Οι μεγαλύτεροι και πιο καταστροφικοί σεισμοί της Ελλάδας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα!
Ο ΙΣΧΥΡΟΤΕΡΟΣ ΜΕ 8 ΡΙΧΤΕΡ ΣΤΗ ΡΟΔΟ
Η Ελλάδα, με βάση τα στατιστικά στοιχεία, από άποψη σεισμικότητας, κατέχει την πρώτη θέση στη Μεσόγειο και την Ευρώπη...
και την έκτη θέση σε παγκόσμιο επίπεδο, μετά την Ιαπωνία, Νέες Εβρίδες, Περού, νησιά Σολομώντα και Χιλή.
Οι περιοχές οι οποίες έχουν μάθει να ζουν με τους σεισμούς είναι το Νότιο Ιόνιο και η Πελοπόννησος, ενώ σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία -παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα ευρισκόμενη ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία, συνθλίβεται από τις δύο τεκτονικές πλάκες και παρουσιάζει σεισμική διέγερση- δεν έχουν σημειωθεί μεγάλες καταστροφές σε σχέση με αντίστοιχης κλίμακας σεισμούς σε άλλες χώρες.
Η μεγαλύτερη σεισμική δόνηση στην Ελλάδα τα τελευταία εκατό χρόνια είναι ο σεισμός μεγέθους 7.2R που έγινε στις 12 Αυγούστου 1953 στη Κεφαλονιά.
Η χρονιά αυτή έφερε μεγάλα σεισμικά πλήγματα στο Ιόνιο πέλαγος. Στις 7 Αυγούστου έγινε η πρώτη δόνηση αισθητή σε Κεφαλληνία και Ιθάκη. Στις 10 Αυγούστου γίνεται επιπλέον αισθητός ο σεισμός και στη Ζάκυνθο. Οι σεισμικές δονήσεις συνεχίστηκαν. Στις 12 Αυγούστου στις 09:29 έγινε ένας σεισμός και μετά λίγη ώρα στις 11:20 άλλος ένας. Αυτοί οι δύο κατέστρεψαν εξολοκλήρου το Αργοστόλι και το Ληξούρι. Ο απολογισμός ήταν 476 νεκροί, 2.412 τραυματίες και τεράστιες υλικές καταστροφές.»Σε σύνολο 33.000 σπιτιών που υπήρχαν τότε στα νησιά αυτά, υπήρξαν 27.659 καταρρεύσεις, σοβαρές υλικές ζημιές σε 2.780 σπίτια και ελαφρές σε 2.394 σπίτια». Αυτά αναφέρονται μεταξύ άλλων στο βιβλίο «Οι σεισμοί της Ελλάδας» των κ. Βασίλη και Κατερίνα Παπαζάχου.
Εικ.1 Η ολοσχερώς κατεστραμμένη εκκλησία της Παναγίας της Φανερωμένης στη Ζάκυνθο από το φοβερό σεισμό της Κεφαλονίας το 1953
Με βάση την εκδήλωση του φαινομένου κατά χρονολογική σειρά οι ισχυρότεροι σεισμοί ήταν αυτός στον Άγιο Ευστράτιο μεγέθους 7,1 Ρίχτερ (19-2-1968) με 20 νεκρούς και την κατάρρευση 175 κτιρίων, ο σεισμός στο χωριό Στίβο Θεσσαλονίκης 6,5 Ρίχτερ (20-6-1978) με 45 νεκρούς και 9.480 κτίρια της ευρύτερης περιοχής με σοβαρές βλάβες, ο σεισμός στον Αλμυρό του Βόλου 6,5 Ρίχτερ (9-7-1980), χωρίς νεκρούς αλλά με 5.333 κτίρια κατεστραμμένα σε Μαγνησία, Φθιώτιδα και Θεσσαλία. Έναν χρόνο μετά έχουμε το σεισμό των 6,7 Ρίχτερ στις Αλκυονίδες (24-2-1981) με 20 νεκρούς, 500 τραυματίες και 22.554 κτίρια με μεγάλες ζημιές στις περιοχές της Κορινθίας, Βοιωτίας, Αττικής, Φωκίδας και Εύβοιας. Στις 13-6-1986 εκδηλώνεται ο πολύκροτος σεισμός της Καλαμάτας (6 Ρίχτερ) με 20 νεκρούς, δεκάδες τραυματίες, χιλιάδες αστέγους και πάνω από 9.000 κτίρια να έχουν κριθεί κατεδαφιστέα. Μόλις το 28% των κτιρίων της Καλαμάτας έμεινε ανέπαφο.
Εικ. 2 Τα συντρίμια της οικοδομής που κατέρρευσε στην πλατεία Ιπποδρομίου στη Θεσσαλονίκη από το μεγάλο σεισμό 6.5R το 1978
Εικοσιέξι νεκρούς και μεγάλες ζημιές άφησε και ο σεισμός στο Αίγιο (6,1 Ρίχτερ) στις 15-6-1995 ενώ ο σεισμός με τους περισσότερους τραυματίες τα τελευταία χρόνια (1.600) ήταν αυτός της Πάρνηθας στις 7-9-1999. Ο απολογισμός του σεισμού αυτού (μεγέθους 5.9R) που συγκλόνισε την πρωτεύουσα ήταν 143 νεκροί, εκτεταμένες ζημιές ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι 85 άτομα απεγκλωβίστηκαν ζωντανά από τα συντρίμμια.
Μπορεί ο σεισμός στην Κεφαλλονιά να ήταν ο πιο τραγικός, αλλά σε επίπεδο ρίχτερ, ο μοναδικός σεισμός που έχει φτάσει τα 8 και έχει καταχωρηθεί ως τον πιο δυνατό σεισμό στη σύγχρονη Ελλάδα, είναι αυτός της Ρόδου, το 1926. Ο σεισμός κατέστρεψε εντελώς τον Αρχάγγελο της Ρόδου ενώ πολύ ισχυρός ήταν στο Ηράκλειο στη Μικρά Ασία, στην Αλεξάνδρεια, στο Κάιρο ενώ έγινε αισθητός στην Ανατολική Ιταλία, Σκόπια, Κωνσταντινούπολη, Κύπρο κ.α. Συνολικά κατέρρευσαν 3.200 σπίτια ενώ 550 έπαθαν ανεπανόρθωτες βλάβες. Ενώ το αρχαιολογικό μουσείο της Ρόδου έπαθε σημαντικές ζημιές. Οι τραυματίες δεν υπολογίζονται και οι νεκροί ήταν περίπου μια ντουζίνα.
Ακόμα ένας ισχυρός σεισμός σημειώθηκε στη Χαλκιδική το 1932, όπου οι τραυματίες άγγιξαν το μέγεθος των 669 ατόμων, ενώ οι νεκροί ξεπέρεσαν τους 160. Οι δύο μετασεισμοί που ακολούθησαν μετά τον κύριο των 7 ρίχτερ, είχαν ως αποτέλεσμα την καταστροφή του Στρατωνίου και της Ιερισσού, ενώ συνολικά 4.106 σπίτια κατέρρευσαν και άλλα 3.218 υπέστησαν σοβαρότατες βλάβες. Μεγάλη καταστροφή και στο Άγιον Όρος στο οποίο μόνο 2 μονές άντεξαν.
Δείτε παρακάτω τον πίνακα με τους ισχυρότερους σεισμούς της Ελλάδας όπως τους καταγράφει το earthquakes.gr
1. 26/6/1926, Ρόδος, Αρχάγγελος, 8 Ρίχτερ
2. 11/8/1903, Κύθηρα, Μιτάτα, 7.9 Ρίχτερ
3. 8/11/1905, Χαλκιδική, Αθως, 7.5 Ρίχτερ
4. 9/7/1956, Αμοργός, Ποταμός, 7.5 Ρίχτερ
5. 30/8/1926, Σπάρτη, 7.2 Ρίχτερ
6. 30/8/1926, Πελοπόνησος, Σπάρτη, 7.2 Ρίχτερ
7. 12/8/1953, Κεφαλλονιά, Αργοστόλι, 7.2 Ρίχτερ
8. 25/4/1957, Ρόδος, Ρόδος, 7.2 Ρίχτερ
9. 19/2/1968, Αγιος Ευστράτιος, 7.1 Ρίχτερ
10. 26/9/1932, Χαλκιδική, Ιερισσός, 7 Ρίχτερ
11. 25/2/1935, Λασίθι, Ανόγια, 7 Ρίχτερ
12. 6/10/1947, Μεσσηνία, Πυλία, 7 Ρίχτερ
13. 30/4/1954, Καρδίτσα, Σοφάδες, 7 Ρίχτερ
14. 18/2/1910, Κρήτη, Χανιά, 6.9 Ρίχτερ
15. 11/8/1904, Σάμος, Σάμος, 6.8 Ρίχτερ
16. 24/1/1912, Κεφαλλονιά, Ασπρογέρακας, 6.8 Ρίχτερ
17. 31/3/1965, Αιτωλία, Αγρίνιο, 6.8 Ρίχτερ
18. 13/8/1992, Κρήτη, Ζάκρο, 6.8 Ρίχτερ
19. 7/8/1915, Ιθάκη, Ιθάκη, 6.7 Ρίχτερ
20. 23/8/1949, Χίος, Καρδάμυλα, 6.7 Ρίχτερ
21. 24/2/1981, Αλκιονίδες, Περαχώρα, 6.7 Ρίχτερ
22. 24/2/1981, Αλκιονίδες, Περαχώρα, 6.7 Ρίχτερ
23. 5/7/1902, Θεσσαλονίκη, Ασσυρος, 6.6 Ρίχτερ
24. 20/6/1978, Θεσσαλονίκη, Στίβος, 6.5 Ρίχτερ
25. 1/5/1967, Ιωάννινα-Αρτα, 6.4 Ρίχτερ
26. 22/4/1928, Κόρινθος, Κόρινθος, 6.3 Ρίχτερ
27. 5/2/1966, Λίμνη Κρεμαστών, Πετράλωνα, 6.2 Ρίχτερ
28. 15/6/1995, Αίγιο, Αίγιο, 6.1 Ρίχτερ
29. 7/9/1999, Αθήνα, Πάρνηθα, 6.1 Ρίχτερ
30. 17/10/1914, Βοιωτία, Θήβα, 6 Ρίχτερ
31. 17/5/1930, Κόρινθος, Σαρικό, 6 Ρίχτερ
32. 20/7/1938, Αττική, Ωρωπός, 6 Ρίχτερ
33. 13/9/1986, Καλαμάτα, Καλαμάτα, 6 Ρίχτερ
2. 11/8/1903, Κύθηρα, Μιτάτα, 7.9 Ρίχτερ
3. 8/11/1905, Χαλκιδική, Αθως, 7.5 Ρίχτερ
4. 9/7/1956, Αμοργός, Ποταμός, 7.5 Ρίχτερ
5. 30/8/1926, Σπάρτη, 7.2 Ρίχτερ
6. 30/8/1926, Πελοπόνησος, Σπάρτη, 7.2 Ρίχτερ
7. 12/8/1953, Κεφαλλονιά, Αργοστόλι, 7.2 Ρίχτερ
8. 25/4/1957, Ρόδος, Ρόδος, 7.2 Ρίχτερ
9. 19/2/1968, Αγιος Ευστράτιος, 7.1 Ρίχτερ
10. 26/9/1932, Χαλκιδική, Ιερισσός, 7 Ρίχτερ
11. 25/2/1935, Λασίθι, Ανόγια, 7 Ρίχτερ
12. 6/10/1947, Μεσσηνία, Πυλία, 7 Ρίχτερ
13. 30/4/1954, Καρδίτσα, Σοφάδες, 7 Ρίχτερ
14. 18/2/1910, Κρήτη, Χανιά, 6.9 Ρίχτερ
15. 11/8/1904, Σάμος, Σάμος, 6.8 Ρίχτερ
16. 24/1/1912, Κεφαλλονιά, Ασπρογέρακας, 6.8 Ρίχτερ
17. 31/3/1965, Αιτωλία, Αγρίνιο, 6.8 Ρίχτερ
18. 13/8/1992, Κρήτη, Ζάκρο, 6.8 Ρίχτερ
19. 7/8/1915, Ιθάκη, Ιθάκη, 6.7 Ρίχτερ
20. 23/8/1949, Χίος, Καρδάμυλα, 6.7 Ρίχτερ
21. 24/2/1981, Αλκιονίδες, Περαχώρα, 6.7 Ρίχτερ
22. 24/2/1981, Αλκιονίδες, Περαχώρα, 6.7 Ρίχτερ
23. 5/7/1902, Θεσσαλονίκη, Ασσυρος, 6.6 Ρίχτερ
24. 20/6/1978, Θεσσαλονίκη, Στίβος, 6.5 Ρίχτερ
25. 1/5/1967, Ιωάννινα-Αρτα, 6.4 Ρίχτερ
26. 22/4/1928, Κόρινθος, Κόρινθος, 6.3 Ρίχτερ
27. 5/2/1966, Λίμνη Κρεμαστών, Πετράλωνα, 6.2 Ρίχτερ
28. 15/6/1995, Αίγιο, Αίγιο, 6.1 Ρίχτερ
29. 7/9/1999, Αθήνα, Πάρνηθα, 6.1 Ρίχτερ
30. 17/10/1914, Βοιωτία, Θήβα, 6 Ρίχτερ
31. 17/5/1930, Κόρινθος, Σαρικό, 6 Ρίχτερ
32. 20/7/1938, Αττική, Ωρωπός, 6 Ρίχτερ
33. 13/9/1986, Καλαμάτα, Καλαμάτα, 6 Ρίχτερ
Η Ελλάδα όμως έχει μια μεγάλη ιστορία στους σεισμούς. Για την ιστορία, ας αναφέρουμε σειχμούς της αρχαιότητας, όπως καταγράφησαν από ιστορικούς μερικά χρόνια μετά Χριστόν.
1. «Mεγάλος σεισμός έγινε τη νύχτα της 21ης Iουλίου σ’ όλη τη Γη», αναφέρει ο ιστορικός Θεοφάνης για τον μεγαλύτερο σεισμό της Mεσογείου, μεγέθους 8,2 Pίχτερ που έγινε το 365 μ.X. στο ρήγμα της Eλαφονήσου.
2. «Στην Aλεξάνδρεια, το θαλάσσιο κύμα σήκωσε τόσο ψηλά τα πλοία που ήταν προσορμισμένα στο λιμάνι, ώστε έφτασαν στις ψηλές οικοδομές και τα τείχη και έπεσαν μέσα στις αυλές και στα δωμάτια. Kατόπιν υπαναχώρησε η θάλασσα και έμειναν στην ξηρά. Oι κάτοικοι έτρεξαν για να κάνουν πλιάτσικο, να αρπάξουν τα φορτία των πλοίων, αλλά το θαλάσσιο κύμα επανήλθε και τους έπνιξε όλους. Aλλοι ναυτικοί διηγούνται ότι την ημέρα εκείνη και ενώ βρίσκονταν στο μέσο της Aδριατικής, ξαφνικά κάθισε το πλοίο στον πυθμένα της θάλασσας και ύστερα από κάμποση ώρα επανήλθε το νερό και έτσι επέπλευσαν».
3. O Kεδρηνός προσθέτει ότι το κύμα υποχώρησε στο λιμάνι της Aλεξάνδρειας και τα πλοία έμειναν στην ξηρά. «Eτρεξε τότε περίεργο πλήθος να δει το παράδοξο θέαμα, αλλά το κύμα επανήλθε και καταποντίστηκαν πέντε χιλιάδες άνθρωποι. Σε Kρήτη, Aχαΐα, Bοιωτία, Hπειρο και Σικελία πολλά μέρη χάθηκαν επειδή η θάλασσα ανέβηκε και τα πλημμύρισε. Πλοία εκσφενδονίστηκαν πάνω στα βουνά μέχρι και εκατό στάδια».
4. Eνας άλλος ιστορικός, ο Xιώτης, αναφέρει ότι «οι κορυφές του Tαϋγέτου ράγισαν, ο ναός του Δία στην Oλυμπία γκρεμίστηκε, το ίδιο και κτίρια, τείχη, οχυρώματα και στήλες», ενώ, επικαλούμενος τον παλαιότερο ιστορικό Γίββωνα, γράφει ότι «σείστηκε το μεγαλύτερο μέρος του ρωμαϊκού κόσμου και τα μεγάλα κύματα κατέπνιξαν τους κατοίκους στα παράλια της Δαλματίας, της Eλλάδας και της Aιγύπτου».
5. Στις 7 Oκτωβρίου του 1650, ισχυρός σεισμός μεγέθους 6,8 Pίχτερ, στη Σαντορίνη, για τον οποίο υπάρχουν μαρτυρίες των ιστορικών Perry, Mallet, Siemberg, Aντωνόπουλου και Bέη.«Oι δονήσεις άρχισαν το 1649 και συνοδεύονταν από πρωτοφανή άνοδο της θερμοκρασίας. Στις 14 Σεπτεμβρίου άρχισαν νέες δονήσεις μέχρι το τέλος του μηνός και κορυφώθηκαν μεταξύ 27 και 29 Σεπτεμβρίου, οπότε έγινε και η πιο βίαιη», αναφέρεται.
«Συνοδεύονταν από υπόγεια ηφαιστειακή έκρηξη με μεγάλη ποσότητα σποδού που μόλις έφτανε στην επιφάνεια του νερού. Σχηματίστηκε νησίδα με κρατήρα από όπου εκσφενδονίζονταν πελώριοι πυρακτωμένοι λίθοι, άφθονο πυροκλαστικό υλικό και κυρίως ηφαιστειακή σποδός. H ηφαιστειακή τέφρα μεταφέρθηκε μέχρι τη Mικρά Aσία όπου κάλυψε τα φύλλα των δένδρων με ένα λεπτό στρώμα. Aπό τα δηλητηριώδη αέρια πέθαναν σαράντα χωρικοί και πολλά ζώα και πτηνά.
Aρκετά κατοικίδια ζώα έχασαν το φως τους για 8–9 μέρες. Eνα πλοίο που παρέπλεε το ακρωτήρι Kολούμπο ακινητοποιήθηκε από την ελαφρόπετρα που έπλεε και το εννεαμελές πλήρωμά του βρήκε τραγικό θάνατο. Tο θαλάσσιο κύμα που δημιουργήθηκε έφτασε τα 30 μέτρα στη δυτική ακτή της Πάτμου. Στη Σίκινο, η θάλασσα υποχώρησε 180 μέτρα. Στη Σαντορίνη, καταστράφηκαν σπίτια και σε περισσότερα από 200 κατέρρευσαν οι θολωτές στέγες. H δόνηση έγινε αισθητή μέχρι την Kωνσταντινούπολη.
Στις 6 Oκτωβρίου η έκρηξη άρχισε να ελαττώνεται. Στις 4 Nοεμβρίου παρατηρήθηκε νέα έξοδος καπνού, ενώ στις 6 Δεκεμβρίου έρχισε η αποκατάσταση της ησυχίας. Eγινε κατάδυση της ηφαιστειογενούς νησίδας και στη θέση της παρέμεινε από τότε ο ύφαλος σε βάθος 18 μέτρων που ονομάστηκε Kολούμπος».
Παράπονα Ρόδου
Συναγερμός από τους σεισμολόγους: Θα γίνει ισχυρός σεισμός στην Ελλάδα
«Καμπανάκι» για ισχυρό σεισμό που αναμένεται να πλήξει τη χώρα μας «χτυπούν» οι σεισμολόγοι.
Μετά το δυνατό σεισμό που σημειώθηκε το πρωί της Τετάρτης (28/09/2016) στη Μεσσηνία οι ειδικοί επιστήμονες προειδοποιούν πως στην Ελλάδα αναμένεται ισχυρό χτύπημα του «Εγκέλαδου», χωρίς ωστόσο να προσδιορίζουν το πότε και το πού.
Ο Διευθυντής Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αστεροσκοπείου Αθηνών, Άκης Τσελέντης ανάφερε ότι η χώρα μας έχει μαζέψει πολύ ενέργεια. «Θα έχουμε ισχυρό σεισμό. Δεν λέω αύριο, μπορεί 6, μπορεί και 6,5 Ρίχτερ», είπε χαρακτηριστικά μιλώντας στο Star, ενώ για το θέμα τοποθετήθηκαν κι άλλοι σεισμολόγοι.
Δείτε το βίντεο με τις προειδοποιήσεις των σεισμολόγων.
Μετά το δυνατό σεισμό που σημειώθηκε το πρωί της Τετάρτης (28/09/2016) στη Μεσσηνία οι ειδικοί επιστήμονες προειδοποιούν πως στην Ελλάδα αναμένεται ισχυρό χτύπημα του «Εγκέλαδου», χωρίς ωστόσο να προσδιορίζουν το πότε και το πού.
Ο Διευθυντής Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αστεροσκοπείου Αθηνών, Άκης Τσελέντης ανάφερε ότι η χώρα μας έχει μαζέψει πολύ ενέργεια. «Θα έχουμε ισχυρό σεισμό. Δεν λέω αύριο, μπορεί 6, μπορεί και 6,5 Ρίχτερ», είπε χαρακτηριστικά μιλώντας στο Star, ενώ για το θέμα τοποθετήθηκαν κι άλλοι σεισμολόγοι.
Δείτε το βίντεο με τις προειδοποιήσεις των σεισμολόγων.
Παπαζάχος: Περιμένουμε πάντοτε μεγάλους σεισμούς στην Ελλάδα
Σεισμούς θα έχουμε. Είτε το θέλουμε, είτε όχι
Μετά τον πρόσφατο καταστροφικό σεισμό στην Ιταλία ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος μιλάει στο περιοδικό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, Πρακτορείο για τον άσπονδο φίλο της Ελλάδας, τον Εγκέλαδο. Ο καθηγητής συνιστά ψυχραιμία, δεδομένου ότι ο σεισμός και ειδικά στη χώρα μας “είναι ότι πιο φυσιολογικό”, ενώ διαβεβαιώνει ότι τα Ρίχτερ στη γείτονα δεν μπορούν να μας επηρεάσουν.
Κάθε μέρα οι Έλληνες …κουνιόμαστε. Τι ακριβώς εννοούμε; Περίπου 30-50 σεισμικές δονήσεις καταγράφονται στους σεισμολογικούς σταθμούς της χώρας και εντοπίζονται σε διάφορες περιοχές. Μόνο που ευτυχώς είναι μικρής έντασης, τις περισσότερες φορές ούτε τις αντιλαμβανόμαστε. Εξάλλου, «η σεισμικότητα στην Ελλάδα είναι σταθερά υψηλή εδώ και εκατομμύρια έτη. Αποτελεί επιστημονικό, αλλά και κοινωνικό παραλογισμό να νομίζουμε ότι αυτό θα αλλάξει τα επόμενα έτη» ξεκαθαρίζει ο καθηγητής Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Κώστας Παπαζάχος.
«Είναι ό,τι πιο φυσιολογικό συμβαίνει» προσθέτει με απόλυτη ψυχραιμία και ηρεμία. Μπορεί για όλους εμάς ένας σεισμός να προκαλεί φόβο, άγνωστο, ανασφάλεια, να αισθανόμαστε απροστάτευτοι, ανυπεράσπιστοι και ευάλωτοι, ωστόσο οι ειδικοί επιστήμονες τον σεισμό τον ερμηνεύουν εντελώς διαφορετικά. Όπως μας εξηγεί ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ, «με τον όρο σεισμό περιγράφουμε τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος τη σεισμική κίνηση, δηλαδή τη σεισμική δόνηση ή αλλιώς σεισμικό κραδασμό που νοιώθουν οι άνθρωποι, όταν τα σεισμικά κύματα φτάνουν εκεί που κατοικούν. Από τις αρχές του 20ου αιώνα που γνωρίζουμε ότι οι σεισμοί οφείλονται στην απότομη κίνηση της Γης σε ρήγματα, δηλαδή σε μεγάλες «ρωγμές» κυρίως στα πρώτα 40χιλιόμετρα του φλοιού της Γης, ο όρος σεισμός καταχρηστικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη σεισμική εστία, δηλαδή το σημείο που γεννιούνται τα σεισμικά κύματα στο ρήγμα. Η πραγματική έννοια, όμως, της λέξης αφορά τη δόνηση και όχι την αιτία. Έτσι όταν το σπίτι μας δονείται λόγω π.χ. μίας τεχνητής έκρηξης (π.χ. από τεχνικά έργα) ή ακόμα και όταν περνάει κοντά ένα μεγάλο όχημα (π.χ. φορτηγό) και αυτό είναι σεισμός! Φυσικά οι πιο ισχυροί σεισμοί γεννιούνται μόνο στα φυσικά ρήγματα, που σε ακραίες περιπτώσεις φτάνουν (π.χ. σεισμός Σουμάτρας) και τα 1000 χιλιόμετρα μήκος».
Ευτυχώς, ξεχνάμε!
Το θέμα, όμως, είναι αν εμείς έχουμε συνηθίσει να ζούμε με τους σεισμούς ή τα τελευταία χρόνια το έχουμε κάπως ξεχάσει; «Μάλλον το έχουμε ξεχάσει σε μεγάλο βαθμό» μας απαντά αμέσως, ο κ. Παπαζάχος. Κι αυτό όπως μας εξηγεί «αυτό οφείλεται σε δύο παράγοντες, ένα μόνιμο και ένα προσωρινό. Ο μόνιμος παράγοντας είναι το γεγονός ότι οι καταστρεπτικοί σεισμοί στη χώρα μας είναι μία φυσική καταστροφή, η οποία συμβαίνει ανά σχετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα σε κάθε περιοχή, της τάξης των δεκαετιών ή και περισσότερο. Η συχνότητα αυτή είναι μεγαλύτερη από άλλα φυσικά φαινόμενα που μας απειλούν ή επηρεάζουν τη ζωή μας(π.χ. πλημμύρες, πυρκαγιές, κλπ.) με αποτέλεσμα να ‘’ξεχνάμε’’ τον υπαρκτό και σοβαρό σεισμικό κίνδυνο. Ο προσωρινός λόγος οφείλεται στην παρούσα οικονομική κρίση, η οποία θέτει άλλα, πιο πιεστικά θέματα στην πολιτεία και την κοινωνία, με αποτέλεσμα τα μέτρα και δράσεις πρόληψης να ξεχνιούνται, μπροστά στα πιο επείγοντα και άμεσα οικονομικά προβλήματα».
«Μεγάλους σεισμούς περιμένουμε πάντοτε στην Ελλάδα»
Εμείς μπορεί να ξεχνάμε και ορθώς πράττουμε βέβαια, οι σεισμολόγοι όμως τι κάνουν; Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι σεισμολόγοι παρατηρούν, κρίνουν, διαπιστώνουν και τέλος, ξέρουν. Γνωρίζουν το πότε, το πού, αλλά δεν μας το ανακοινώνουν, δεν μας το γνωστοποιούν. Κρύβεται κάτι πίσω από την καταγραφή ασθενών ή ισχυρών δονήσεων από τους σεισμογράφους; «Θα πρέπει να τονιστεί ότι σήμερα δεν υπάρχει η επιστημονική γνώση να ξέρουμε με την επιθυμητή ακρίβεια το πού και πότε θα γίνει σεισμός. Γνωρίζουμε όμως με αρκετή ακρίβεια τις αναμενόμενες βλάβες σε επίπεδο 50ετίας στον ελληνικό χώρο και η γνώση αυτή έχει ενσωματωθεί στους ισχύοντες αντισεισμικούς κανονισμούς. Άρα υπάρχει επαρκής προστασία από τους ισχυρούς σεισμούς, αρκεί να χτίζουμε σπίτια με τη σωστή αντισεισμική προστασία» διευκρινίζει ο κ. Παπαζάχος.
Όσο για το τι θα συμβεί στην Ελλάδα και τι πρέπει να περιμένουμε ο καθηγητής Γεωφυσικής υπογραμμίζει ότι «στην Ελλάδα έχουμε κατά μέσο όρο ένα σεισμό με μέγεθος 6.3 ή μεγαλύτερο.
Σεισμούς θα έχουμε. Είτε το θέλουμε, είτε όχι
Μετά τον πρόσφατο καταστροφικό σεισμό στην Ιταλία ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος μιλάει στο περιοδικό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, Πρακτορείο για τον άσπονδο φίλο της Ελλάδας, τον Εγκέλαδο. Ο καθηγητής συνιστά ψυχραιμία, δεδομένου ότι ο σεισμός και ειδικά στη χώρα μας “είναι ότι πιο φυσιολογικό”, ενώ διαβεβαιώνει ότι τα Ρίχτερ στη γείτονα δεν μπορούν να μας επηρεάσουν.
Κάθε μέρα οι Έλληνες …κουνιόμαστε. Τι ακριβώς εννοούμε; Περίπου 30-50 σεισμικές δονήσεις καταγράφονται στους σεισμολογικούς σταθμούς της χώρας και εντοπίζονται σε διάφορες περιοχές. Μόνο που ευτυχώς είναι μικρής έντασης, τις περισσότερες φορές ούτε τις αντιλαμβανόμαστε. Εξάλλου, «η σεισμικότητα στην Ελλάδα είναι σταθερά υψηλή εδώ και εκατομμύρια έτη. Αποτελεί επιστημονικό, αλλά και κοινωνικό παραλογισμό να νομίζουμε ότι αυτό θα αλλάξει τα επόμενα έτη» ξεκαθαρίζει ο καθηγητής Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Κώστας Παπαζάχος.
«Είναι ό,τι πιο φυσιολογικό συμβαίνει» προσθέτει με απόλυτη ψυχραιμία και ηρεμία. Μπορεί για όλους εμάς ένας σεισμός να προκαλεί φόβο, άγνωστο, ανασφάλεια, να αισθανόμαστε απροστάτευτοι, ανυπεράσπιστοι και ευάλωτοι, ωστόσο οι ειδικοί επιστήμονες τον σεισμό τον ερμηνεύουν εντελώς διαφορετικά. Όπως μας εξηγεί ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ, «με τον όρο σεισμό περιγράφουμε τον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος τη σεισμική κίνηση, δηλαδή τη σεισμική δόνηση ή αλλιώς σεισμικό κραδασμό που νοιώθουν οι άνθρωποι, όταν τα σεισμικά κύματα φτάνουν εκεί που κατοικούν. Από τις αρχές του 20ου αιώνα που γνωρίζουμε ότι οι σεισμοί οφείλονται στην απότομη κίνηση της Γης σε ρήγματα, δηλαδή σε μεγάλες «ρωγμές» κυρίως στα πρώτα 40χιλιόμετρα του φλοιού της Γης, ο όρος σεισμός καταχρηστικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη σεισμική εστία, δηλαδή το σημείο που γεννιούνται τα σεισμικά κύματα στο ρήγμα. Η πραγματική έννοια, όμως, της λέξης αφορά τη δόνηση και όχι την αιτία. Έτσι όταν το σπίτι μας δονείται λόγω π.χ. μίας τεχνητής έκρηξης (π.χ. από τεχνικά έργα) ή ακόμα και όταν περνάει κοντά ένα μεγάλο όχημα (π.χ. φορτηγό) και αυτό είναι σεισμός! Φυσικά οι πιο ισχυροί σεισμοί γεννιούνται μόνο στα φυσικά ρήγματα, που σε ακραίες περιπτώσεις φτάνουν (π.χ. σεισμός Σουμάτρας) και τα 1000 χιλιόμετρα μήκος».
Ευτυχώς, ξεχνάμε!
Το θέμα, όμως, είναι αν εμείς έχουμε συνηθίσει να ζούμε με τους σεισμούς ή τα τελευταία χρόνια το έχουμε κάπως ξεχάσει; «Μάλλον το έχουμε ξεχάσει σε μεγάλο βαθμό» μας απαντά αμέσως, ο κ. Παπαζάχος. Κι αυτό όπως μας εξηγεί «αυτό οφείλεται σε δύο παράγοντες, ένα μόνιμο και ένα προσωρινό. Ο μόνιμος παράγοντας είναι το γεγονός ότι οι καταστρεπτικοί σεισμοί στη χώρα μας είναι μία φυσική καταστροφή, η οποία συμβαίνει ανά σχετικά μεγάλα χρονικά διαστήματα σε κάθε περιοχή, της τάξης των δεκαετιών ή και περισσότερο. Η συχνότητα αυτή είναι μεγαλύτερη από άλλα φυσικά φαινόμενα που μας απειλούν ή επηρεάζουν τη ζωή μας(π.χ. πλημμύρες, πυρκαγιές, κλπ.) με αποτέλεσμα να ‘’ξεχνάμε’’ τον υπαρκτό και σοβαρό σεισμικό κίνδυνο. Ο προσωρινός λόγος οφείλεται στην παρούσα οικονομική κρίση, η οποία θέτει άλλα, πιο πιεστικά θέματα στην πολιτεία και την κοινωνία, με αποτέλεσμα τα μέτρα και δράσεις πρόληψης να ξεχνιούνται, μπροστά στα πιο επείγοντα και άμεσα οικονομικά προβλήματα».
«Μεγάλους σεισμούς περιμένουμε πάντοτε στην Ελλάδα»
Εμείς μπορεί να ξεχνάμε και ορθώς πράττουμε βέβαια, οι σεισμολόγοι όμως τι κάνουν; Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι σεισμολόγοι παρατηρούν, κρίνουν, διαπιστώνουν και τέλος, ξέρουν. Γνωρίζουν το πότε, το πού, αλλά δεν μας το ανακοινώνουν, δεν μας το γνωστοποιούν. Κρύβεται κάτι πίσω από την καταγραφή ασθενών ή ισχυρών δονήσεων από τους σεισμογράφους; «Θα πρέπει να τονιστεί ότι σήμερα δεν υπάρχει η επιστημονική γνώση να ξέρουμε με την επιθυμητή ακρίβεια το πού και πότε θα γίνει σεισμός. Γνωρίζουμε όμως με αρκετή ακρίβεια τις αναμενόμενες βλάβες σε επίπεδο 50ετίας στον ελληνικό χώρο και η γνώση αυτή έχει ενσωματωθεί στους ισχύοντες αντισεισμικούς κανονισμούς. Άρα υπάρχει επαρκής προστασία από τους ισχυρούς σεισμούς, αρκεί να χτίζουμε σπίτια με τη σωστή αντισεισμική προστασία» διευκρινίζει ο κ. Παπαζάχος.
Όσο για το τι θα συμβεί στην Ελλάδα και τι πρέπει να περιμένουμε ο καθηγητής Γεωφυσικής υπογραμμίζει ότι «στην Ελλάδα έχουμε κατά μέσο όρο ένα σεισμό με μέγεθος 6.3 ή μεγαλύτερο.
Λέγοντας κατά μέσο όρο, εννοούμε ότι μπορεί ένα και δύο έτη να έχουμε μικρότερους μέγιστους σεισμούς και σε μία επόμενη χρονιά να έχουμε 2 ή και 3 ισχυρούς σεισμούς. Υπήρχαν περίοδοι στον ελληνικό χώρο με μειωμένη ή αυξημένη σεισμικότητα, π.χ. η δεκαετία 1950-1060 είχε μερικούς από τους καταστρεπτικότερους σεισμούς του 20ου αιώνα στην Ελλάδα, όπως π.χ. το μεγαλύτερο σεισμό της Ευρώπης τον 20ο αιώνα (Αμοργός, μεγέθους 7.5 Ρίχτερ). Όμως, στο επίπεδο της ανθρώπινης ζωής (75-80 έτη σήμερα στην Ελλάδα) η μέση σεισμικότητα είναι πρακτικά αμετάβλητη. Άρα, η προφανής απάντηση είναι ότι μεγάλους σεισμούς περιμένουμε πάντοτε στην Ελλάδα, και θα συμβούν είτε το θέλουμε είτε όχι».
Όσο για το ποιες περιοχές όμως βρίσκονται στο «κόκκινο» όσον αφορά μιας μικρής ή μεγαλύτερης έντασης σεισμικής δόνησης ο κ. Παπαζάχος δηλώνει ότι «η έρευνα πάνω στα θέματα της πρόγνωσης των σεισμών, κατά συνέπεια και των συνεπειών τους, έχει δείξει ότι παραμένει προς το παρόν εντελώς ανέφικτος ο στόχος της βραχυπρόθεσμης πρόγνωσης, δηλαδή δεν μπορούμε να ξέρουμε τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες το που, πότε και πόσο μεγάλος σεισμός θα συμβεί στην Ελλάδα ή οπουδήποτε αλλού. Η γνώση αυτή δεν υπάρχει, ούτε στην Ελλάδα, ούτε σε παγκόσμιο επίπεδο. Η μακροπρόθεσμη πρόγνωση (επίπεδο δεκαετιών) έχει επιτευχθεί εδώ και πολλά χρόνια και (αν και έχει ακόμα προβλήματα) έχει ενσωματωθεί στους αντισεισμικούς κανονισμούς». Όπως συμπληρώνει «τα τελευταία έτη γίνεται μία προσπάθεια για την μεσοπρόθεσμη πρόγνωση (πρόγνωση με αβεβαιότητα λίγων ετών), με στόχο να βοηθήσει την πολιτεία να οργανώσει καλύτερα τα μέτρα ετοιμότητας. Όμως αυτή η γνώση είναι ακόμα σε ερευνητικό και όχι επιχειρησιακό επίπεδο, έχει αβεβαιότητες και δεν μπορεί να αξιοποιηθεί από τους πολίτες για την προσωπική τους προστασία.
Όσο για το ποιες περιοχές όμως βρίσκονται στο «κόκκινο» όσον αφορά μιας μικρής ή μεγαλύτερης έντασης σεισμικής δόνησης ο κ. Παπαζάχος δηλώνει ότι «η έρευνα πάνω στα θέματα της πρόγνωσης των σεισμών, κατά συνέπεια και των συνεπειών τους, έχει δείξει ότι παραμένει προς το παρόν εντελώς ανέφικτος ο στόχος της βραχυπρόθεσμης πρόγνωσης, δηλαδή δεν μπορούμε να ξέρουμε τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες το που, πότε και πόσο μεγάλος σεισμός θα συμβεί στην Ελλάδα ή οπουδήποτε αλλού. Η γνώση αυτή δεν υπάρχει, ούτε στην Ελλάδα, ούτε σε παγκόσμιο επίπεδο. Η μακροπρόθεσμη πρόγνωση (επίπεδο δεκαετιών) έχει επιτευχθεί εδώ και πολλά χρόνια και (αν και έχει ακόμα προβλήματα) έχει ενσωματωθεί στους αντισεισμικούς κανονισμούς». Όπως συμπληρώνει «τα τελευταία έτη γίνεται μία προσπάθεια για την μεσοπρόθεσμη πρόγνωση (πρόγνωση με αβεβαιότητα λίγων ετών), με στόχο να βοηθήσει την πολιτεία να οργανώσει καλύτερα τα μέτρα ετοιμότητας. Όμως αυτή η γνώση είναι ακόμα σε ερευνητικό και όχι επιχειρησιακό επίπεδο, έχει αβεβαιότητες και δεν μπορεί να αξιοποιηθεί από τους πολίτες για την προσωπική τους προστασία.
Κατά συνέπεια η αναφορά από ορισμένους σε «κόκκινες περιοχές», «ώριμα ρήγματα» και άλλες παρόμοιες εκφράσεις όχι μόνο στερείται επιστημονικής βάσης (σε παγκόσμιο επίπεδο), αλλά και αποπροσανατολίζει την κοινωνία και την πολιτεία από το πραγματικό πρόβλημα, δηλαδή την ανάγκη αποτελεσματικής αντισεισμικής πρόληψης και προστασίας».
Οι μεγαλύτεροι σεισμοί στην χώρα μας
Μπορεί ο σεισμός της Αθήνας να μην ήταν ιδιαίτερα μεγάλος, καθώς ήταν έντασης 5,9 της κλίμακας Ρίχτερ, ωστόσο ήταν ο πιο καταστρεπτικός στην ιστορία του ελληνικού κράτους, αφού χτύπησε το μεγαλύτερο αστικό και οικονομικό συγκρότημα της χώρας μας, δηλαδή την πρωτεύουσα, εξηγεί ο κ.Παπαζάχος. Ως αποτέλεσμα, τόσο οι άμεσες ανθρώπινες (θύματα, τραυματίες) και οικονομικές (καταρρεύσεις, καταστροφές) συνέπειες, όσο και οι έμμεσες συνέπειες (διακοπή οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας, κατάρρευση λειτουργίας εμπορικού ιστού, κλπ.) ήταν εξαιρετικά επώδυνες.
«Το παραπάνω παράδειγμα δείχνει πόσο λίγη σημασία έχει (σε ορισμένες περιπτώσεις) το μέγεθος του σεισμού. Για παράδειγμα, κανείς δε θυμάται τον πολύ μεγαλύτερο (μέγεθος 6.8 της κλίμακας Ρίχτερ) μεταγενέστερο σεισμό του Βορείου Αιγαίου το 2014, αφού οι συνέπειές του ήταν πολύ μικρότερες. Αντίθετα πολύ μικροί σεισμοί της τάξης του μεγέθους 5.5-5.9 της κλίμακας Ρίχτερ όπως της Αθήνας το 1999 είχαν σημαντικές επιπτώσεις σε κοντινά αστικά κέντρα, π.χ. Πύργος 1993, Κόνιτσα 1996, κλπ.».
Κτήρια χωρίς εγγύηση αντισεισμικής επάρκειας
Η επόμενη ερώτησή μας εύλογα είναι αν από τότε μέχρι σήμερα έχει αλλάξει κάτι; Έχουν μείνει ελλιπή κάποια μέτρα προστασίας που είχαν εντοπιστεί τότε και τελικά έμειναν στο συρτάρι; Τι απαντά ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ; Ναι, μεν αλλά…
«Σίγουρα κάποια πράγματα άλλαξαν μετά το σεισμό της Αθήνας. Για παράδειγμα επικαιροποιήθηκαν (ειδικότερα αυστηροποιήθηκαν) οι σεισμικές δράσεις για τις οποίες πρέπει να χτίζουμε τα σπίτια μας με μεταγενέστερη αναθεώρηση του αντισεισμικού κανονισμού. Η αναθεώρηση αυτή (Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός 2000) «προκλήθηκε» ουσιαστικά από το σεισμό της Αθήνας. Όμως, πολλά θέματα έχουν μείνει στα συρτάρια, ακόμα και όταν έχουν εξαιρετικά περιορισμένο οικονομικό κόστος. Έτσι, το πρόγραμμα προσεισμικού ελέγχου δημοσίων κτιρίων ουσιαστικά είναι τελματωμένο, οι προτάσεις για παροχή κινήτρων για ενίσχυση ιδιωτικών κτιρίων που αποδεδειγμένα έχουν προβλήματα αντισεισμικής επάρκειας (π.χ. παλαιά κτίρια με πυλωτές) δεν προχωράνε. Ειδικά στο θέμα των σεισμολογικών δικτύων υπάρχει ένα φαινόμενο κατάρρευσης, αφού ο ΟΑΣΠ έχει να χρηματοδοτήσει τη λειτουργία τους από το 2014, με αποτέλεσμα να έχει σταματήσει η λειτουργία περίπου του 40% των σεισμολογικών σταθμών της χώρας».
Όσον αφορά στο «καυτό» θέμα της προστασίας κτιρίων, ο κ. Παπαζάχος επισημαίνει ότι « αν και η Ελλάδα έχει κάνει μεγάλα βήματα στο θέμα της αντισεισμικής προστασίας των κατασκευών, κυρίως με την ανάπτυξη και επικαιροποίηση των Αντισεισμικών Κανονισμών που επηρεάζουν τις νέες κατασκευές, αλλά και ειδικών κανονισμών όπως ο Κανονισμός Επεμβάσεων (ένας από τους λίγους παγκοσμίως) που αφορούν τις κατασκευές που έχουν πληγεί από σεισμό, ελάχιστα πράγματα γίνονται για τον υφιστάμενο δομικό ιστό, δηλαδή τα παλαιά κτίρια. Τα κτίρια αυτά είναι χτισμένα με παλαιούς κανονισμούς ή και χωρίς κανένα κανονισμό ή επίβλεψη από μηχανικό(τα περισσότερα κτίρια της επαρχίας). Για τα κτίρια αυτά δεν υπάρχει καμία συστηματική μέριμνα».
Μάλιστα, προσθέτει ότι «νομοθετικές παρεμβάσεις όπως η νομιμοποίηση αυθαιρέτων, χωρίς κανένα έλεγχο αντισεισμικής επάρκειας των κτιρίων που νομιμοποιούνται, οδηγεί στην επιδείνωση της κατάστασης». Επιπλέον, πρόσθεσε ότι, «όπως είπα και πριν, η πρόληψη είναι το μεγάλο θύμα της οικονομικής κρίσης και βρίσκεται σήμερα σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο».
Τέλος, όσο για τους φόβους μας αν ο πρόσφατος καταστροφικός σεισμός στην Ιταλία πόσο επηρεάζει και μπορεί να προκαλέσει μια σεισμική δραστηριότητα και στην Ελλάδα, ο κ. Παπαζάχος δηλώνει κατηγορηματικά: «Η Ιταλία ανήκει σε μία εντελώς διαφορετική σεισμοτεκτονική ενότητα, με εντελώς ανεξάρτητη σεισμικότητα. Σεισμοί της τάξης μεγέθους 6.0 ως 6.5 της κλίμακας Ρίχτερ, όπως ο πρόσφατος σεισμός στην Ιταλία, δεν μπορούν να επηρεάσουν παρά μόνο την κοντινή περιοχή της κεντρικής ιταλικής χερσονήσου».
Οι μεγαλύτεροι σεισμοί στην χώρα μας
Μπορεί ο σεισμός της Αθήνας να μην ήταν ιδιαίτερα μεγάλος, καθώς ήταν έντασης 5,9 της κλίμακας Ρίχτερ, ωστόσο ήταν ο πιο καταστρεπτικός στην ιστορία του ελληνικού κράτους, αφού χτύπησε το μεγαλύτερο αστικό και οικονομικό συγκρότημα της χώρας μας, δηλαδή την πρωτεύουσα, εξηγεί ο κ.Παπαζάχος. Ως αποτέλεσμα, τόσο οι άμεσες ανθρώπινες (θύματα, τραυματίες) και οικονομικές (καταρρεύσεις, καταστροφές) συνέπειες, όσο και οι έμμεσες συνέπειες (διακοπή οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας, κατάρρευση λειτουργίας εμπορικού ιστού, κλπ.) ήταν εξαιρετικά επώδυνες.
«Το παραπάνω παράδειγμα δείχνει πόσο λίγη σημασία έχει (σε ορισμένες περιπτώσεις) το μέγεθος του σεισμού. Για παράδειγμα, κανείς δε θυμάται τον πολύ μεγαλύτερο (μέγεθος 6.8 της κλίμακας Ρίχτερ) μεταγενέστερο σεισμό του Βορείου Αιγαίου το 2014, αφού οι συνέπειές του ήταν πολύ μικρότερες. Αντίθετα πολύ μικροί σεισμοί της τάξης του μεγέθους 5.5-5.9 της κλίμακας Ρίχτερ όπως της Αθήνας το 1999 είχαν σημαντικές επιπτώσεις σε κοντινά αστικά κέντρα, π.χ. Πύργος 1993, Κόνιτσα 1996, κλπ.».
Κτήρια χωρίς εγγύηση αντισεισμικής επάρκειας
Η επόμενη ερώτησή μας εύλογα είναι αν από τότε μέχρι σήμερα έχει αλλάξει κάτι; Έχουν μείνει ελλιπή κάποια μέτρα προστασίας που είχαν εντοπιστεί τότε και τελικά έμειναν στο συρτάρι; Τι απαντά ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ; Ναι, μεν αλλά…
«Σίγουρα κάποια πράγματα άλλαξαν μετά το σεισμό της Αθήνας. Για παράδειγμα επικαιροποιήθηκαν (ειδικότερα αυστηροποιήθηκαν) οι σεισμικές δράσεις για τις οποίες πρέπει να χτίζουμε τα σπίτια μας με μεταγενέστερη αναθεώρηση του αντισεισμικού κανονισμού. Η αναθεώρηση αυτή (Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός 2000) «προκλήθηκε» ουσιαστικά από το σεισμό της Αθήνας. Όμως, πολλά θέματα έχουν μείνει στα συρτάρια, ακόμα και όταν έχουν εξαιρετικά περιορισμένο οικονομικό κόστος. Έτσι, το πρόγραμμα προσεισμικού ελέγχου δημοσίων κτιρίων ουσιαστικά είναι τελματωμένο, οι προτάσεις για παροχή κινήτρων για ενίσχυση ιδιωτικών κτιρίων που αποδεδειγμένα έχουν προβλήματα αντισεισμικής επάρκειας (π.χ. παλαιά κτίρια με πυλωτές) δεν προχωράνε. Ειδικά στο θέμα των σεισμολογικών δικτύων υπάρχει ένα φαινόμενο κατάρρευσης, αφού ο ΟΑΣΠ έχει να χρηματοδοτήσει τη λειτουργία τους από το 2014, με αποτέλεσμα να έχει σταματήσει η λειτουργία περίπου του 40% των σεισμολογικών σταθμών της χώρας».
Όσον αφορά στο «καυτό» θέμα της προστασίας κτιρίων, ο κ. Παπαζάχος επισημαίνει ότι « αν και η Ελλάδα έχει κάνει μεγάλα βήματα στο θέμα της αντισεισμικής προστασίας των κατασκευών, κυρίως με την ανάπτυξη και επικαιροποίηση των Αντισεισμικών Κανονισμών που επηρεάζουν τις νέες κατασκευές, αλλά και ειδικών κανονισμών όπως ο Κανονισμός Επεμβάσεων (ένας από τους λίγους παγκοσμίως) που αφορούν τις κατασκευές που έχουν πληγεί από σεισμό, ελάχιστα πράγματα γίνονται για τον υφιστάμενο δομικό ιστό, δηλαδή τα παλαιά κτίρια. Τα κτίρια αυτά είναι χτισμένα με παλαιούς κανονισμούς ή και χωρίς κανένα κανονισμό ή επίβλεψη από μηχανικό(τα περισσότερα κτίρια της επαρχίας). Για τα κτίρια αυτά δεν υπάρχει καμία συστηματική μέριμνα».
Μάλιστα, προσθέτει ότι «νομοθετικές παρεμβάσεις όπως η νομιμοποίηση αυθαιρέτων, χωρίς κανένα έλεγχο αντισεισμικής επάρκειας των κτιρίων που νομιμοποιούνται, οδηγεί στην επιδείνωση της κατάστασης». Επιπλέον, πρόσθεσε ότι, «όπως είπα και πριν, η πρόληψη είναι το μεγάλο θύμα της οικονομικής κρίσης και βρίσκεται σήμερα σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο».
Τέλος, όσο για τους φόβους μας αν ο πρόσφατος καταστροφικός σεισμός στην Ιταλία πόσο επηρεάζει και μπορεί να προκαλέσει μια σεισμική δραστηριότητα και στην Ελλάδα, ο κ. Παπαζάχος δηλώνει κατηγορηματικά: «Η Ιταλία ανήκει σε μία εντελώς διαφορετική σεισμοτεκτονική ενότητα, με εντελώς ανεξάρτητη σεισμικότητα. Σεισμοί της τάξης μεγέθους 6.0 ως 6.5 της κλίμακας Ρίχτερ, όπως ο πρόσφατος σεισμός στην Ιταλία, δεν μπορούν να επηρεάσουν παρά μόνο την κοντινή περιοχή της κεντρικής ιταλικής χερσονήσου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.