Καί λέμε «ὑποτίθεται», ἐπειδή κατ’ ἀρχάς ὀφείλουμε νά ξεκαθαρίσουμε ὅτι σέ κάποιες περιπτώσεις αὐτές οἱ Θεῖες Λειτουργίες, οὔτε μέ τήν ἡμέρα μνήμης τοῦ Ἀγίου ἔχουν σχέση, οὔτε καί μέ τό συγκεκριμένο τελετουργικό, ἀλλά ἀποτελοῦν Λειτουργίες τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου (ἴσως μέ κάποιες τροποποιήσεις) καί τό βασικό στό ὁποῖο ἐστιάζουν εἶναι ὁ ἰδιάζων τρόπος μετάδοσης τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Αὐτή εἶναι ἡ στόχευση – καί ἄν σκεφτοῦμε καί σέ τί εἴδους μητροπόλεις κυρίως ἐμφανίζεται αὐτή ἡ νέα μόδα (μητροπόλεις στίς ὁποῖες προΐστανται οἰκουμενιστές ἐπίσκοποι) καί ἐν μέσω ποιᾶς περιόδου δείχνει να ἐντείνεται (ἐποχῆς ὅπου μέ πρόσχημα τόν κορωνοιό ἔχει ξεκάθαρα ἀρχίσει νά τίθεται θέμα Θείας Κοινωνίας), ὅλα αὐτά μόνο ὑποψίες μποροῦν νά ἐγείρουν. Κάποιοι ἐξάλλου ἔχουν ἤδη δώσει τόσα πολλά δικαιώματα, ὥστε (ὅσους καλούς λογισμούς καί ἄν θέλαμε νά κάνουμε) εἶναι τελείως ἀδύνατον νά πιστέψουμε πώς ὅλα αὐτά δέν γίνονται ἐκ τοῦ πονηροῦ.
Ἀκόμη ὅμως καί γιά τήν ἴδια τή λεγόμενη Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου, ὑπάρχουν βάσιμοι λόγοι νά ἀμφισβητοῦμε τά ἀγνά κίνητρα ὅσων τήν ἀνέσυραν ἀπό τή ναφθαλίνη καί τήν τελοῦν ἔστω καί μία φορά τόν χρόνο (συχνά βεβαίως ἀρκετά περισσότερες). Ἡ πρώτη ἀνάσυρση ἔγινε στά τέλη τοῦ 19ου αἰώνα καί ἐνῶ γιά πολλούς αἰῶνες εἶχε περιπέσει σέ πλήρη ἀχρηστία (ὑπάρχουν μαρτυρίες ὅτι ἤδη ἀπό τον 4ο – 5ο αἰώνα εἶχε πάψει πιά νά τελεῖται). Καί ἔκτοτε, μέσα στόν 20ό αιώνα (δεδομένου τοῦ πολύ διαφορετικοῦ τρόπου τελέσεώς της, σέ σχέση μέ τίς Λειτουργίες τῶν Μ.Βασιλείου καί Ἱεροῦ Χρυσοστόμου) ἄρχισε νά τελεῖται ἐδῶ καί ἐκεῖ, προκαλώντας τό ἐνδιαφέρον τῶν πιστῶν. Τίς τελευταῖες δεκαετίες ὅμως, πού ὁ Οικουμενισμός φουντώνει καί ἡ δῆθεν ἀνάγκη γιά δῆθεν προσέγγιση καί δῆθεν ἔνωση τῶν δῆθεν Ἐκκλησιῶν κλιμακώνεται, τό ὅτι καί αὐτή ἡ Θεία Λειτουργία χρησιμοποιεῖται ὅλο καί περισσότερο δέν μπορεῖ νά θεωρεῖται τυχαῖο. Γιατί (τό λέμε ἀπερίφραστα) τό τυπικό πού χρησιμοποιεῖ γιά τή Θεία Μετάληψη, μέ τή χωριστή μετάδοση τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος, φέρνει στόν νοῦ τή φερόμενη ὡς Θεία Μετάληψη τῶν Λατίνων (τήν ἀποκαλοῦμε ἔτσι γιατί φυσικά ἡ δῆθεν Παπική Ἐκκλησία δέν ἔχει ἔγκυρα Μυστήρια, ἄρα οὔτε καί πραγματική μετουσίωση τῶν Τιμίων Δώρων σέ Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Θεοῦ). Καί ἡ ὅλο καί μεγαλύτερη διάδοσή της τίς τελευταῖες 3-4 δεκαετίες γίνεται γιά νά προκαλέσει ἐξοικείωση τῶν Ὁρθοδόξων μέ τόν παπικό τρόπο μετάδοσης. Τό δέ πανδημικό ἀφήγημα τῶν τελευταίων 20 μηνῶν παρέχει μιᾶς πρώτης τάξεως προσχηματική διευκόλυνση γιά νά διαδοθεῖ ἀκόμη περισσότερο, σέ αὐτούς τούς (μετακολυμπάρειους/προενωσιακούς) ζοφερούς χρόνους.
Δεδομένο βεβαίως ὅτι οἱ σεσημασμένοι μεταπατερικοί (ρασοφόροι τε καί μή) θά τό ἀποκαλέσουν καί αὐτό συνωμοσιολογία (ὅπως καί κάθε τι ἀκόμη ἄλλωστε πού θέτει ἀμφιβολίες γιά τίς κινήσεις καί κυρίως γιά τίς προθέσεις τους). Καί θά ἀναρωτηθοῦν ἀκόμη μέ τή γνωστή τους φαρισαϊκή «ἀθωότητα» πώς «τί πειράζει δηλαδή νά ἐπιτελεῖται πότε πότε καί αὐτή ἡ Θεία Λειτουργία πού ἄλλωστε διασώζει τήν «ἀρχαία τάξη» (sic) τῆς Ἐκκλησίας μας». Καί ἐπειδή αὐτό τό «ἐπιχείρημα» περί τῆς ἀρχαίας τάξεως τό ἀκοῦμε ὅλο καί συχνότερα ἐσχάτως, ἀπαντοῦμε σέ ὅλους αὐτούς τούς ὄψιμους…ἀρχαιοταξίτες ὅτι κατ’ ἀρχάς δέν ἔχουμε κανένα ἀπολύτως ἔγκυρο χειρόγραφο πού νά φτάνει ἕως τούς πρώτους δύο αἰῶνες καί να διασώζει τέτοια Θεία Λειτουργία. Ὅ,τι γνωρίζουμε γι’ αὐτήν εἶναι ἀπό πολύ μεταγενέστερα κείμενα, πού θεωροῦνται μάλιστα καί νοθευμένα. Ἄρα ὅλη αὐτή ἡ τελετή πού τελεῖται στούς ναούς μέ τή συγκεκριμένη ἐτικέτα, πιθανότατα ἔχει ἐλάχιστη σχέση μέ τήν πραγματική Θεία Λειτουργία τοῦ Ἰακώβου Ἀδελφοθέου (ὅποια καί ἄν ἦταν κάποτε αὐτή). Ἀλλά ἀκόμη καί ἄν ἀποδεχόμασταν τήν πλήρη ἐγκυρότητά της, καί πάλι θά λέγαμε τό προφανές: ὅτι ἡ ἀρχαία τάξη ἦταν γιά τούς…ἀρχαίους καιρούς καί ὅτι μετά τήν ὁλοκλήρωση τοῦ λειτουργικου μέρους καί βασικά (προκειμένου) μετά τήν καθιέρωση τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί λίγο ἀργότερα τοῦ Ἁγίου Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ξεπεράστηκε ἐκ τῶν πραγμάτων. Καί τό ἴδιο ἰσχύει καί μέ τήν καθιέρωση τῆς Ἱερᾶς Λαβίδος (πού συμβολίζει τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο μέσω τῆς ὁποίας μεταδίδεται τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ στούς πιστούς). Ἀπό τή στιγμή πού ὑπάρχει νεοτέρα τάξις, πληρέστερη καί τελειότερη, πού ἔχει καθιερωθεῖ ἐδῶ καί πολλούς αἰῶνες, ὄχι μόνο δέν ὑπάρχει ἀπολύτως κανένας λόγος γιά νά ἐπιστρέφουμε στό πρωτόλειο ἐκκλησιαστικά καί λειτουργικά παρελθόν, ἀλλά εἶναι καί ἀτόπημα. Ἐπιπλέον, ἡ θέση τῆς Ἁγίας Τραπέζης ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, ἡ τοποθέτηση τοῦ ἱερέως ἔμπροσθεν αὐτῆς (καί μέ πλάτη στό ἐκκλησίασμα, ὡς ἐκπρόσωπός του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ), τό τέμπλο, οἱ μυστικές εὐχές καί τόσα ἀκόμη πού καταστρατηγούνται σέ αὐτή τή δῆθεν ἀρχαία Λειτουργία, εἶναι ἐπίσης ζητήματα ἀπολύτως ξεκαθαρισμένα ἐδῶ καί πολλούς αἰῶνες βάσει τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Ἔχουν τόν σκοπό τους καί τό ἰδιαίτερό τους νόημα. Καί ὅταν τά πειράζεις ὅλα αὐτά, εἶναι ἐπίσης ἀτόπημα. Θά ἦταν ἀτόπημα ἀκόμη καί ἄν ὅλο αὐτό ἔμπαινε καί λειτουργοῦσε στό πλαίσιο ἐνός ἀπλά ἐκκοσμικευμένου καί ἀφελῶς ἐφετζίδικου θρησκευτικοῦ φολκλορισμοῦ ἤ μιᾶς ὁπτικῆς τελετουργικῆς φαντασμαγορίας, πού ἐντυπωσιάζει τό ἐκκλησίασμα, καί ἄν δέν ὑπῆρχαν ἀκόμη βαθύτεροι λόγοι. Πού ὡστόσο ὑπάρχουν – καί εἶναι καθοριστικοί.
Νά τά ἀφήσουν λοιπόν αὐτά οἱ οἰκουμενιστές πού θυμήθηκαν ὑποκριτικά καί τήν ἀρχαία τάξη. Οὔτε ὑπάρχει ὁ παραμικρός λόγος νά ἐπανέλθει ἡ ἀρχαία τάξη μετά από 15 αἰῶνες πού ἀτόνησε καί ἐξαφανίστηκε, ἀλλά καί πέραν αὐτοῦ δέν πρόκειται κἄν γιά ἐπιστροφή, ἀλλά γιά ἕνα ξεκάθαρο νεωτερισμό μέ ἀναπαλαιωτική ἐπίφαση ψευδότυπης ἀρχαιοπρέπειας. Ἕνας ἀκόμη δούρειος ἵππος μέ ἄλλα λόγια, πού καλό εἶναι νά μή σπεύδουμε ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ νά τόν βάζουμε καί αὐτόν μέσα στά «τείχη» μας. Ἐδῶ καί πολλά χρόνια ἄλλωστε ἔχουμε ἤδη βάλει ἀρκετούς…
Αυτοί που λένε πως η θρησκεία δεν έχει σχέση με την πολιτική, δεν ξέρουν τι είναι η θρησκεία.
ΑπάντησηΔιαγραφή