καλές ­ επί το πλείστον ­ σχέσεις είχε ο Κ. Καραμανλής στο εξωτερικό.

ΚΑΤΗΓΟΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

Αν και οι συμφωνίες αυτές οδήγησαν στην ανεξαρτητοποίηση της Μεγαλονήσου, προκάλεσαν την κατακραυγή της αντιπολίτευσης αφού ουσιαστικά δεν άφηναν περιθώρια για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ­ πάνδημο αίτημα του Ελληνισμού της εποχής, ακόμη κι αν φαίνεται ανεδαφικό σήμερα.

Κατακρίθηκαν, όμως, και επειδή το νέο κράτος που προέκυψε από αυτές είχε ελάχιστες πιθανότητες πολιτικής επιβίωσης: βασιζόταν σε ένα πολύπλοκο σύνταγμα που ενεθάρρυνε το χωρισμό των δύο κοινοτήτων και όχι τη συγχώνευσή τους και δεν επέτρεπε στην ελληνική πλειοψηφία να ασκεί εξουσία ­ έδινε δικαίωμα αρνησικυρίας στη μειοψηφία σε όλα τα ζωτικά ζητήματα της διακυβέρνησης της χώρας.

Παράλληλα, το νέο κράτος βρισκόταν υπό την εγγύηση τριών χωρών, της Ελλάδας, της Βρετανίας και της Τουρκίας, οι οποίες έμοιαζαν να θέτουν περιορισμούς στην ανεξαρτησία του, αφού είχαν το δικαίωμα να επέμβουν με οποιοδήποτε πρόσχημα στο νησί ­ όπως έγινε εξάλλου το 1974.

Ο Σ. Βενιζέλος μιλώντας στη Βουλή για τις συμφωνίες αυτές στις 25 Φεβρουαρίου 1959, κατηγόρησε την κυβέρνηση Καραμανλή για εγκληματική επιπολαιότητα, υποστήριξε ότι η λύση αυτή αποτελεί τον ενταφιασμό της ιερής αυτή υπόθεσης και ανέφερε ότι η ελληνική κυβέρνηση υπέγραψε μία αλυσοδεμένη ανεξαρτησία για την Κύπρο.

«Υπό τοιαύτας συνθήκας διερωτάται κανείς διατί επί 4 έτη συνετηρήθη ο ηρωικός αγών της ΕΟΚΑ, προς τι αι τόσαι θυσίαι, οι απαγχονισμοί, αι διώξεις, οι εμπρησμοί και αι οικονομικαί καταστροφαί εφ΄ όσον η κυβέρνησις ήτο αποφασισμένη να υποταχθή εις τας υπερφιάλους αξιώσεις των Τούρκων και να τους δεχθώμεν εν τέλει δια της δοθείσης λύσεως ως συγκυριάρχους επί της νήσου», είχε πει χαρακτηριστικά ο Σ. Βενιζέλος την ημέρα που συζητιόταν στη Βουλή η πρόταση δυσπιστίας της αντιπολίτευσης προς την κυβέρνηση Καραμανλή.

Αμφιταλαντεύσεις στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων

ΜΕ ΑΜΦΙΤΑΛΑΝΤΕΥΣΕΙΣ ήταν η στάση του Κ. Καραμανλή ως Προέδρου της Δημοκρατίας στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Όταν ανέκυψε το θέμα (Δεκέμβριος 1991), ο Κ. Καραμανλής υιοθέτησε σκληρή στάση υποστηρίζοντας ότι το όνομα είναι ιδιαίτερα σημαντικό αφού αποτελεί μέσον εδαφικών βλέψεων και εχθρικής προπαγάνδας.

Τον Ιανουάριο του 1992, μάλιστα, έστειλε προσωπική επιστολή στους σημαντικότερους Ευρωπαίους ηγέτες (Μιτεράν, Κόλ, Αντρεότι, Μέητζορ) ξεκινώντας με το περίφημο «Είμαι κι εγώ ένας Μακεδών», στην οποία υποστήριζε μεταξύ άλλων ότι τυχόν αναγνώριση των Σκοπίων με το όνομα «Μακεδονία» θα δημιουργούσε προβλήματα ασφαλείας στην περιοχή. Την επιστολή επανέλαβε προς τον κ. Αντρεότι με διαφορετικό όμως ύφος, όταν ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας Ντε Μικέλις ανέπτυσσε φιλοσκοπιανές θέσεις.

Η συναισθηματική του φόρτιση με το όνομα των Σκοπίων ήταν φανερή και στη μοναδική δήλωση που είχε κάνει για το ζήτημα στη Θεσσαλονίκη λέγοντας βουρκωμένος μπροστά στις κάμερες ότι η μοναδική Μακεδονία είναι η ελληνική.

Γρήγορα, όμως, ο Καραμανλής άρχισε να αμφιταλαντεύεται στο θέμα της ονομασίας όταν είδε ότι οι επιστολές του προς τους Ευρωπαίους ηγέτες δεν είχαν την ανταπόκριση που περίμενε. Για να αλλάξει στη συνέχεια τελείως γραμμή πλεύσης, όταν ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζ. Μπέικερ με σημείωμά του προς τους «12» έδειξε το αμερικανικό ενδιαφέρον για την επιτάχυνση της αναγνώρισης όλων των πρώην γιουγκοσλαβικών δημοκρατιών από την ΕΟΚ.

Η ρήξη με την «γραμμή Σαμαρά» οδήγησε στις συνεχείς αρνήσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας να συγκαλέσει συμβούλιο πολιτικών αρχηγών για το όνομα και τελικά στην εσπευσμένη αποπομπή του υπουργού Εξωτερικών από το Προεδρικό Μέγαρο όταν εκείνος επέμενε στις θέσεις του κατά το συμβούλιο αρχηγών της 13ης Απριλίου 1992

Δ.Θ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Συνολικές προβολές σελίδας

Αναγνώστες

Επικοινωνήστε μαζί μας στο: politisvaris1@yahoo.gr

Επικοινωνήστε μαζί μας στο: politisvaris1@yahoo.gr
politisvaris1@yahoo.gr

Blog Archive