Δηλώσεις Κώστα Τζαβάρα, Αναπληρωτή Υπουργού Παιδείας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, για τον πολιτισμό και το τότε νέο νομοσχέδιο για τον κινηματογράφο στην Βουλή την 22/12/2010, απευθυνόμενος στον τότε Υπουργό Πολιτισμού κ. Παύλο Γερουλάνο. Οι δηλώσεις του αυτές είχαν δημιουργήσει θετική εντύπωση στους ανθρώπους του Πολιτισμού.
«Θα πρέπει, κύριε Υπουργέ -και εδώ ακριβώς αποτελεί την ένσταση που προκαταβολικά καταθέτω στη συζήτηση αυτού του νομοσχεδίου- να ασχοληθούμε και με εκείνη τη διαδικασία, η οποία παράγει το έργο του κινηματογράφου ως αγαθό πολιτισμού και ως καλλιτεχνικό δημιούργημα.
Αυτό είναι που λείπει από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η θέαση του, δηλαδή, από την πλευρά εκείνου που θέλει..
να προαγάγει την τέχνη του κινηματογράφου και όχι απλώς να ενισχύσει τις παραγωγικές διαδικασίες που έχουν ως αποτέλεσμα τη μορφοποίηση ενός συγκεκριμένου προϊόντος.
Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, γιατί οι αισθητικές αξίες, είναι αξίες μη αναγώγιμες στην οικονομία. Μπορεί, πράγματι, να μιλάμε για αξίες πολιτισμού και παράλληλα να μιλάμε και για οικονομικές αξίες, αλλά αυτά τα δύο είδη των αξιών οριοθετούν δύο διαφορετικούς μικρόκοσμους, δύο διαφορετικούς χώρους. Η μεν αξία του πολιτισμού με τη μορφή του καλλιτεχνικού προϊόντος οριοθετεί τον μικρόκοσμο τον καλλιτεχνικό, εκεί δηλαδή όπου διεξάγονται επαγγελματικοί αγώνες που έχουν σαν διακύβευμα την πρωτότυπη αισθητική έκφραση της κοινωνικής πραγματικότητας και από την άλλη πλευρά στον χώρο της αγοράς, πράγματι αναπτύσσονται δραστηριότητες που έχουν σαν στόχο την επένδυση ενόψει και με την προοπτική της δημιουργίας κέρδους.
Αναμφίβολα, ο κινηματογράφος είναι ταυτόχρονα και τέχνη και διαδικασία παραγωγική που έχει αντίκρισμα στο χώρο της αγοράς. Υπό αυτήν την έννοια, λοιπόν θεωρώ ότι το νομοσχέδιο έχει δώσει πολύ μεγάλο βάρος στην οργάνωση των σχέσεων που ενισχύουν την παραγωγή ως οικονομική διαδικασία και λιγότερη ακριβώς είναι η κατανομή του ενδιαφέροντος σε εκείνες τις διαδικασίες και σε εκείνους τους θεσμούς που κάνουν μέσα από την κοινωνία να εμφανίζονται νέοι καλλιτέχνες, δημιουργοί, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, οι οποίοι είναι οι προαγωγοί του πολιτισμού και της τέχνης.
Γι΄ αυτό, λοιπόν, θεωρώ ότι θα πρέπει αυτό το σχέδιο νόμου να το ξαναμελετήσετε. Δεν είναι δυνατόν σε αυτό το απαράδεκτο σύστημα της μοριοδότησης να λέτε ότι αποκαθιστάτε σχέσεις αξιοκρατίας και αντικειμενικής εκτίμησης, όταν είναι βέβαιο ότι καμία αισθητική αξία δεν μπορεί να χωρέσει σε αυτού του είδους τους νάρθηκες. Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για μοριοδότηση αισθητικών προϊόντων, όπως ακριβώς μιλάμε για τη μοριοδότηση του ΑΣΕΠ.
Πράγματι, εδώ υπάρχει ένα ζήτημα. Θα πρέπει να υπάρξουν άλλα κριτήρια. Θα πρέπει να υπάρξουν κριτήρια αισθητικής. Θα πρέπει να υπάρξουν κριτήρια ποιότητας, που δεν έχουν να κάνουν με τις ποσοστώσεις ή με τις ποσοτικοποιήσεις μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Στη δεύτερη περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για προσπάθεια της πολιτείας να προαγάγει την τέχνη, αλλά βεβαίως μπορείτε εσείς να είστε ικανοποιημένος ότι μέσα από αυτό το συγκεκριμένο νομοσχέδιο επιχειρείτε να αποκαταστήσετε σχέσεις εξοικονόμησης κατά τέτοιο τρόπο των διαδικασιών που παράγουν έργα τέχνης, ώστε αυτά ταυτόχρονα να ικανοποιούν και τους όρους της οικονομικής συναλλαγής, στο επίπεδο, βέβαια, της αγοράς.
Πως αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός ότι δημιουργείτε ένα θεσμό, τον οποίον μάλιστα τον τοποθετείτε στην θέση ενός άλλου, που φέρει το ίδιο όνομα; Δημιουργείτε, λοιπόν, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου ως κοινωφελές ιδιωτικού δικαίου νομικό πρόσωπο στη θέση μιας Ανώνυμης Εταιρείας, η οποία βέβαια κατ’ όνομα είχε τη λειτουργία της Ανώνυμης Εταιρείας, γιατί πράγματι ικανοποιούσε κριτήρια διαδικασιών του ιδιωτικοοικονομικού τομέα, πλην, όμως, αυτή η συγκεκριμένη Ανώνυμη Εταιρεία ήταν κρατική εταιρεία, δηλαδή, έκανε διαχείριση δημοσίου χρήματος.
Από τη μια πλευρά δημιουργείτε σήμερα την εντύπωση ότι μέσω αυτής της πολύ συγκεκριμένα κεντροθετημένης δομής του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, στο οποίο διορίζετε εσείς το Διοικητικό Συμβούλιο και στο οποίο διορίζετε εσείς ένα Γενικό Διευθυντή, ο οποίος μεριμνά περί των πάντων, διοικεί ουσιαστικά το συγκεκριμένο πρόσωπο και μέσα από αυτού του είδους τις πολύ συγκεντρωτικές διαδικασίες θεωρείτε ή πιστεύετε ότι μπορεί να υπάρξει προαγωγή της κινηματογραφικής τέχνης. Ε, όχι! Αυτό που θα υπάρξει είναι, θεωρώ, μια σειρά ιδίων φαινομένων, σαν και αυτά που θεωρώ ότι ελπίζετε ότι θα θεραπεύσετε με τη συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία.
Δεν νοείται δημιουργία καλλιτεχνική και μάλιστα τέτοια σαν αυτή που είναι ο κινηματογράφος. Γιατί ο κινηματογράφος έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό, είναι μια τέχνη που το αποτέλεσμα της είναι το προϊόν του διαλόγου ή της συνλειτουργίας πολλών δημιουργών. Για να υπάρξει ένα κινηματογραφικό έργο θα πρέπει να συνλειτουργήσει ο σκηνοθέτης, ο σεναριογράφος, ο συνθέτης, ο ηθοποιός και όλοι αυτοί μέσα σε μια σύνθεση που πραγματικά θα πρέπει να δημιουργεί και να εκφράζει και να υλοποιεί αισθητικές αξίες, θα πρέπει σε αυτήν την περίπτωση να μην υπάρχουν διοικητικά μέτρα σαν και αυτά του Ελληνικού Κέντρου του Κινηματογράφου. Θα πρέπει πράγματι -και δεν έχω κανένα δισταγμό να το πω- να βρείτε ένα άλλο πρότυπο, να βρείτε ένα άλλο όραμα, αυτό που έλεγε κάποτε ο Μάο «εκατό λουλούδια να ανθίζουν, εκατό σχολές να μάχονται».
Αυτή είναι η κοινωνική συνθήκη που μπορεί να προσφέρει στην προαγωγή της τέχνης, γιατί θα πρέπει πραγματικά οι νέοι δημιουργοί να έχουν την ίδια πρόσβαση σε εκείνα τα κέντρα, όπου έχουν σχέση με τη διανομή κρατικών πόρων για την ενίσχυση της κινηματογραφικής παραγωγής, με τον ίδιο τρόπο ακριβώς που και ένας άξιος, ένας δοκιμασμένος σκηνοθέτης μπορεί να έχει την ίδια πρόσβαση.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι δικαιολογημένο το αίτημα αυτής της μερίδας που είναι και πλειοψηφική των δημιουργών του κινηματογράφου να έχετε μαζί τους μία πιο ουσιαστική και μια πιο δημιουργική επικοινωνία, τουλάχιστον στο θέμα του διορισμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου από εκείνους οι οποίοι εκλέγονται από τα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα που οργανώνουν και συνασπίζουν τους καλλιτέχνες του είδους, είτε με τη μορφή των σκηνοθετών, είτε με την κατηγορία των σεναριογράφων ή και εκείνων των άλλων ανθρώπων που ασχολούνται με την τέχνη του κινηματογράφου.
Αυτό, όμως, που θα ήθελα ιδιαιτέρως να επισημάνω –θα τα πούμε τα περισσότερα όταν θα κάνουμε την κατ’ άρθρον συζήτηση- είναι ότι ο κινηματογράφος, η λεγόμενη «έβδομη τέχνη», είναι πράγματι η τέχνη της νεωτερικότητας. Είναι η τέχνη η οποία θεμελιώθηκε επάνω στα αγαθά της Βιομηχανικής Επανάστασης και πράγματι είναι η τέχνη που μπορεί, όπως ελέχθη και προηγουμένως, να είναι πιο κοντά στο λαό. Πλην, όμως, κανένας ποτέ δεν θα μπορέσει αυτή την τέχνη να την προσεγγίσει με άλλο τρόπο παρά μόνο με τα ονόματα των σκηνοθετών, των ηθοποιών ή των μουσικών που έχουν συνεργαστεί για τη δημιουργία αυτού του καλλιτεχνικού αποτελέσματος.
Και δεν είναι βέβαια αυτό που λέω κάποια ιδιαίτερη σοφία. Εάν πάρει κάποιος και διαβάσει την ιστορία του κινηματογράφου του Ζορζ Σαντούλ, θα δει ότι η ιστορία του κινηματογράφου έχει γραφτεί με τα ονόματα του Χίτσκοκ, με τα ονόματα του Αϊζενστάιν, με τα ονόματα του Βάιντα, με τα ονόματα του Θόδωρου Αγγελόπουλου, με τα ονόματα του Βούλγαρη, με τα ονόματα του Μπελόκιο, με το ονόματα των αδελφών Ταβιάνι, με τα ονόματα του Φασμπίτερ, με τα ονόματα των χολιγουντιανών δημιουργών και των ηθοποιών, που πράγματι και αυτοί αποτελούν ένα μέρος της ιστορίας του κινηματογράφου.
Θα πρέπει, λοιπόν, να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση και να υπάρξουν καλύτερες και αποτελεσματικότερες πρωτοβουλίες, ώστε μαζί με την οικονομική ενίσχυση που προσπαθείτε να δώσετε στην ανάπτυξη του κινηματογράφου, να δημιουργήσετε και τις θεσμικές προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες και απαραίτητες, ώστε να υπάρχει η άνθιση αυτής της τέχνης όσον αφορά τις πολιτισμικές, τις αισθητικές και τις καλλιτεχνικές της εκδοχές.
Ευχαριστώ πολύ».
Μετά από αυτή την ομιλία, οι πραγματικοί δημιουργοί θα πρέπει να χαίρονται για αυτόν τον άνθρωπο. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε γενναιόδωροι. Εξάλλου, ο χρόνος θα είναι ο τελικός κριτής.
Ανδριανή Γιαμαρέλου
Εικαστικός
«Θα πρέπει, κύριε Υπουργέ -και εδώ ακριβώς αποτελεί την ένσταση που προκαταβολικά καταθέτω στη συζήτηση αυτού του νομοσχεδίου- να ασχοληθούμε και με εκείνη τη διαδικασία, η οποία παράγει το έργο του κινηματογράφου ως αγαθό πολιτισμού και ως καλλιτεχνικό δημιούργημα.
Αυτό είναι που λείπει από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η θέαση του, δηλαδή, από την πλευρά εκείνου που θέλει..
να προαγάγει την τέχνη του κινηματογράφου και όχι απλώς να ενισχύσει τις παραγωγικές διαδικασίες που έχουν ως αποτέλεσμα τη μορφοποίηση ενός συγκεκριμένου προϊόντος.
Δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, γιατί οι αισθητικές αξίες, είναι αξίες μη αναγώγιμες στην οικονομία. Μπορεί, πράγματι, να μιλάμε για αξίες πολιτισμού και παράλληλα να μιλάμε και για οικονομικές αξίες, αλλά αυτά τα δύο είδη των αξιών οριοθετούν δύο διαφορετικούς μικρόκοσμους, δύο διαφορετικούς χώρους. Η μεν αξία του πολιτισμού με τη μορφή του καλλιτεχνικού προϊόντος οριοθετεί τον μικρόκοσμο τον καλλιτεχνικό, εκεί δηλαδή όπου διεξάγονται επαγγελματικοί αγώνες που έχουν σαν διακύβευμα την πρωτότυπη αισθητική έκφραση της κοινωνικής πραγματικότητας και από την άλλη πλευρά στον χώρο της αγοράς, πράγματι αναπτύσσονται δραστηριότητες που έχουν σαν στόχο την επένδυση ενόψει και με την προοπτική της δημιουργίας κέρδους.
Αναμφίβολα, ο κινηματογράφος είναι ταυτόχρονα και τέχνη και διαδικασία παραγωγική που έχει αντίκρισμα στο χώρο της αγοράς. Υπό αυτήν την έννοια, λοιπόν θεωρώ ότι το νομοσχέδιο έχει δώσει πολύ μεγάλο βάρος στην οργάνωση των σχέσεων που ενισχύουν την παραγωγή ως οικονομική διαδικασία και λιγότερη ακριβώς είναι η κατανομή του ενδιαφέροντος σε εκείνες τις διαδικασίες και σε εκείνους τους θεσμούς που κάνουν μέσα από την κοινωνία να εμφανίζονται νέοι καλλιτέχνες, δημιουργοί, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, οι οποίοι είναι οι προαγωγοί του πολιτισμού και της τέχνης.
Γι΄ αυτό, λοιπόν, θεωρώ ότι θα πρέπει αυτό το σχέδιο νόμου να το ξαναμελετήσετε. Δεν είναι δυνατόν σε αυτό το απαράδεκτο σύστημα της μοριοδότησης να λέτε ότι αποκαθιστάτε σχέσεις αξιοκρατίας και αντικειμενικής εκτίμησης, όταν είναι βέβαιο ότι καμία αισθητική αξία δεν μπορεί να χωρέσει σε αυτού του είδους τους νάρθηκες. Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για μοριοδότηση αισθητικών προϊόντων, όπως ακριβώς μιλάμε για τη μοριοδότηση του ΑΣΕΠ.
Πράγματι, εδώ υπάρχει ένα ζήτημα. Θα πρέπει να υπάρξουν άλλα κριτήρια. Θα πρέπει να υπάρξουν κριτήρια αισθητικής. Θα πρέπει να υπάρξουν κριτήρια ποιότητας, που δεν έχουν να κάνουν με τις ποσοστώσεις ή με τις ποσοτικοποιήσεις μιας καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Στη δεύτερη περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για προσπάθεια της πολιτείας να προαγάγει την τέχνη, αλλά βεβαίως μπορείτε εσείς να είστε ικανοποιημένος ότι μέσα από αυτό το συγκεκριμένο νομοσχέδιο επιχειρείτε να αποκαταστήσετε σχέσεις εξοικονόμησης κατά τέτοιο τρόπο των διαδικασιών που παράγουν έργα τέχνης, ώστε αυτά ταυτόχρονα να ικανοποιούν και τους όρους της οικονομικής συναλλαγής, στο επίπεδο, βέβαια, της αγοράς.
Πως αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός ότι δημιουργείτε ένα θεσμό, τον οποίον μάλιστα τον τοποθετείτε στην θέση ενός άλλου, που φέρει το ίδιο όνομα; Δημιουργείτε, λοιπόν, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου ως κοινωφελές ιδιωτικού δικαίου νομικό πρόσωπο στη θέση μιας Ανώνυμης Εταιρείας, η οποία βέβαια κατ’ όνομα είχε τη λειτουργία της Ανώνυμης Εταιρείας, γιατί πράγματι ικανοποιούσε κριτήρια διαδικασιών του ιδιωτικοοικονομικού τομέα, πλην, όμως, αυτή η συγκεκριμένη Ανώνυμη Εταιρεία ήταν κρατική εταιρεία, δηλαδή, έκανε διαχείριση δημοσίου χρήματος.
Από τη μια πλευρά δημιουργείτε σήμερα την εντύπωση ότι μέσω αυτής της πολύ συγκεκριμένα κεντροθετημένης δομής του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, στο οποίο διορίζετε εσείς το Διοικητικό Συμβούλιο και στο οποίο διορίζετε εσείς ένα Γενικό Διευθυντή, ο οποίος μεριμνά περί των πάντων, διοικεί ουσιαστικά το συγκεκριμένο πρόσωπο και μέσα από αυτού του είδους τις πολύ συγκεντρωτικές διαδικασίες θεωρείτε ή πιστεύετε ότι μπορεί να υπάρξει προαγωγή της κινηματογραφικής τέχνης. Ε, όχι! Αυτό που θα υπάρξει είναι, θεωρώ, μια σειρά ιδίων φαινομένων, σαν και αυτά που θεωρώ ότι ελπίζετε ότι θα θεραπεύσετε με τη συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία.
Δεν νοείται δημιουργία καλλιτεχνική και μάλιστα τέτοια σαν αυτή που είναι ο κινηματογράφος. Γιατί ο κινηματογράφος έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό, είναι μια τέχνη που το αποτέλεσμα της είναι το προϊόν του διαλόγου ή της συνλειτουργίας πολλών δημιουργών. Για να υπάρξει ένα κινηματογραφικό έργο θα πρέπει να συνλειτουργήσει ο σκηνοθέτης, ο σεναριογράφος, ο συνθέτης, ο ηθοποιός και όλοι αυτοί μέσα σε μια σύνθεση που πραγματικά θα πρέπει να δημιουργεί και να εκφράζει και να υλοποιεί αισθητικές αξίες, θα πρέπει σε αυτήν την περίπτωση να μην υπάρχουν διοικητικά μέτρα σαν και αυτά του Ελληνικού Κέντρου του Κινηματογράφου. Θα πρέπει πράγματι -και δεν έχω κανένα δισταγμό να το πω- να βρείτε ένα άλλο πρότυπο, να βρείτε ένα άλλο όραμα, αυτό που έλεγε κάποτε ο Μάο «εκατό λουλούδια να ανθίζουν, εκατό σχολές να μάχονται».
Αυτή είναι η κοινωνική συνθήκη που μπορεί να προσφέρει στην προαγωγή της τέχνης, γιατί θα πρέπει πραγματικά οι νέοι δημιουργοί να έχουν την ίδια πρόσβαση σε εκείνα τα κέντρα, όπου έχουν σχέση με τη διανομή κρατικών πόρων για την ενίσχυση της κινηματογραφικής παραγωγής, με τον ίδιο τρόπο ακριβώς που και ένας άξιος, ένας δοκιμασμένος σκηνοθέτης μπορεί να έχει την ίδια πρόσβαση.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι δικαιολογημένο το αίτημα αυτής της μερίδας που είναι και πλειοψηφική των δημιουργών του κινηματογράφου να έχετε μαζί τους μία πιο ουσιαστική και μια πιο δημιουργική επικοινωνία, τουλάχιστον στο θέμα του διορισμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου από εκείνους οι οποίοι εκλέγονται από τα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα που οργανώνουν και συνασπίζουν τους καλλιτέχνες του είδους, είτε με τη μορφή των σκηνοθετών, είτε με την κατηγορία των σεναριογράφων ή και εκείνων των άλλων ανθρώπων που ασχολούνται με την τέχνη του κινηματογράφου.
Αυτό, όμως, που θα ήθελα ιδιαιτέρως να επισημάνω –θα τα πούμε τα περισσότερα όταν θα κάνουμε την κατ’ άρθρον συζήτηση- είναι ότι ο κινηματογράφος, η λεγόμενη «έβδομη τέχνη», είναι πράγματι η τέχνη της νεωτερικότητας. Είναι η τέχνη η οποία θεμελιώθηκε επάνω στα αγαθά της Βιομηχανικής Επανάστασης και πράγματι είναι η τέχνη που μπορεί, όπως ελέχθη και προηγουμένως, να είναι πιο κοντά στο λαό. Πλην, όμως, κανένας ποτέ δεν θα μπορέσει αυτή την τέχνη να την προσεγγίσει με άλλο τρόπο παρά μόνο με τα ονόματα των σκηνοθετών, των ηθοποιών ή των μουσικών που έχουν συνεργαστεί για τη δημιουργία αυτού του καλλιτεχνικού αποτελέσματος.
Και δεν είναι βέβαια αυτό που λέω κάποια ιδιαίτερη σοφία. Εάν πάρει κάποιος και διαβάσει την ιστορία του κινηματογράφου του Ζορζ Σαντούλ, θα δει ότι η ιστορία του κινηματογράφου έχει γραφτεί με τα ονόματα του Χίτσκοκ, με τα ονόματα του Αϊζενστάιν, με τα ονόματα του Βάιντα, με τα ονόματα του Θόδωρου Αγγελόπουλου, με τα ονόματα του Βούλγαρη, με τα ονόματα του Μπελόκιο, με το ονόματα των αδελφών Ταβιάνι, με τα ονόματα του Φασμπίτερ, με τα ονόματα των χολιγουντιανών δημιουργών και των ηθοποιών, που πράγματι και αυτοί αποτελούν ένα μέρος της ιστορίας του κινηματογράφου.
Θα πρέπει, λοιπόν, να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση και να υπάρξουν καλύτερες και αποτελεσματικότερες πρωτοβουλίες, ώστε μαζί με την οικονομική ενίσχυση που προσπαθείτε να δώσετε στην ανάπτυξη του κινηματογράφου, να δημιουργήσετε και τις θεσμικές προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες και απαραίτητες, ώστε να υπάρχει η άνθιση αυτής της τέχνης όσον αφορά τις πολιτισμικές, τις αισθητικές και τις καλλιτεχνικές της εκδοχές.
Ευχαριστώ πολύ».
Μετά από αυτή την ομιλία, οι πραγματικοί δημιουργοί θα πρέπει να χαίρονται για αυτόν τον άνθρωπο. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε γενναιόδωροι. Εξάλλου, ο χρόνος θα είναι ο τελικός κριτής.
Ανδριανή Γιαμαρέλου
Εικαστικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.