Ο Αλέξανδρος μετά το Ισραήλ πήρε την άγουσα για την υπό κατοχή των Περσών ΑΙΓΥΠΤΟ, που στο παρελθόν συχνά επαναστατούσε κατά των Περσών. Η τελευταία της εξέγερση είχε δώσει την ευκαιρία στον Φίλιππο να κηρύξει τον πόλεμο στην Περσία, για να τον τερματίσει αμέσως μόλις η Αίγυπτος επανυποτάχθηκε. Όταν όμως το 332 π.Χ έφτασε ο Αλέξανδρος εκεί, οι Περσικές δυνάμεις κατοχής παραδόθηκαν άνευ όρων. Το γεγονός πως δεν επαναστάτησε μετά την κατάκτησή της απ' τον Αλέξανδρο, είναι χωρίς αμφιβολία αποτέλεσμα συμφωνίας του Αλεξάνδρου με το πανίσχυρο Αιγυπτιακό ΙΕΡΑΤΕΙΟ....
Ο λαός της Αιγύπτου με τους ιερείς επικεφαλής, υποδέχτηκε τον Αλέξανδρο ως σωτήρα κι ελευθερωτή απ' τον περσικό ζυγό. Ο Αλέξανδρος σεβάστηκε την Αιγυπτιακή θρησκεία (εξ’ ού και ο ναός της Ίσιδας στην Αλεξάνδρεια) τον τοπικό τρόπο Διοίκησης, τα προνόμια του Ιερατείου, κερδίζοντας την συμπάθειά του, χάρις στην θρησκευτική του ανεκτικότητα. Κι εκείνο σε αντάλλαγμα τον έστεψε ως ΦΑΡΑΩ, καταργώντας τις παλιές δυναστείες. Ως Φαραώ έπρεπε να είναι και γιος του ΑΜΜΩΝΑ, καταλληλότεροι δε για την αναγνώρισή του ήταν οι ιερείς του Μαντείου, οι οποίοι θα έλαβαν τις σχετικές οδηγίες, με τις οποίες και συμμορφώθηκαν, επισφραγίζοντας την ΣΥΜΦΩΝΙΑ. Στην Αίγυπτο ο Αλέξανδρος ίδρυσε την ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, την πρώτη πόλη με το όνομά του στο ΔΕΛΤΑ του ΝΕΙΛΟΥ στις αρχές του 331 π.Χ. Με την ίδρυση της άνοιξε ο δρόμος για τον Ελληνικό Πολιτισμό. Αυτό το κοσμοϊστορικό γεγονός σημάδεψε την απαρχή μιας νέας με χαρακτήρα ελληνικό, μεγαλειώδους φάσης της ιστορίας της χώρας του Νείλου. Η Αλεξάνδρεια έγινε σπουδαίο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο της ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ. Απ' τις εκβολές του Νείλου, όπου είχε οριοθετήσει την πόλη του ο Αλέξανδρος, ξεκίνησε με ένα ελαφρύ και ταχυκίνητο απόσπασμα συνοδείας για το Μαντείο του Άμμωνα Ρα στην όαση Σίουα. Ηταν ένα πολύ δύσκολο ταξίδι 530 χιλ. ή 2.867 σταδίων, ή 15 σταθμών. Η πορεία του αυτή δεν σχετίζεται με τα στρατηγικά σχέδια του. Οφείλεται στην βαθιά θρησκευτική του ανάγκη, να ρωτήσει το Μαντείο, για το μέλλον του και να πάρει τον κατάλληλο ΧΡΗΣΜΟ απ' τον θεό του ΑΜΜΩΝΑ . Αγνωστο πόσο Στρατό πήρε μαζί του, μα σίγουρα θα ήταν ελαφροί πεζοί και ιππείς, ενώ για την μεταφορά των εφοδίων ο Κούρτιος λέει, πως χρησιμοποιήθηκαν καμήλες. Προχώρησε παραλιακά, ώστε να έχει την υποστήριξη του στόλου, διέσχισε την σχεδόν άνυδρη έρημο και μετά από 1.600 στάδια (περίπου 295 χλμ) έφτασε στο ΠΑΡΑΙΤΟΝΙΟ (Μάρσα Ματρούχ). Εκεί τον συνάντησαν πρέσβεις από τις ελληνικές πόλεις της Κυρηναϊκής, παραδίδοντάς του ένα στεφάνι, 300 ίππους πολεμιστές, 5 εξαιρετικά τέθριππα (ίσως ένα από κάθε μέλος της Πεντάπολης) κι άλλα μεγαλοπρεπή δώρα. Ετσι συνήψαν μαζί του σύμφωνο φιλίας και ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ. Από το Παραιτόνιο συνέχισε την «ρομαντική» πορεία του προς την όαση του Άμμωνος Σίουα, η οποία είχε ήδη κατά την αρχαιότητα περιβληθεί με τους πιο διαφορετικούς μύθους και τις φανταστικές διηγήσεις. Το Μαντείο μέσω των Ελλήνων της Κυρηναϊκής ήταν από παλιά γνωστό στους Έλληνες, που πίστευαν ότι από εκεί είχε φθάσει η σχετική τέχνη στο αρχαιότερο μαντείο τους της ΔΩΔΩΝΗΣ. Έχαιρε δε σεβασμού, καθότι ο Αριστοφάνης το θεωρούσε ως το δεύτερο σημαντικότερο μετά από εκείνο των Δελφών, ο Πίνδαρος είχε ιδρύσει στην Θήβα ναό του Άμμωνα και οι Αθηναίοι είχαν στείλει επίσημη αντιπροσωπεία κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, για να πάρουν ΧΡΗΣΜΟ. Είχε την φήμη του αλάνθαστου και το είχαν συμβουλευθεί πολλοί Έλληνες ήρωες. Ακόμα κι ο Φίλιππος όταν μετά από ένα ενύπνιο (όνειρο), έστειλε τον Χαίρωνα τον Μεγαλοπολίτη στο μαντείο των ΔΕΛΦΩΝ να ζητήσει χρησμό. Ο Απόλλων του απάντησε, ότι όφειλε να τιμά και να θυσιάζει στον ΑΜΜΩΝΑ περισσότερο απ’ όσο στους άλλους θεούς κι ότι θα έχανε το μάτι εκείνο, με το οποίο είχε δει απ' την χαραμάδα τον Άμμωνα με μορφή ερπετού, να κοιμάται με την ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ. Ο Αλέξανδρος σ' όλες τις ερήμους που χρειαζόταν να διασχίσει, εφάρμοζε την ίδια τακτική. Υποτίθεται ότι ήθελε να μιμηθεί τον Περσέα και τον Ηρακλή (εγγονό του Περσέα), επειδή καταγόταν κι απ’ τους δύο και γιατί απέδιδε μέρος της καταγωγής του στον Άμμωνα (σύμφωνα με το όνειρο του πατέρα του) ή ίσως αυτή να ήταν μια μεταγενέστερη ΕΠΙΝΟΗΣΗ κάποιου άγνωστου ιστορικού με μορφή ΘΡΥΛΟΥ. Στο Παραιτόνιο ανεφοδιάστηκαν για τελευταία φορά απ' τον στόλο και μετά στράφηκαν νότια και μπήκαν στην έρημο, που ήταν αμμώδης κι όχι εντελώς άνυδρη. Σε εκείνη την έρημο ο Καμβύσης είχε χάσει 50.000 άνδρες σε μια αμμοθύελλα. Δεν θα χρειάζονταν όμως να ανεφοδιαστούν σε τρόφιμα, αλλά το νερό τους έφτανε μόνο για 4 ημέρες στα 1.388 στάδια ή σε 7 περίπου σταθμούς, που απέμεναν ως το ΜΑΝΤΕΙΟ. Προχωρούσαν κυρίως το βράδυ, λίγο πριν την δύση του ηλίου, μέχρι λίγο μετά την ανατολή του, ώστε να αποφεύγουν τον εξοντωτικό ήλιο της ερήμου. Τέσσερις μέρες μετά την τελευταία υδροληψία ένας ισχυρός νότιος άνεμος σήκωσε αμμοθύελλα, που κατέστρεψε όλα τα μονοπάτια, τα ίχνη και τα σημάδια επί του δρομολογίου τους, με αποστέλεσμα να χάσουν τον προσανατολισμό τους ακόμα και οι ΟΔΗΓΟΙ. Το Μαντείο του Άμμωνα βρισκόταν σε όαση μέσα στην αμμώδη και άνυδρη έρημο της Λιβύης, με μέγιστο πλάτος 40 στάδια (περίπου 7,5 χλμ), γεμάτη ήμερα δένδρα, ελιές και φοίνικες. Εκεί βρισκόταν και η μοναδική πηγή της περιοχής, της οποίας το νερό άλλαζε θερμοκρασία στη διάρκεια του εικοσιτετραώρου. Το μεσημέρι έφτανε να είναι παγωμένο, στην συνέχεια η θερμοκρασία του ανέβαινε, τα μεσάνυχτα έφτανε στο υψηλότερο σημείο και μετά άρχιζε πάλι να ΨΥΧΡΑΙΝΕΙ. Εκεί κοντά υπήρχαν αλατωρυχεία, τα οποία έδιναν εξαιρετικής ποιότητας αλάτι, καθαρό σαν κρύσταλλο. Μερικά κομμάτια του ήταν μεγαλύτερα από 3 δακτύλους (περίπου 5,5 εκ.) και ήταν περιζήτητο στις ΘΥΣΙΕΣ. Ο Αμμωνας όμως που ήθελε ο Αλέξανδρος να φτάσει στο Μαντείο του, τους έστειλε απρόσμενη βοήθεια. Όταν το απόθεμα του νερού εξαντλήθηκε, άρχισε να βρέχει ξαφνικά κι έτσι υδροδοτήθηκε για άλλες τέσσερις ημέρες όλο το απόσπασμα των ΤΑΞΙΔΙΩΤΩΝ. Ο Καλλισθένης αναφέρει πως, μπρος τους πετούσαν δυο κοράκια, που κράζοντας έδειχναν την πορεία και τους βοηθούσαν να βρουν το κύριο σώμα, όσοι έχαναν τον δρόμο τη νύχτα. Ο Αριστόβουλος θεωρεί, πως ίσως αυτή η διήγηση να έχει σημασία, αφού κατά την παράδοση της περιοχής, το πέταγμα δύο κοράκων θεωρείται ευτυχής οιωνός για τους αυτόχθονες, που ξεκινούν ταξίδι για την ΟΑΣΗ ΤΗΣ ΣΙΟΥΑ.
Ο λαός της Αιγύπτου με τους ιερείς επικεφαλής, υποδέχτηκε τον Αλέξανδρο ως σωτήρα κι ελευθερωτή απ' τον περσικό ζυγό. Ο Αλέξανδρος σεβάστηκε την Αιγυπτιακή θρησκεία (εξ’ ού και ο ναός της Ίσιδας στην Αλεξάνδρεια) τον τοπικό τρόπο Διοίκησης, τα προνόμια του Ιερατείου, κερδίζοντας την συμπάθειά του, χάρις στην θρησκευτική του ανεκτικότητα. Κι εκείνο σε αντάλλαγμα τον έστεψε ως ΦΑΡΑΩ, καταργώντας τις παλιές δυναστείες. Ως Φαραώ έπρεπε να είναι και γιος του ΑΜΜΩΝΑ, καταλληλότεροι δε για την αναγνώρισή του ήταν οι ιερείς του Μαντείου, οι οποίοι θα έλαβαν τις σχετικές οδηγίες, με τις οποίες και συμμορφώθηκαν, επισφραγίζοντας την ΣΥΜΦΩΝΙΑ. Στην Αίγυπτο ο Αλέξανδρος ίδρυσε την ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, την πρώτη πόλη με το όνομά του στο ΔΕΛΤΑ του ΝΕΙΛΟΥ στις αρχές του 331 π.Χ. Με την ίδρυση της άνοιξε ο δρόμος για τον Ελληνικό Πολιτισμό. Αυτό το κοσμοϊστορικό γεγονός σημάδεψε την απαρχή μιας νέας με χαρακτήρα ελληνικό, μεγαλειώδους φάσης της ιστορίας της χώρας του Νείλου. Η Αλεξάνδρεια έγινε σπουδαίο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο της ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ. Απ' τις εκβολές του Νείλου, όπου είχε οριοθετήσει την πόλη του ο Αλέξανδρος, ξεκίνησε με ένα ελαφρύ και ταχυκίνητο απόσπασμα συνοδείας για το Μαντείο του Άμμωνα Ρα στην όαση Σίουα. Ηταν ένα πολύ δύσκολο ταξίδι 530 χιλ. ή 2.867 σταδίων, ή 15 σταθμών. Η πορεία του αυτή δεν σχετίζεται με τα στρατηγικά σχέδια του. Οφείλεται στην βαθιά θρησκευτική του ανάγκη, να ρωτήσει το Μαντείο, για το μέλλον του και να πάρει τον κατάλληλο ΧΡΗΣΜΟ απ' τον θεό του ΑΜΜΩΝΑ . Αγνωστο πόσο Στρατό πήρε μαζί του, μα σίγουρα θα ήταν ελαφροί πεζοί και ιππείς, ενώ για την μεταφορά των εφοδίων ο Κούρτιος λέει, πως χρησιμοποιήθηκαν καμήλες. Προχώρησε παραλιακά, ώστε να έχει την υποστήριξη του στόλου, διέσχισε την σχεδόν άνυδρη έρημο και μετά από 1.600 στάδια (περίπου 295 χλμ) έφτασε στο ΠΑΡΑΙΤΟΝΙΟ (Μάρσα Ματρούχ). Εκεί τον συνάντησαν πρέσβεις από τις ελληνικές πόλεις της Κυρηναϊκής, παραδίδοντάς του ένα στεφάνι, 300 ίππους πολεμιστές, 5 εξαιρετικά τέθριππα (ίσως ένα από κάθε μέλος της Πεντάπολης) κι άλλα μεγαλοπρεπή δώρα. Ετσι συνήψαν μαζί του σύμφωνο φιλίας και ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ. Από το Παραιτόνιο συνέχισε την «ρομαντική» πορεία του προς την όαση του Άμμωνος Σίουα, η οποία είχε ήδη κατά την αρχαιότητα περιβληθεί με τους πιο διαφορετικούς μύθους και τις φανταστικές διηγήσεις. Το Μαντείο μέσω των Ελλήνων της Κυρηναϊκής ήταν από παλιά γνωστό στους Έλληνες, που πίστευαν ότι από εκεί είχε φθάσει η σχετική τέχνη στο αρχαιότερο μαντείο τους της ΔΩΔΩΝΗΣ. Έχαιρε δε σεβασμού, καθότι ο Αριστοφάνης το θεωρούσε ως το δεύτερο σημαντικότερο μετά από εκείνο των Δελφών, ο Πίνδαρος είχε ιδρύσει στην Θήβα ναό του Άμμωνα και οι Αθηναίοι είχαν στείλει επίσημη αντιπροσωπεία κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, για να πάρουν ΧΡΗΣΜΟ. Είχε την φήμη του αλάνθαστου και το είχαν συμβουλευθεί πολλοί Έλληνες ήρωες. Ακόμα κι ο Φίλιππος όταν μετά από ένα ενύπνιο (όνειρο), έστειλε τον Χαίρωνα τον Μεγαλοπολίτη στο μαντείο των ΔΕΛΦΩΝ να ζητήσει χρησμό. Ο Απόλλων του απάντησε, ότι όφειλε να τιμά και να θυσιάζει στον ΑΜΜΩΝΑ περισσότερο απ’ όσο στους άλλους θεούς κι ότι θα έχανε το μάτι εκείνο, με το οποίο είχε δει απ' την χαραμάδα τον Άμμωνα με μορφή ερπετού, να κοιμάται με την ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ. Ο Αλέξανδρος σ' όλες τις ερήμους που χρειαζόταν να διασχίσει, εφάρμοζε την ίδια τακτική. Υποτίθεται ότι ήθελε να μιμηθεί τον Περσέα και τον Ηρακλή (εγγονό του Περσέα), επειδή καταγόταν κι απ’ τους δύο και γιατί απέδιδε μέρος της καταγωγής του στον Άμμωνα (σύμφωνα με το όνειρο του πατέρα του) ή ίσως αυτή να ήταν μια μεταγενέστερη ΕΠΙΝΟΗΣΗ κάποιου άγνωστου ιστορικού με μορφή ΘΡΥΛΟΥ. Στο Παραιτόνιο ανεφοδιάστηκαν για τελευταία φορά απ' τον στόλο και μετά στράφηκαν νότια και μπήκαν στην έρημο, που ήταν αμμώδης κι όχι εντελώς άνυδρη. Σε εκείνη την έρημο ο Καμβύσης είχε χάσει 50.000 άνδρες σε μια αμμοθύελλα. Δεν θα χρειάζονταν όμως να ανεφοδιαστούν σε τρόφιμα, αλλά το νερό τους έφτανε μόνο για 4 ημέρες στα 1.388 στάδια ή σε 7 περίπου σταθμούς, που απέμεναν ως το ΜΑΝΤΕΙΟ. Προχωρούσαν κυρίως το βράδυ, λίγο πριν την δύση του ηλίου, μέχρι λίγο μετά την ανατολή του, ώστε να αποφεύγουν τον εξοντωτικό ήλιο της ερήμου. Τέσσερις μέρες μετά την τελευταία υδροληψία ένας ισχυρός νότιος άνεμος σήκωσε αμμοθύελλα, που κατέστρεψε όλα τα μονοπάτια, τα ίχνη και τα σημάδια επί του δρομολογίου τους, με αποστέλεσμα να χάσουν τον προσανατολισμό τους ακόμα και οι ΟΔΗΓΟΙ. Το Μαντείο του Άμμωνα βρισκόταν σε όαση μέσα στην αμμώδη και άνυδρη έρημο της Λιβύης, με μέγιστο πλάτος 40 στάδια (περίπου 7,5 χλμ), γεμάτη ήμερα δένδρα, ελιές και φοίνικες. Εκεί βρισκόταν και η μοναδική πηγή της περιοχής, της οποίας το νερό άλλαζε θερμοκρασία στη διάρκεια του εικοσιτετραώρου. Το μεσημέρι έφτανε να είναι παγωμένο, στην συνέχεια η θερμοκρασία του ανέβαινε, τα μεσάνυχτα έφτανε στο υψηλότερο σημείο και μετά άρχιζε πάλι να ΨΥΧΡΑΙΝΕΙ. Εκεί κοντά υπήρχαν αλατωρυχεία, τα οποία έδιναν εξαιρετικής ποιότητας αλάτι, καθαρό σαν κρύσταλλο. Μερικά κομμάτια του ήταν μεγαλύτερα από 3 δακτύλους (περίπου 5,5 εκ.) και ήταν περιζήτητο στις ΘΥΣΙΕΣ. Ο Αμμωνας όμως που ήθελε ο Αλέξανδρος να φτάσει στο Μαντείο του, τους έστειλε απρόσμενη βοήθεια. Όταν το απόθεμα του νερού εξαντλήθηκε, άρχισε να βρέχει ξαφνικά κι έτσι υδροδοτήθηκε για άλλες τέσσερις ημέρες όλο το απόσπασμα των ΤΑΞΙΔΙΩΤΩΝ. Ο Καλλισθένης αναφέρει πως, μπρος τους πετούσαν δυο κοράκια, που κράζοντας έδειχναν την πορεία και τους βοηθούσαν να βρουν το κύριο σώμα, όσοι έχαναν τον δρόμο τη νύχτα. Ο Αριστόβουλος θεωρεί, πως ίσως αυτή η διήγηση να έχει σημασία, αφού κατά την παράδοση της περιοχής, το πέταγμα δύο κοράκων θεωρείται ευτυχής οιωνός για τους αυτόχθονες, που ξεκινούν ταξίδι για την ΟΑΣΗ ΤΗΣ ΣΙΟΥΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.