Γράφτηκαν ατελείωτα ρεπορτάζ. Οι πληροφορίες και οι εξελίξεις για τις δολοφονίες «έγραψαν ώρες» τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού χρόνου. Από το 1996 με την υπόθεση Δουρή, έως και τη στυγερή δολοφονία της μικρής Άννυ στη Μιχαήλ Βόδα το 2015, είδαμε γονείς να αναζητούν τα παιδιά τους κλαίγοντας στις τηλεοπτικές μας οθόνες.
«Η Μήδεια του Καλαμακίου»
Μία από τις σοκαριστικότερες παιδοκτονίες που καταγράφηκαν στην Ελλάδα ήταν εκείνη που διέπραξε η «Μήδεια του Καλαμακίου», η 28χρονη Νίτα Μπέικερ, που σκότωσε τα τρία της παιδιά για να εκδικηθεί τον άνδρα της, Τζόελ Μπέικερ, για τις πληροφορίες που έφτασαν στα αυτιά της ότι την απατούσε. Το έγκλημα καταγράφηκε στις 27 Μαΐου 1961 στο διαμέρισμα της οικογένειας του Αμερικανού λοχία στο Καλαμάκι.
Ο Τζόελ Μπέικερ έφτασε στο σπίτι το βράδυ του Σαββάτου και εντόπισε στο πάτωμα της κουζίνας τη σύζυγό του. Το σώμα της γυναίκας βρισκόταν σε λίμνη αίματος και πάνω στο τραπέζι μία Βίβλος στην οποία υπήρχαν υπογραμμισμένα χωρία για τη μοιχεία.
Ο μικρός του γιος, Τζο, βρισκόταν μπρούμυτα στο κρεβάτι του. «Τον αναποδογύρισα και με τρόμο είδα τα αίματα». Αμέσως μετά εντόπισε νεκρές τη Σουζάνα και την Κίτυ.
Το γράμμα της Νίτα Μπέικερ εξηγούσε γιατί σκότωσε τα παιδιά τους
Λίγο πριν επιχειρήσει να δώσει τέλος στη ζωή της, η Νίτα Μπέικερ, με ένα γράμμα, εξηγούσε στον άνδρα της τι την οδήγησε στο να σκοτώσει τα παιδιά τους. «Ελπίζω τώρα να είσαι ευχαριστημένος με αυτό που έγινε. Στα παιδιά μας εξασφάλισα ένα ήσυχο και χριστιανικό καταφύγιο, ώστε να μείνουν μακριά από το βούρκο μέσα στον οποίο είχε κυλιστεί ο πατέρας τους. Βαρέθηκα, φίλε, να ζω σε αυτό το σπίτι με τον εφιάλτη των καθημερινών οργίων του. Είναι βέβαια τρομερό αυτό που έκανα και μεγάλη ντροπή για μένα να αναγκάζομαι να αφαιρέσω τη ζωή από αυτά τα τόσο όμορφα και καλά παιδιά, για τα οποία ξέρεις πόσο υπέφερα και υποφέρω στον άλλο κόσμο, γιατί με έσπρωξες να τους κόψω το νήμα της ζωής τους για να μην τα αφήσω να μεγαλώσουν και μάθουν τι έκανες (…). Έκανα υπομονή χρόνια ολόκληρα. Πίστευα στα λόγια σου πως δεν ήταν τίποτα και ότι εξακολουθούσες να μου είσαι πιστός. Με γελούσες με τα γλυκόλογα σου, τώρα όμως, πάνε τα ψέματα. Είναι καιρός που τα ξέρω όλα, δεν με γελάς. Ξέρω τι έκανες κάθε βράδυ με εκείνη ή εκείνες. Τώρα που δεν έχεις κανέναν να ασχοληθείς μπορείς χα! χα! να συνεχίσεις τα όργια σου. Κανείς δεν θα σε γκρινιάζει. Γλέντα όσο θέλεις και όπως θέλεις. Εγώ και τα παιδιά θα είμαστε μακριά και δεν θα βλέπουμε το κατάντημα σου».
Η Νίτα είχε πνίξει τα παιδιά της με ένα κορδόνι, την ώρα που κοιμούνταν. Μόνο ο γιος της προσπάθησε να αντισταθεί και την γρατζούνισε στο χέρι.
Τι είπε στην απολογία της η Νίτα Μπέικερ – Η απιστία και η αδιάφορη οικογενειακή ζωή
Το ζευγάρι έμοιαζε να ζει ιδανικά με την οικογένειά του. Η Νίτα Μπέικερ όταν παντρεύτηκε ήταν μόλις 18 ετών. «Το αίσθημα μας ήταν δυνατό και σχεδόν αμέσως παντρευτήκαμε», περιέγραψε ο Μπέικερ στους αστυνομικούς. Όμως, όπως ισχυρίστηκε αργότερα ο λοχίας, η καθημερινότητα τους ήταν, μάλλον, αδιάφορη… «Η διασκέδαση της γυναίκα μου δεν ήταν άλλη από το να διαβάζει θρησκευτικά βιβλία. Μας χώριζε ένα μεγάλο και αγεφύρωτο ψυχικό χάσμα. Περνούσαμε μια ζωή ήσυχη και αδιάφορη, χωρίς να υπάρχει η απαιτούμενη ανταπόκριση εκ μέρους της γυναίκας μου. Αν δεν υπήρχαν τα παιδιά θα είχαμε χωρίσει. Εκείνη ήταν κλεισμένη στον εαυτό της και εγώ την αντιμετώπιζα με αδιαφορία (…) Οι συζυγικές μας υποχρεώσεις ήταν απόλυτα ομαλές, αλλά δεν συναντούσα ανταπόκριση εκ μέρους της. Πάντως, από αρκετά χρόνια κοιμόμασταν χωριστά».
Η Νίτα Μπέικερ δήλωνε ευτυχισμένη μέχρι τη στιγμή που έμαθε πως ο σύζυγος της διατηρούσε παράνομο δεσμό με μια Ελληνίδα, η οποία εργαζόταν μαζί του στην αμερικάνικη βάση και του μάθαινε την ελληνική γλώσσα. «Πριν έξι μήνες ήμουν η πιο ευτυχισμένη μητέρα του κόσμου. Μετά έμαθα ότι ο άντρας μου με απατούσε με μια άλλη γυναίκα. Δεν έπρεπε να ζήσουμε πια ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου» είπε η 28χρονη στην απολογία της ενώπιον της δικαιοσύνης. Η ίδια περιέγραψε ότι τους τελευταίους μήνες η ζωή της είχε αρχίσει να αλλάζει «να γίνεται μια κόλαση». Ο άντρας της, ισχυρίστηκε, της φερόταν «σκληρά και ψυχρά» και όταν εκείνη παραπονιόταν, την απειλούσε πως θα ζητήσει μετάθεση για να επιστρέψουν στην Αμερική. «Τα βιβλία μου με έκαναν να ηρεμώ και να σκέφτομαι λογικά».
Το δικαστήριο, δέχτηκε την άποψη των ψυχιάτρων πως η γυναίκα διέπραξε το τριπλό φονικό σε πλήρη σύγχυση και διέταξε τον εγκλεισμό της στο ψυχιατρείο. Η Νίτα Μπέικερ δεν έδειξε ποτέ μεταμέλεια. Την Άνοιξη του 1962 η Νίτα Μπέικερ βρέθηκε και πάλι στο δικαστήριο. Στην απολογία της ισχυρίστηκε πως ο σύζυγος της ήταν βίαιος μαζί της και ότι ήθελε να επιστρέψει στην Αμερική με τα παιδιά της, αλλά εκείνος δεν την άφηνε. «Σκότωσα τα παιδιά μου γιατί ήθελα να αναγκάσω τον άντρα μου να μην με χτυπά» είπε η γυναίκα στο δικαστήριο.
Η Νίτα Μπέικερ καταδικάστηκε σε 16 χρόνια κάθειρξη, αλλά πήρε χάρη το 1963 και επέστρεψε στην Αμερική.
Υπόθεση Βασίλη Λυμπέρη: Σκότωσε την οικογένεια
Ο Βασίλης Λυμπέρης ήταν ο τελευταίος πολίτης που εκτελέστηκε μετά την καταδίκη του για τις άγριες δολοφονίες μελών της οικογένειάς του. Ο 27χρονος, Βασίλης Λυμπέρης, καταδικάστηκε σε θάνατο, καθώς κρίθηκε από το Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας ένοχος με την κατηγορία ότι έκαψε ζωντανούς την εν διαστάσει σύζυγό του Βασιλική Λυμπέρη (24 ετών), την πεθερά του Αντιγόνη Μάρκου (55 ετών), την κόρη του Παναγιώτα Λυμπέρη (2½ ετών) και τον γιο του, Γιώργο Λυμπέρη, ενός έτους.
Το στυγερό έγκλημα καταγράφηκε το βράδυ της 4ης Ιανουαρίου 1972 και τις πρώτες πρωινές ώρες της 5ης Ιανουαρίου στο σπίτι των θυμάτων στο Χαλάνδρι, ενώ ο δράστης είχε και τρεις φίλους του συνεργούς στο έγκλημα. Η πεθερά και τα παιδιά ξεψύχησαν ακαριαία, αλλά η σύζυγός του έζησε μέχρι το μεσημέρι της 5ης Ιανουαρίου και ήταν αυτή που κατήγγειλε το περιστατικό από το νοσοκομείο.
Μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας ο Λυμπέρης καταδικάστηκε τετράκις «εις θάνατον», όπως και ένας από τους συνεργούς του, ο 18χρονος Παύλος Αγγελόπουλος), ενώ οι υπόλοιποι δύο καταδικάστηκαν σε μικρότερες ποινές.
Η εκτέλεση του Λυμπέρη έγινε τα ξημερώματα της 25ης Αυγούστου 1972 στο πεδίο βολής της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού (ΣΕΑΠ), στην περιοχή Δύο Αοράκια του Ηρακλείου Κρήτης. Τον Λυμπέρη φόνευσε 12μελές εκτελεστικό απόσπασμα, κι ενώ ως τότε ήταν κρατούμενος στις φυλακές Αλικαρνασσού. Στον μελλοθάνατο λίγη ώρα πριν την εκτέλεση είχε επιτραπεί να συντάξει επιστολή προς την μητέρα του. Νωρίτερα είχε κατατεθεί αίτηση από τους συνηγόρους του προς το Συμβούλιο Χαρίτων, ώστε να του αποδοθεί χάρη, ωστόσο η αίτηση απορρίφθηκε παμψηφεί.
Η «Υπόθεση Λυμπέρη» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο την ίδια κιόλας χρονιά με τίτλο «Οι Σατανάδες της Νύχτας», σε σκηνοθεσία του Μάριου Ρετσίλα και παραγωγή του Τζέιμς Πάρις. Ο Γιάννης Κατράνης ήταν αυτός ο οποίος ενσάρκωσε τον Βασίλη Λυμπέρη.
Υπόθεση Δουρή: Βίασε και σκότωσε τον 6χρονο γιο του
Μία από τις σοκαριστικότερες παιδοκτονίες είναι εκείνη του 6χρονου Νικόλα Δουρή. Ο Μανώλης Δουρής σκότωσε τον γιο του στις 30 Δεκεμβρίου 1993 και σε δηλώσεις του στις κάμερες, όσο αρχές και εθελοντές αναζητούν το παιδί, φαινόταν απαρηγόρητος.
Ήταν Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 1993. Ο 6χρονος Νίκος είχε πάει στο γήπεδο και έπαιζε με άλλα παιδάκια. Όταν στις 18:00 το απόγευμα επέστρεψε σπίτι, μαζί με έναν συνομήλικο εξάδελφο του, τον συνάντησε ο πατέρας του και τον ρώτησε πού ήταν γιατί είχε αργήσει να γυρίσει στο σπίτι. Ο μικρός Νικόλας εξήγησε στον πατέρα του ότι βρισκόταν στο γήπεδο και τότε ο Δουρής άρχισε να τον χτυπά. Τον οδήγησε σε μία αποθήκη όπου συνέχισε να τον χτυπά. Το έβαλε πάνω σε έναν πάγκο, του έβγαλε τα ρούχα και αφού το φίμωσε για να μην φωνάζει το βίασε. Του έφραξε το στόμα και τη μύτη με συνέπεια το παιδί να πεθαίνει. Όταν το αντιλήφθηκε θέλησε να μεταφέρει το παιδί σε άλλο σημείο, το σημείο όπου βρέθηκε αργότερα. Μάλιστα, όταν και άλλα μέλη της οικογένειας αναζήτησαν το παιδί, ο ίδιος συμμετείχε στις έρευνες και δήλωνε στους δημοσιογράφους: «Μου σκότωσαν το παιδί και δεν πρόκειται να το βρούμε. Δεν είναι ζωντανό».
Ενώ οι έρευνες βρίσκονταν σε εξέλιξη, ο Δουρής βρέθηκε μαζί με ένα από τα άλλα παιδιά του στο σημείο όπου είχε αφήσει το πτώμα του 6χρονου. Έκανε ότι το εντόπισε τάχα τυχαία και άρχισε να κλαίει και να καταριέται τον δολοφόνο. Κατά την ανάκριση ο Μανώλης Δουρής ομολόγησε, αν και αργότερα δήλωνε αθώος. Σε αποκλειστική συνέντευξη στο Mega είχε πει: «Δεν καταλάβαινα ούτε τι είχα κάνει, αλλά ούτε πώς το είχα κάνει. Γιατί αυτό που είχα ήταν σαν να ήμουν σε ένα όνειρο, σε έναν εφιάλτη. Εκεί (εννοεί στην αποθήκη), δεν ξέρω τι έγινε. Σας είπα αυτή η αρρώστια, η κρίση αυτή με οδήγησε σε αυτές τις απάνθρωπες πράξεις. Τα νεύρα μου είναι τόσα πολλά, όταν με πιάνουν κρίσεις. Δεν γνωρίζω. Δεν βλέπω μπροστά μου. Μπορεί να το βίασα, μπορεί να έκανα κάτι άλλο, αλλά ήμουν εκτός χρόνου και τόπου».
Καταδικάστηκε τον Νοέμβριο του 1994. Του επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, κάθειρξη 20 ετών για βιασμό, φυλάκιση ενός έτους για ασέλγεια και στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων για 10 χρόνια.
Οι γονείς του, αλλά και η γυναίκα του δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι ο δράστης της δολοφονίας ήταν ο ίδιος ο πατέρας του παιδιού.
Ο ιατροδικαστής, Φίλιππος Κουτσάφτης, ο οποίος έκανε τη νεκροψία – νεκροτομή στη σορό του 6χρονου είπε ότι: «ο θάνατος επήλθε από ασφυξία εξ απόφραξεως των έξω αναπνευστικών στομίων μετ’ εκτεταμένων κακώσεων του πρωκτού. Βαριά σεξουαλική κακοποίηση και ανθρωποκτονία». Ακόμη, ο ιατροδικαστής διαπίστωσε ότι το παιδί έφερε τραύματα και αμυχές σε διάφορα σημεία και επιπλέον διάσπαρτα εγκαύματα που προκλήθηκαν μετά θάνατον.
Χρειάστηκε να αλλάξει αρκετές φυλακές, καθώς συγκρατούμενοί του τον κακοποιούσαν λόγω του ειδεχθούς χαρακτήρα του εγκλήματος που είχε διαπράξει. Τελικά, βρέθηκε νεκρός στις εξωτερικές τουαλέτες στις φυλακές της Τρίπολη. Είχε κρεμαστεί χρησιμοποιώντας καλώδιο τηλεόρασης.
Γιώργος Μεταξάκης: Έπνιξε τα τρία του παιδιά
Το 1999 η Κρήτη συγκλονίζεται από την άγρια δολοφονία τριών μικρών παιδιών στον Αλμυρό ποταμό στο Ηράκλειο. Ο Γιώργος Μεταξάκης πέταξε τους τρεις γιους του ηλικίας 10, 4 και 2 ετών στον ορμητικό ποταμό, για να εκδικηθεί τη μητέρα τους με την οποία ήταν σε διάσταση. Λίγο καιρό νωρίτερα είχε απαγάγει τα παιδιά.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής, στις 20 Σεπτεμβρίου του 1999 πήρε τα τέσσερα παιδιά του για να πάνε βόλτα με το αυτοκίνητο. Όταν έφτασαν κοντά στον Αλμυρό ποταμό έδεσε τα χέρια της 12χρονης κόρης του στον λεβιέ των ταχυτήτων, ώστε να μην μπορέσει να αντιδράσει, πήρε τα αγόρια και τα πέταξε στα ορμητικά νερά του ποταμού. Στη συνέχεια έφυγε από το σημείο και άφησε την κόρη του σε άλλη περιοχή από εκείνη της τριπλής δολοφονίας. Η κόρη του κατάφερε να φτάσει στην Αστυνομία και μίλησε στις αρχές για όλα όσα έχουν γίνει. Η ΕΛ.ΑΣ. τον εντόπισε και τον συνέλαβε. Επικαλέστηκε ατύχημα, όμως, δεν έπεισε κανέναν και καταδικάστηκε σε τρις ισόβια χωρίς ελαφρυντικά και έμεινε στη φυλακή 19 χρόνια.
Στις 23 Νοεμβρίου 2018 αποφυλακίστηκε από σωφρονιστικό κατάστημα Δομοκού, προκαλώντας την οργή των συγγενών της οικογένειας στην Κρήτη.
Ο Γιώργος Μεταξάκης κλήθηκε σε αναπαράσταση να περιγράψει με λεπτομέρειες τη φρικτή πράξη του.
Καλλιόπη Αναγνωστίδου: Κατακρεούργησε τον 3 ετών γιο της
Η 27χρονη Καλλιόπη Αναγνωστίδου από το Αιγάλεω κατακρεούργησε με ένα μαχαίρι τον τριών ετών γιο της το πρωί της 21η Νοεμβρίου 1995. Εκείνο το πρωινό, οι γείτονες είδαν την 27χρονη μάνα να βγαίνει τρέχοντας από το σπίτι της, κρατώντας στην αγκαλιά της το μικρό Δημήτρη, που ήταν πλημμυρισμένος στο αίμα. Αμέσως οι γείτονες κατάλαβαν ότι είχε γίνει το έγκλημα.
Σύμφωνα με πληροφορίες από ρεπορτάζ της εποχής, η νεαρή μητέρα ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Μεθούσε, είχε κάνει αρκετές απόπειρες αυτοκτονίας. Τα δύο από τα τέσσερα ανήλικα παιδιά της φιλοξενούνταν σε ίδρυμα.
Η 27χρονη γυναίκα έφτασε λίγο αργότερα στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Πειραιά και έξω από τα εξωτερικά ιατρεία άρχισε να καλεί σε βοήθεια. Παρά τις προσπάθειες το παιδί δεν μπόρεσε να σωθεί. Προσπάθησε να καλύψει το έγκλημά της, λέγοντας ότι κάποιος αλλοδαπός μπήκε στο σπίτι και σκότωσε το νήπιο. «Ήμουν στο σπίτι, όταν κάποιος χτύπησε την πόρτα. Μόλις άνοιξα, ένας άγνωστος άνδρας όρμησε πάνω μου και μου ζήτησε χρήματα. Μιλούσε σπαστά ελληνικά και φαινόταν αλλοδαπός, ίσως Αλβανός. Άρχισα να φωνάζω και τότε πήρε ένα μαχαίρι και χτύπησε το παιδί. Το πήρα αμέσως και το έφερα στο νοσοκομείο», είχε πει τότε στις αρχές.
Το χρονικό του εγκλήματος αναφέρει ότι ο μικρός Δημήτρης έπαιζε ανυποψίαστος στο χολ του σπιτιού τους, όταν η μάνα άρπαξε ένα μαχαίρι από την κουζίνα και άρχισε να τον χτυπάει. Δεν μπόρεσε να πει στις αρχές τους λόγους για τους οποίους προχώρησε στο έγκλημα. Μετά την απολογία της προφυλακίστηκε και το Νοέμβριο του 1996 έγινε η δίκη της στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών. Η υπεράσπιση προσπάθησε να πείσει το δικαστήριο ότι τη στιγμή του εγκλήματος είχε το ακαταλόγιστο. Το δικαστήριο αποφάσισε τον εγκλεισμό της στο ψυχιατρείο.
Νικόλαος Δημόπουλος: Σκότωσε με τσεκούρι τον γιο του
Το 1994 ένας πατέρας σκότωσε με τσεκούρι τον 16χρονο γιο του την ώρα που κοιμόταν.
Σύμφωνα με τις αρχές ο λόγος που ο πατέρας τον δολοφόνησε, ήταν επειδή προηγουμένως του είχε κάνει παρατήρηση επειδή έπινε. Ο παιδοκτόνος καταδικάστηκε σε ισόβια και αρνήθηκε να απολογηθεί για την πράξη του.
Παιδοκτονίες στην Ελλάδα – Χρήστος Βουλγαράκης: Έσφαξε την 13χρονη κόρη του
Το ημερολόγιο έγραφε 27 Απριλίου του 2002, όταν γειτόνισσα εντόπισε κατακρεουργημένο το σώμα της 13χρονης Βασούλας. Από την πρώτη στιγμή δράστης της παιδοκτονίας κρίθηκε ο πατέρας του κοριτσιού, Χρήστος Βουλγαράκης. Την είχε σφάξει χρησιμοποιώντας ένα μαχαίρι 18 εκατοστών.
Η Βασούλα Βουλγαράκη έμενε με τον πατέρα της στην Πελασγία, μετά τον σεισμό της Πάρνηθας, καθώς είχαν προκληθεί σοβαρές ζημιές στο σπίτι της το 1999, που το καταστούσαν ακατοίκητο. Ο Βουλγαράκης είχε πάρει το παιδί στο χωριό μέχρι η μητέρα να αποκαταστήσει την κατοικία της.
Η μητέρα του κοριτσιού, Αθανασία Βελεσιώτη, κατηγορεί από την πρώτη στιγμή τον Χρήστο Βουλγαράκη ότι εκείνος σκότωσε το αγγελούδι για να την εκδικηθεί επειδή τον είχε εγκαταλείψει. Λίγο πριν το έγκλημα, είχε ζητήσει και πάλι το παιδί να επιστρέψει σε εκείνη, απόφαση που φέρεται να την είχε ανακοινώσει και η ίδια η Βασούλα. Μετά το έγκλημα, ο δράστης εξαφανίστηκε για πέντε ημέρες, ώσπου παρουσιάστηκε στη Μονή Τρικόρφου στη Φωκίδα, όπου και συνελήφθη.
Στην πρώτη δίκη κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας αναγνώσθηκαν και οι απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες στις οποίες ο Βουλγαράκης φέρεται να ομολογεί στην πρώην σύζυγό του πως είναι ο δράστης του εγκλήματος. Το 2002 το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καρπενησίου, κρίνοντάς τον ένοχο, αλλά αναγνωρίζοντας τον πρότερο έντιμο βίο του, του είχε επιβάλει ποινή κάθειρξης 21 ετών. Αποφυλακίσθηκε προσωρινά τον Αύγουστο του 2009, από το Ψυχιατρείο του Κορυδαλλού, με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιά με τον όρο να παραμείνει για το υπόλοιπο της ποινής του στο Τρίκορφο Φωκίδας και συγκεκριμένα στο Μοναστήρι των Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ.
Η Εισαγγελέας Εφετών Πειραιά ανακάλεσε την αποφυλάκιση και σχεδόν τέσσερις μήνες αργότερα το Συμβούλιο Εφετών διέταξε και πάλι την επιστροφή του στο Ψυχιατρείο Κορυδαλλού, εν αναμονή και της εκδίκασης της Έφεσης που είχε ασκήσει και πάλι η μητέρα κατά της πρωτόδικης απόφασης. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Λαμίας το Νοέμβριο του 2015 δεν πείσθηκε και επέβαλε την ποινή της ισόβιας κάθειρξης στον κατηγορούμενο. Τελικά στις 7 Νοεμβρίου 2018 ο Χρήστος Βουλγαράκης αποφυλακίστηκε με το Συμβούλιο να προβλέπει για εκείνον στο υπόλοιπο της ποινής του να έχει ως τόπο διαμονής την Ιερά Μονή των Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ, στο Τρίκορφο.
Παιδοκτονία στην Ελλάδα – Υπόθεση Κωστή Πολύζου: Τον σκότωσαν η μητέρα και ο πατριός
Ο Κωστής Πολύζος 23 χρόνων εξαφανίστηκε το βράδυ της Παρασκευής 18 Φεβρουαρίου 2011 από το σπίτι του στη Σιάτιστα Κοζάνης. Οκτώ μήνες μετά την εξαφάνιση του, στις 26 Σεπτεμβρίου 2011, το πτώμα του βρέθηκε στο κτήμα του πατριού του, στο σημείο Πασά Γεφύρι, στα σύνορα των νομών Κοζάνης-Γρεβενών, από κυνηγό της περιοχής.
Ήταν θαμμένος κάθετα με τη φόρμα που φορούσε στο σπίτι και χωρίς παπούτσια. «Εμείς θα ψάχνουμε μέχρι να βρούμε το παιδί μας. Είτε έτσι, είτε αλλιώς πρέπει να μάθουμε τι κατάληξη έχει το παιδί μας», έλεγε σε εκπομπές που την φιλοξενούσαν η μητέρα, που είχε «δασκαλέψει» τον ανήλικο γιο της να μιλά για ιστορία εξαφάνισης το βράδυ που χάθηκαν τα ίχνη του νεαρού.
Η μητέρα και ο πατριός ισχυρίζονταν ότι ο Κωστής Πολύζος γύρισε ευδιάθετος στο σπίτι και έπαιξε για λίγο με τον αδελφό του στο κομπιούτερ την ημέρα της εξαφάνισης. Ωστόσο, κάποια στιγμή παρουσιάστηκε μια βλάβη σε μια βρύση που βρίσκεται σε εξωτερικό χώρο του σπιτιού. Ο Κωστής βγήκε για να την ελέγξει. Τότε ο μικρότερος αδελφός του άκουσε τον Κωστή όπως αποκάλυψε την επόμενη ημέρα, να μιλάει και να γελάει με έναν άγνωστο άνδρα που είχε σταματήσει με το αυτοκίνητο του έξω από το γκαράζ τους.
Όταν ο Κωστής μπήκε πάλι σπίτι, πήρε μια ομπρέλα, φόρεσε το μπουφάν του και είπε στη μητέρα του ότι θα ξαναπάει στο σπίτι του Σπύρου, απ’ όπου είχε επιστρέψει. Κατά τις 03:00 τα ξημερώματα, η μητέρα του, υποστήριξε ότι κάλεσε τον φίλο του τον Σπύρο. Της είπε ότι ο Κωστής δεν ξαναπήγε στο σπίτι του. Η τελευταία κλήση που του έκανε η μητέρα ήταν στις 03:40 τα ξημερώματα. Οι συγγενείς του πατριού που έμεναν στον επάνω όροφο είπαν ότι είδαν τον Κωστή να μπαίνει στο σπίτι γύρω στις 11:30. Κανείς όμως δεν τον είχε δει να βγαίνει.
Οκτώ μήνες μετά, στις 26 Σεπτεμβρίου του 2011, τα σκυλιά ενός κυνηγού ξέθαψαν από χωράφι του πατριού το μισοφαγωμένο πτώμα του άτυχου 23χρονου. Οι γονείς του Κωστή Πολύζου κρίθηκαν ύποπτοι για τη δολοφονία του 23χρονου και οι αντιφάσεις τους, γρήγορα τούς έκαναν να πέσουν στα χέρια της αστυνομίας.
Αιτία της δολοφονίας είναι το γεγονός ότι η 49χρονη τότε μητέρα και ο 42χρονος πατριός, είχαν πάρει δάνεια στο όνομα του νεαρού ύψους 250.000 ευρώ, κάποια από αυτά μάλιστα με υπογραφή του πατριού και στοιχεία του Κωστή Πολύζου. Η δολοφονία φαίνεται να έγινε μετά από έναν ακόμη καυγά με αφορμή τα υπέρογκα δάνεια που είχε πάρει ο νεαρός για λογαριασμό της οικογένειας και τον κυνηγούσαν οι τράπεζες.
Η Δέσποινα Κουτσέγκου, μητέρα του Κωστή Πολύζου, και ο πατριός του Χρήστος Ντιός, κρίθηκαν στα τέλη του 2016 ένοχοι από το Μικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο Καστοριάς. Συγκεκριμένα, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καστοριάς επέβαλε στην Δέσποινα Κουτσέγκου και τον σύζυγο της Χρήστο Ντιό την ποινή της ισόβιας κάθειρξης για την από κοινο δολοφονία του 23χρονου Κωστή Πολύζου τον Φεβρουάριο του 2011 στην Σιάτιστα.
Υπόθεση Άννυ: Ο πατέρας την τεμάχισε και την μαγείρεψε
Τον Απρίλιο του 2015 η εξαφάνιση της Άννυ κινητοποιεί τις αρχές. Η αποκάλυψη ότι ο πατέρας είναι ένοχος για τον θάνατό της και τον τεμαχισμό της δεν άργησε να έρθει, με τις αποκαλύψεις για το έγκλημα να φέρνουν στο φως της δημοσιότητας μία ακόμη παιδοκτονία απίστευτης αγριότητας.
Ο Στανισλάβ Μπακατζίεβ, πατέρας της 4χρονης Άννυ κατηγορείται ότι από κοινού, με τον φίλο του, Νικολάι Αχμεντόφ δολοφόνησαν και τεμάχισαν τη μικρή στο μικρό διαμέρισμα της Μιχαήλ Βόδα. Στη συνέχεια θα υποστηρίξει ότι την εντόπισε νεκρή στο σπίτι του όταν ξύπνησε και στον πανικό του -μετά από χρήση ναρκωτικών- την τεμάχισε και μαγείρεψε μέλη του παιδιού, προκειμένου όταν τα πετάξει στα σπουπίδια να φανούν ως αποφάγια και να καλύψει την αποτρόπαια πράξη του.
Η μητέρα του κοριτσιού αρχικά ισχυρίστηκε ότι την απήγαγε κάποια γνωστή της, αλλά στην συνέχεια άλλαξε την κατάθεση της.
Η απολογία του πατέρα της Άννυ
«Όλα ξεκίνησαν το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης του 2015. Ξύπνησα λίγο πριν τις 10 το πρωί. Η μικρή κοιμόταν δίπλα μου και μου έκανε εντύπωση γιατί ξύπναγε νωρίτερα και έπαιζε με το τηλεκοντρόλ για να με ξυπνήσει. Την κοίταξα, σηκώθηκα και κοίταξα το σφυγμό της. Τα χείλη της ήταν μπλε – μελανά και τα χέρια της ήταν σε ακαμψία. Προσπάθησα να τη σηκώσω αλλά ήταν πολύ βαριά. Έπαθα σοκ. Βγήκα από το δωμάτιο. Ο Νιλολάι ήταν στο διάδρομο και μου είπε “τι γίνεται;ˮ. Μπήκε στο δωμάτιο και αυτός για να διαπιστώσει το ίδιο. Έχουμε καταλάβει και οι δυο πως το παιδί έχει πεθάνει. Και τότε άρχισα να κλαίω, επειδή δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχε γίνει.
Την είχα βάλει να κοιμηθεί και τη βρήκα νεκρή. Ο Νικολάι μου είπε ότι δεν φταίω εγώ και τότε μου αποκάλυψε πως η μικρή είχε πρόβλημα με την κοιλιά της. Του το είχε πει λίγες ημέρες νωρίτερα, αλλά δεν μου το είπε για να μην ανησυχήσω. Όταν έπεσα για ύπνο το παιδί ήταν ζωντανό.
Πρόεδρος: Είχατε κάνει χρήση πριν κοιμηθείτε;
Κατηγορούμενος: Ναι, το απόγευμα κατά τις 5 – 6, πήρα 2 με 3 γραμμάρια.
Πρόεδρος: Τι πιστεύετε; Ποια ήταν η αιτία του θανάτου;
Κατηγορούμενος: Δεν μπορώ να πω. Δεν ξέρω και μέχρι σήμερα. Δεν μπορώ να το εξηγήσω.
Ο κατηγορούμενος είπε πως αμέσως μετά έκανε χρήση μεγάλης ποσότητας ηρωίνης: «Δεν θυμάμαι, 4 ή και περισσότερα γραμμάρια ηρωίνης. Τρεις ή τέσσερις φορές μέχρι λίγο πριν τις 12 το μεσημέρι».
«Ο Νικολάι μου είπε ότι δεν φταίω εγώ αλλά το παιδί κάτι είχε… Δεν έκανα τίποτα, δεν ήξερα που βρισκόμουν. Το σκέπασα με ένα πάπλωμα. Το άφησα εκεί για πολλές ώρες, μπορεί 16 -20 ώρες, δεν ξέρω (…) Ο Νικολάι μου είπε πως εγώ είχα την ευθύνη γιατί είμαι ναρκομανής και πρέπει να εξαφανίσω το παιδί. Είχα πάρει μεγάλη δόση ναρκωτικών. Ήμουν σοκαρισμένος, δεν είναι λίγο να δεις το παιδί σου νεκρό».
Πρόεδρος: Από το πρωί μέχρι τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας μιλήσατε με κάποιον άλλο;
Κατηγορούμενος: Όχι, μόνο με τον Νικολάι. Ήρθε για να πάρει τα ρούχα του για να πάει να τα πλύνει η μητέρα του. Με ρώτησε τι έχει γίνει με το παιδί και αν έχω κάνει αυτό που μου είπε.
Πρόεδρος: Δηλαδή;
Κατηγορούμενος: Να το τεμαχίσω.
Πρόεδρος: Ο Νικολάι σας το είπε αυτό;
Κατηγορούμενος: Ναι, πριν φύγει μου είπε να το τεμαχίσω γιατί έχω όλη την ευθύνη αφού είμαι ναρκομανής. Εκείνο το βράδυ δεν μπήκε μέσα ο Νικολάι.
Πρόεδρος: Όταν του είπατε πως δεν το έχετε τεμαχίσει, τι σας είπε ;
Κατηγορούμενος: Πως πρέπει να απαλλαγώ από το πτώμα.
Πρόεδρος: Γιατί έπρεπε να το τεμαχίσετε και να μην πάρετε το παιδί και να το πάτε σε μια τοποθεσία;
Κατηγορούμενος: Δεν ξέρω. Είχα πάρει πολλά ναρκωτικά και δεν ήξερα τι κάνω.
Πρόεδρος: Τι ώρα ξεκίνησε ο τεμαχισμός;
Κατηγορούμενος: Δεν θυμάμαι την ώρα. Κάπου μέσα στη νύχτα. Άρχισα Μεγάλη Παρασκευή προς Μεγάλο Σάββατο.
Πρόεδρος: Μπορείτε να περιγράψετε τη διαδικασία;
Κατηγορούμενος: Όχι.
Πρόεδρος: Είπατε πως θα μιλήσετε…
Κατηγορούμενος: Όχι, γιατί εγώ ο ίδιος δεν μπορώ να το συνειδητοποιήσω. Αυτά που έχω κάνει δεν μπορώ να τα χωνέψω. Δεν έχω βράσει το παιδί, έτσι όπως λέγεται. Δεν υπήρχε τρόπος να γίνει αυτό στο σπίτι. Μόνο ο τεμαχισμός.
Πρόεδρος: Υπήρχε ηλεκτρική κουζίνα;
Κατηγορούμενος: Όχι.
Πρόεδρος: Κατσαρόλα;
Κατηγορούμενος: Ναι, σε αυτή την κατσαρόλα έμπαιναν τέσσερις φτερούγες κοτόπουλου για το σκυλάκι. Δεν μαγειρεύαμε.
Πρόεδρος: Αρνείστε να μας πείτε τις λεπτομέρειες του τεμαχισμού του παιδιού;
Κατηγορούμενος: Δεν μπορώ … Νόμιζα ότι μπορώ.
Πρόεδρος: Είναι όλα γνωστά πλέον, έχουν γραφτεί στο βούλευμα.
Κατηγορούμενος: Δεν είναι κάτι κανονικό.
Πρόεδρος: Ντρέπεστε;
Κατηγορούμενος: Αισθάνομαι άσχημα. Δεν θέλω.
Πρόεδρος: Πότε ξεκινήσατε και πότε ολοκληρώσατε τη διαδικασία;
Κατηγορούμενος: Δεν ξέρω, χρειάστηκαν 2 – 3 μέρες. Από εκείνη την ώρα μέχρι τις 12 του μηνός. Από τα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής μέχρι το βράδυ του Πάσχα.
Πρόεδρος: Ο τεμαχισμός που έγινε;
Κατηγορούμενος: Στο χωλ του σπιτιού.
Πρόεδρος: Όλες τις ημέρες;
Κατηγορούμενος: Ναι. Δεν ήμουν καλά, δεν ήμουν ο εαυτός μου.
Πρόεδρος: Το παιδί το τοποθετήσατε σε κάποιο σταθερό αντικείμενο;
Κατηγορούμενος: Όχι, πάνω στο πάτωμα.
Πρόεδρος: Ολοκληρώθηκε με μαχαίρι ή με κάποιο πριόνι;
Κατηγορούμενος: Δεν είχαμε πριόνι. Με ένα μικρό μαχαίρι .
Πρόεδρος: Με το μαχαίρι σπάσανε τα κόκαλα;
Κατηγορούμενος: Δεν θέλω να πω.
Πρόεδρος: Θέλω να μας πείτε το γενικό περίγραμμα.
Κατηγορούμενος: Δεν μπορώ να πω.
Πρόεδρος: Το μαχαίρι ήταν πριονοτό;
Κατηγορούμενος: Όχι, ήταν κανονική η λάμα.
Πρόεδρος: Έχετε πει πως το αίμα πεταγόταν στο ταβάνι γιατί προσπαθούσατε να ξεκολλήσετε τα κόκαλα…
Κατηγορούμενος: Πεταγόταν, αλλά όχι στο ταβάνι. Στους τοίχους από το οστό που έσπασε πετάχτηκαν 2-3 σταγόνες στον τοίχο.
Πρόεδρος: Το παιδί το τεμάχισατε σε όρθια θέση ή σε οριζόντια;
Κατηγορούμενος: Δεν θυμάμαι τέτοιες λεπτομέρειες.
Πρόεδρος: Λεπτομέρειες είναι αυτές; Πώς δεν το θυμάστε αυτό το πράγμα. Εδώ στην ανάκριση έχετε πει όλες τις λεπτομέρειες…
Κατηγορούμενος: Δεν ξέρω, δεν μπορώ να πω. Δεν μπορώ να μιλήσω για τον τεμαχισμό. Δεν θυμάμαι…
Πρόεδρος: Δεν θυμάστε τον τεμαχισμό που διήρκησε τρεις ημέρες;
Κατηγορούμενος: Δεν ήμουν καλά. Δεν θα το έκανε αν ήμουν. Ήταν ξαπλωμένο… Το κόκαλο έσπασε στα δυο και από εκεί πετάχτηκαν αυτές οι σταγόνες.
Πρόεδρος: Αν ήταν ξαπλωμένο το αίμα είχε ανοδική πορεία… Σε ποιο σημείο του χωλ έγινε ο τεμαχισμός;
Κατηγορούμενος: Δεν κοίταζα το αίμα, δεν το σκεφτόμουν καν. Το μετακινούσα παντού.
Πρόεδρος: Η Άννυ τι ύψος είχε;
Κατηγορούμενος: Δεν ξέρω, δεν θυμάμαι.
Πρόεδρος: Κατά τη διάρκεια του τεμαχισμού κάνατε χρήση ναρκωτικών;
Κατηγορούμενος: Ναι, και πολύ. Πήρα από το Πεδίον του Άρεως και ο Νικολάι μου έφερνε ναρκωτικά το βράδυ.
Πρόεδρος: Πού βρήκατε τα χρήματα ;
Κατηγορούμενος: Πούλησα το τάμπλετ της μικρής.
Πρόεδρος: Κατά τη διάρκεια του τεμαχισμού σας επισκέφτηκε κανείς;
Κατηγορούμενος: Μόνο ο Νικολάι. Ερχόταν κάθε βράδυ.
Πρόεδρος: Είχε δει ο Νικολάι το διαμελισμένο σώμα;
Κατηγορούμενος: Όχι, δεν νομίζω. Αλλά εκεί ήταν.
Αναφερόμενος στο ρόλο που έπαιξε ο συγκατηγορούμενός του Νικολάι στην εξαφάνιση του πτώματος της 4χρονης, ο «Σάββας» ισχυρίστηκε πως δεν συμμετείχε στον τεμαχισμό, αλλά τον βοήθησε στον καθαρισμό του σπιτιού και πέταξε δυο σακούλες με μέλη του παιδιού.
Διευκρίνισε δε πως ο ίδιος δεν έθαψε κανένα μέλος του παιδιού, αλλά δεν μπορεί να πει το ίδιο και για τον Νικολάι, καθώς δεν το γνωρίζει. «Μου είπε να τεμαχίσω το παιδί, αλλά δεν μου έδωσε οδηγίες πως θα το κανω», είπε, χαρακτηριστικά. Μάλιστα εκτίμησε πως αν κάποιο μέλος της Άννυ είναι θαμμένο, θα βρίσκεται στο Πεδίον του Άρεως.
«Γνωρίζετε από ποιο σημείο του σώματος της μικρής ήταν τα μέλη που πέταξε ο Νικολάι;», ρώτησε ο πρόεδρος τον κατηγορούμενο και εκείνος απάντησε: «Ναι, αλλά δεν σας πω». Μάλιστα, ο κατηγορούμενος υποστήριξε πως ο Νικολάι τον εκβίασε, ζητώντας του 5000 – 6000 ευρώ για να μην πει στη γυναίκα του τι έκανε στο παιδί .
Πρόεδρος: Μήπως ήρθε η ώρα να μας πείτε τι συνέβη εκείνο το βράδυ; Αυτό θα δείξει την ειλικρινή σας μεταμέλεια.
Κατηγορούμενος: Δεν θέλω να κρύψω τίποτα, αν είχε γίνει κάτι θα το είχα πει. Είπα την αλήθεια για ο,τι έχω κάνει.
Πρόεδρος: Δεν αισθάνεστε την ανάγκη ή την υποχρέωση να μας πείτε κάτι;
Κατηγορούμενος: Όχι … Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω…
Πρόεδρος: Αισθάνεστε την ανάγκη να ζητήσετε συγνώμη;
Κατηγορούμενος: Ναι. Δεν έχω σκοτώσει το παιδί. Λυπάμαι για αυτό που έχω κάνει. Ζητώ απ’ όλους συγνώμη και ιδιαίτερα από τη γυναίκα μου, γιατί εκείνη μέχρι σήμερα δεν πιστεύει ότι έχω σκοτώσει το παιδί.
Οι ποινές
Στις 11 Οκτωβρίου 2016 Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, μετά από πολυήμερη δίκη ανακοίνωσε της επιβληθείσες ποινές στους κατηγορουμένους. Αναλυτικά, οι ποινές που επιβλήθηκαν, κατά συγχώνευση, από δικαστές και ενόρκους στους τέσσερις κατηγορουμένους για το φρικτό αυτό έγκλημα, ήταν ως εξής:
– Stanislav Bagatziev (Σάββας): Ισόβια κάθειρξη και ποινή φυλάκισης 3 έτη και 6 μήνες. Στον κατηγορούμενο επιβλήθηκε στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων και διατάχθηκε η απέλασή του αμέσως μετά την έκτιση της ποινής του ή την υφ όρων απόλυσή του, ενώ του απαγορεύθηκε η είσοδος στη χώρα για 10 έτη (εφόσον απελαθεί όταν αποφυλακιστεί).
-Nasiv Ahmedov (Νίκι): Ισόβια κάθειρξη και ποινή φυλάκισης ετών. Διατάχθηκε η απέλασή του από τη χώρα όταν αποφυλακιστεί και του απαγορεύθηκε η εισόδός του στην Ελλάδα για δέκα χρόνια.
– Dimitrina Borisova: Κάθειρξη έξι ετών με αναστολή και με τους εξής όρους: Εμφάνιση σε Αστυνομικό Τμήμα το πρώτο 5νθημερο κάθε μήνα και απαγορευση εξόδου από τη χώρα. Μετά την ανακοίνωση της απόφασης η μητέρα της Άννυ ζήτησε από το δικαστήριο να άρει την κατάσχεση για τα παιχνίδια της μικρής και να της τα αποδώσει, διότι όπως είπε ο συνήγορος της έχουν για εκείνη μεγάλη συναισθηματική αξία. Τα παιχνίδια αυτά τα είχε πουλήσει σύμφωνα με τη δικογραφία ο πατέρας της μικρής έναντι 50 ευρώ αμέσως μετά το φρικτό θάνατό της.
Στέλλα Εικοσιπεντάκη: Ο πατέρας της τη δολοφόνησε και την πέταξε στα σκουπίδια
Η 6χρονη Στέλλα Εικοσιπεντάκη βρήκε τραγικό θάνατο από τα χέρια του πατέρα της τον Απρίλιο του 2017. Ο 61χρονος συνταξιούχος αστυνομικός έκλεισε τη μύτη και τα χέρια του παιδιού με συνέπεια να φύγει από τη ζωή. Έπειτα την πέταξε σε κάδο σε κοντινή περιοχή από το σπίτι τους στην Αγία Βαρβάρα.
Ο πατέρας δήλωσε στο τοπικό Αστυνομικό Τμήμα ότι το παιδί του, το οποίο αντιμετώπιζε κινητικά προβλήματα εξαφανίστηκε από το σπίτι τους στην Αγία Βαρβάρα ενώ ο ίδιος κοιμόταν. Όπως υποστήριξε στους αστυνομικούς του Τμήματος Ασφαλείας Αγίας Βαρβάρας, ο 60χρονος πατέρας, το πρωί που ξύπνησε, δεν βρήκε στο κρεβάτι την κόρη του. Μάλιστα, ο ίδιος, αφού διαπίστωσε την εξαφάνιση της κόρης του, δεν επικοινώνησε αμέσως με την Αστυνομία, αλλά πήγε το δίδυμο αδερφάκι της στο σχολείο και στη συνέχεια ενημέρωσε τις Αρχές.
Η μητέρα των δυο παιδιών και σύζυγος του 61χρονου βρισκόταν στο νοσοκομείο για να κάνει μια επέμβαση. Ο πατέρας ισχυρίστηκε στους αστυνομικούς πως έχει προβλήματα υγείας και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, η οποία του προκαλεί λήθαργο και βαρύ ύπνο τις νυχτερινές ώρες.
Ο πατέρας της 6χρονης καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 20 ετών και έξι μηνών. Το δικαστήριο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, παρά την αντίθετη εισαγγελική πρόταση, και τον καταδίκασε για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και της περιύβρισης νεκρού.
Στην απολογία του ο 61χρονος είπε: «Έφυγα από νοσοκομείο, πήγα τα παιδιά στην κουμπάρα μου και μετά πήγα και ήπια ένα ποτήρι κρασί με έναν φίλο μου σε μια ταβέρνα. Στη συνέχεια, πήγα και πήρα τα παιδιά και γυρίσαμε σπίτι με το αυτοκίνητο. Έφτιαξα γάλα να πιουν και είχα τηλεφωνική επικοινωνία με τη σύζυγό μου. Μου είπε να κάνω τη μικρή μπάνιο. Ο Μάριος νύσταζε και πήγε για ύπνο. Της είπα να κάνουμε μπάνιο και είπε “δεν θέλω”. Αρχισε να κλαίει και να λέει “θέλω τη μαμά μου”. Της έκλεισα το στόμα για να μην κλαίει για να μην ξυπνήσει ο Μάριος και άθελα μου έγινε ό,τι έγινε. Δεν το κατάλαβα εκείνη τη στιγμή».
Μάλιστα, επέμεινε ότι, παρά το δάγκωμα του παιδιού του, δεν κατάλαβε ότι την πίεζε και είχε φράξει την αναπνοή της, με την πρόεδρο να σχολιάζει: «Είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς ότι όταν κάποιος κλείνει στόμα και μύτη γίνεται άθελά του». Σχετικά με τις ενέργειές του μετά το έγκλημα, όταν σκηνοθέτησε ληστεία στο σπίτι και την απαγωγή της μικρής, υποστήριξε ότι «ήμουν θολωμένος γι’ αυτό είπα ό,τι είπα».
Σχετικά με τις ενέργειές του μετά το έγκλημα, όταν σκηνοθέτησε ληστεία στο σπίτι και την απαγωγή της μικρής, υποστήριξε ότι «ήμουν θολωμένος γι’ αυτό είπα ό,τι είπα».
Δολοφονία 7χρονου στην Κυψέλη: Κουβαλούσε το πτώμα του σε εργαλειοθήκη
Πέντε χρόνια μετά τη διάπραξη του εγκλήματος αποκαλύφθηκε η δολοφονία του 7χρονου Ανδρέα στην Κυψέλη. Δράστης ο 33χρονος πατριός του παιδιού και η 29χρονη μητέρα του. Ο μεν 33χρονος κατηγορείται ότι οδήγησε το παιδί σε ασφυκτικό θάνατο, το 2017, βάζοντας μονωτική ταινία στο στόμα του, η δε μητέρα ότι δεν έκανε τίποτα για το σώσει το γιο της βλέποντάς τον να υποφέρει και να αφήνει μαρτυρικά την τελευταία του πνοή. Αντίθετα, τις στιγμές εκείνες φέρεται να έπαιζε παιχνίδι στον υπολογιστή ενώ για πέντε ολόκληρα χρόνια έκρυβε μαζί με το σύντροφό της τη φρικιαστική αλήθεια.
Ότι δηλαδή, αμέσως μετά το θάνατο του παιδιού, ο σύντροφός της πήρε τη σωρό του και την τοποθέτησε σε μια τσιμεντένια λάρνακα που έφτιαξε στη ταράτσα του σπιτιού που έμεναν στη Κυψέλη. Όταν μάλιστα αναγκάστηκαν να φύγουν από το σπίτι αυτό, ο 33χρονος έβαλε τα οστά του παιδιού μέσα σε μια εργαλειοθήκη και τα μετέφερε μαζί του. Όλα αυτά τα χρόνια η 29χρονη, έλεγε σε όλους όσοι τη ρώταγαν για τον γιο της, ότι ζει πλέον μόνιμα με τον βιολογικό του πατέρα στην Πολωνία.
Σύμφωνα με μαρτυρίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, ο άτυχος Ανδρέας όπως και η αδελφή του, ζούσαν έναν συνεχή εφιάλτη στα χέρια των δυο κατηγορουμένων.
Υποσιτισμός, ασιτία και βία, σημάδεψαν τις παιδικές ψυχές τους, με την αδελφή μάλιστα του 7χρονου να πηγαίνει στο σχολείο έχοντας στο σώμα της εμφανή τα σημάδια της κακοποίησης. Οι δάσκαλοί της όταν είδαν τις μώλωπες στο σώμα της ειδοποίησαν τις αρχές και ευτυχώς η μικρή -που φέρεται να αναζητούσε τον αδελφό της καθώς είχε ενημερώσει τη δασκάλα της- δόθηκε σε ανάδοχη οικογένεια.
Τι είχε πει στην ομολογία του ο δράστης
Ότι ήθελε να τιμωρήσει το παιδί είχε υποστηρίξει στην ομολογία του ο δράστης της δολοφονίας του 7χρονου στην Κυψέλη. «Του μιλούσα και του έλεγα να σταματήσει να με κοροϊδεύει. Αυτός όμως έκλεισε τα αυτιά του με τα χέρια και άρχισε να τραγουδάει δυνατά θέλοντας να καλύψει με την ένταση της φωνής του, τη δική μου και να μου δείξει ότι δεν με ακούει. Έλεγε συνεχώς λα, λα, λα. Αυτό το έκανε πάντα όταν τον τιμωρούσαν και ήξερε ότι με εκνευρίζει», δήλωσε ο 33χρονος Πολωνός, ο οποίος έθαψε το παιδί σε έναν αυτοσχέδιο τάφο στο μπαλκόνι και όταν αργότερα άλλαξαν σπίτι, πήρε τα οστά σε μία εργαλειοθήκη.
«Έσπασα τον τάφο με ένα κομπρεσέρ και στη συνέχεια έβαλα το αγόρι σε μία εργαλειοθήκη. Δεν μπόρεσα να δω σε τι κατάσταση ήταν ο Ανδρέας, γιατί το σώμα του το είχα τυλίξει σε υφάσματα. Την εργαλειοθήκη αυτή την είχα κλειδωμένη με μία κλειδαριά και τον έπαιρνα μαζί μου, όπου και να πήγαινα.
Επειδή ήθελα να τον τιμωρήσω, για να καταλάβει πως δεν πρέπει να συμπεριφέρεται έτσι, του έκλεισα το στόμα απότομα, με μία μονωτική ταινία που είχα για τη δουλειά μου. Του εξήγησα μάλιστα, πως όταν ηρεμήσει, τότε θα τη βγάλω. Μετά πήγα στο δεύτερο υπολογιστή που έχουμε, για να εκτυπώσω κάτι εργασίες της αδερφής του και είδα τον Ανδρέα καθιστό στο πάτωμα.
Δεν θεώρησα ότι έπαθε κάτι και συνέχισα να μην δίνω σημασία. Λίγο αργότερα που συνειδητοποίησα ότι ο μικρός είχε ώρα να κουνηθεί, γύρισα να δω αν είναι καλά και τότε κατάλαβα ότι δεν αναπνέει», είπε ο 33χρονος.
Πριν από λίγες ημέρες ο 33χρονος αυτοκτόνησε στις φυλακές Κέρκυρας, όπου είχε προφυλακιστεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.