Δεκεμβριανά-Εμφύλιος
Εκείνοι που έμειναν πιστοί στην Ελλάδα
Λίγες αράδες, μικρό αφιέρωμα Τιμής, σε όσους απέναντι στα νιτερέσα των «προστάτιδων» δυνάμεων και στην τύφλα των Ελλήνων εγκαθέτων τους-ένθεν κακείθεν-σήκωσαν την Ελλάδα και την ανθρωπιά τους σημαία, πάνω από τα λάβαρα του αδελφοκτόνου αλληλοσπαραγμού και της διατεταγμένης ανοησίας. Τότε στα Δεκεμβριανά του ’44 και στον Εμφύλιο, υπήρξαν Έλληνες που αγωνίστηκαν με παρρησία να αποτρέψουν το άγος. Όμως στοχοποιήθηκαν, υβρίστηκαν και σπιλώθηκαν από τους μονομάχους που δεν έβλεπαν την ώρα να βγάλουν ο ένας τα μάτια τ’ αλλουνού κι οι δυό μαζί της δύσμοιρης πατρίδας να κομματιάσουν τις σάρκες. Κι έτσι δεν ακούστηκαν οι φωνές όσων δεν ήταν ούτε Αγγλόφιλοι κι Αμερικανόφιλοι, ούτε Σοβιετόφιλοι, αλλά νέτα-σκέτα Ελληνόφιλοι. Τα συνθήματα ηχούν πάντοτε πιο πειστικά. Κι όταν έφυγαν οι κατακτητές, πιάσαν δουλειά οι διαφωτιστές και οι εθνοσωτήρες.
Στο βιβλίο του «Πυραμίδα 67-Το βιβλίο του Εμφυλίου», ο για πολλούς αιρετικός και ενοχλητικός λογοτέχνης μας Ρένος Αποστολίδης φωνάζει στους καθοδηγητές των δύο αλληλο-συγκρουόμενων ελληνικών(;) στρατών. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω του οπιομανούς και αρνησιπάτριδος φατριασμού:
«Στα όσα πράξατε, ο λαός αυτός, πολύ σοφώτερός σας, πολύ ανθρωπινώτερός σας, δε σας αντέτασσε τα όπλα, που όλοι του βάζατε στα χέρια, παρά ένα τραγούδι, έναν πόνο-τον πιο βαθύ πόνο του ανθρώπου! Δεν σας έλεγε να πάτε να πεθάνετε-καθώς τον στέλνατε σεις. Σας θύμιζε μόνο τη μάνα σας, τη δικιά σας τη μάνα, που όμοια και για σας θα πονούσε, όσο ένοχοι κι αν είσαστε! Πάνω στα υψώματα, απ’ τα μεγάφωνα των μονάδων, που ήταν στημένα για την προπαγάνδα, κι απ’ τα χωνιά τ’ αντάρτικα, που ήταν για την «διαφώτιση», τρία ολάκερα χρόνια, σαν τελείωναν τα διαταγμένα λόγια τους οι «επίτροποι» κ’ οι «Α2», τραγουδούσαν οι άλλοι το ίδιο τραγούδι:
Κάποια μάνα αναστενάζει,
μέρα-νύχτα ανησυχεί...
Κάθε νύχτα το ίδιο-πονεμένο, αληθινό, κλαμένο...Και κάθε μέρα, το αίμα πάλι, εξαιτίας σας.
Σας ενωχλούσε εσάς ένα τραγούδι, κ’ εμείς φορτώναμε τον αδερφό μας στα μουλάρια, και τον βλαστημούσαμε που ήταν σαν ξύλο και δεν βολούσε να τον δέσουμε με την τριχιά... Σας πείραζ’ ένα τραγούδι εσάς. Μα εμείς το λέγαμε γιατί σκεφτόμαστε τη μάνα του αδερφού μας, που μας κατρακύλαγε νεκρός, μες στις χαράδρες. Σκεφτόμαστε τη μάνα του και κλαίγαμε!...».
Για το εισαγωγικό σχόλιο και την αντιγραφή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.