Η ανέχεια και η οικονομική κρίση αναβιώνουν επαγγέλματα τα οποία είχαν εξαφανιστεί από τη χώρα μας. Ανεργοι μπαίνουν στον ρόλο πρωταγωνιστών παλιών ελληνικών ταινιών, παίρνουν ένα κασελάκι στην πλάτη και βγαίνουν για μεροκάματο ως λούστροι.
«Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή» λέει ο Παναγιώτης Χατζής από την Κομοτηνή, ο οποίος αναγκάστηκε λόγω της οικονομικής κατάστασης που βιώνει η χώρα να καταπιαστεί με ένα από τα παλιότερα επαγγέλματα, αυτό του λούστρου, και προσθέτει: «Αν είναι να βγαίνει το μεροκάματο, είμαι διατεθειμένος να κάνω οποιοδήποτε επάγγελμα»... Ο 42χρονος μιλώντας στην «Espresso» είπε ότι η βασική δουλειά του είναι μπογιατζής, ενώ έχει δουλέψει και σε οικοδομή, όπου -όπως λέει- είναι μεγάλος μάστορας: «Δουλειές, όμως, δεν υπήρχαν σε κανένα από τα δύο επαγγέλματα. Δεν έβγαζα μεροκάματο, είχα δουλειά στη χάση και στη φέξη. Βρισκόμουν σε απόγνωση, αφού δεν είμαι μόνος μου. Ζω με τη μητέρα μου, την αδερφή μου και τη μικρή ανιψιά μου και τα έξοδα τρέχουν. Τελικά, πήρα ένα κασελάκι, βγήκα στην κεντρική πλατεία της Κομοτηνής και άρχισα να κάνω τη δουλειά του λούστρου, να γυαλίζω και να βάφω παπούτσια δηλαδή, κινούμενος στη γύρω περιοχή. Κάποιοι, πιο παλιοί, ενθουσιάζονται που βλέπουν ξανά το κασελάκι να πιάνει δουλειά, αλλά αμέσως συννεφιάζουν και λένε με πίκρα ότι πάλι γυρίσαμε στα παλιά, στις μεγάλες φτώχειες. Κάποιοι νεότεροι, και κυρίως παιδιά, πλησιάζουν με έκπληξη και περιέργεια να το δουν από κοντά και είναι όλο απορίες. Δυστυχώς, όμως, τα χρήματα που βγαίνουν δεν είναι αρκετά και ήδη έχουν έρθει οι μεγάλες πείνες».
Κάποια στιγμή, και ενώ ο κ. Χατζής ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει την Κομοτηνή και να ψάξει να βρει την τύχη μου σε άλλο μέρος της Ελλάδας, είδε ένα όνειρο: «Είδα ότι έβαφα ένα άσπρο χαρτί και μετά είδα ένα κασελάκι του λούστρου μπροστά μου. Μόλις ξύπνησα είπα στη μητέρα μου το όνειρο και της εξομολογήθηκα ότι κάτι σκέφτομαι να κάνω. Εκείνη μου είπε, λοιπόν, ότι ο γαμπρός μου είχε πάρει ένα τέτοιο κασελάκι από το Μοναστηράκι στην Αθήνα. Πήγα τότε να τον βρω και του το ζήτησα για να βγω στην πλατεία και να πιάσω δουλειά. Από την πρώτη στιγμή ενθουσιάστηκα και πολύ περισσότερο επειδή ήλπιζα ότι θα βγάζω κάτι, έστω για να καλύπτω τα βασικά. Δυστυχώς, όμως, περισσότερα από 5 ή 8 ευρώ δεν βγάζω. Ερχεται πού και πού κάποιος για να του γυαλίσω ή να του βάψω τα παπούτσια, αλλά αξιοπρεπές μεροκάματο δεν βγαίνει. Δεν μπορώ να βοηθήσω ούτε την οικογένειά μου».
Ο 42χρονος βρίσκεται σε απόγνωση και, όπως λέει, δεν μπορεί να κλείσει μάτι τις νύχτες: «Με τη μικρή σύνταξη που παίρνει η 64χρονη μητέρα μου και ένα μικρό μεροκάματο που βγάζει η αδερφή μου πώς να ζήσουμε; Η ανιψιά μου είναι 6 ετών και έχει σχολείο και έξοδα».
ΕΥΑ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ
«Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή» λέει ο Παναγιώτης Χατζής από την Κομοτηνή, ο οποίος αναγκάστηκε λόγω της οικονομικής κατάστασης που βιώνει η χώρα να καταπιαστεί με ένα από τα παλιότερα επαγγέλματα, αυτό του λούστρου, και προσθέτει: «Αν είναι να βγαίνει το μεροκάματο, είμαι διατεθειμένος να κάνω οποιοδήποτε επάγγελμα»... Ο 42χρονος μιλώντας στην «Espresso» είπε ότι η βασική δουλειά του είναι μπογιατζής, ενώ έχει δουλέψει και σε οικοδομή, όπου -όπως λέει- είναι μεγάλος μάστορας: «Δουλειές, όμως, δεν υπήρχαν σε κανένα από τα δύο επαγγέλματα. Δεν έβγαζα μεροκάματο, είχα δουλειά στη χάση και στη φέξη. Βρισκόμουν σε απόγνωση, αφού δεν είμαι μόνος μου. Ζω με τη μητέρα μου, την αδερφή μου και τη μικρή ανιψιά μου και τα έξοδα τρέχουν. Τελικά, πήρα ένα κασελάκι, βγήκα στην κεντρική πλατεία της Κομοτηνής και άρχισα να κάνω τη δουλειά του λούστρου, να γυαλίζω και να βάφω παπούτσια δηλαδή, κινούμενος στη γύρω περιοχή. Κάποιοι, πιο παλιοί, ενθουσιάζονται που βλέπουν ξανά το κασελάκι να πιάνει δουλειά, αλλά αμέσως συννεφιάζουν και λένε με πίκρα ότι πάλι γυρίσαμε στα παλιά, στις μεγάλες φτώχειες. Κάποιοι νεότεροι, και κυρίως παιδιά, πλησιάζουν με έκπληξη και περιέργεια να το δουν από κοντά και είναι όλο απορίες. Δυστυχώς, όμως, τα χρήματα που βγαίνουν δεν είναι αρκετά και ήδη έχουν έρθει οι μεγάλες πείνες».
Κάποια στιγμή, και ενώ ο κ. Χατζής ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει την Κομοτηνή και να ψάξει να βρει την τύχη μου σε άλλο μέρος της Ελλάδας, είδε ένα όνειρο: «Είδα ότι έβαφα ένα άσπρο χαρτί και μετά είδα ένα κασελάκι του λούστρου μπροστά μου. Μόλις ξύπνησα είπα στη μητέρα μου το όνειρο και της εξομολογήθηκα ότι κάτι σκέφτομαι να κάνω. Εκείνη μου είπε, λοιπόν, ότι ο γαμπρός μου είχε πάρει ένα τέτοιο κασελάκι από το Μοναστηράκι στην Αθήνα. Πήγα τότε να τον βρω και του το ζήτησα για να βγω στην πλατεία και να πιάσω δουλειά. Από την πρώτη στιγμή ενθουσιάστηκα και πολύ περισσότερο επειδή ήλπιζα ότι θα βγάζω κάτι, έστω για να καλύπτω τα βασικά. Δυστυχώς, όμως, περισσότερα από 5 ή 8 ευρώ δεν βγάζω. Ερχεται πού και πού κάποιος για να του γυαλίσω ή να του βάψω τα παπούτσια, αλλά αξιοπρεπές μεροκάματο δεν βγαίνει. Δεν μπορώ να βοηθήσω ούτε την οικογένειά μου».
Ο 42χρονος βρίσκεται σε απόγνωση και, όπως λέει, δεν μπορεί να κλείσει μάτι τις νύχτες: «Με τη μικρή σύνταξη που παίρνει η 64χρονη μητέρα μου και ένα μικρό μεροκάματο που βγάζει η αδερφή μου πώς να ζήσουμε; Η ανιψιά μου είναι 6 ετών και έχει σχολείο και έξοδα».
ΕΥΑ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.