Είναι χρήσιμο λοιπόν να αρχίσει επιτέλους να καταγράφεται δημόσια, τόσο η πραγματική κατάσταση των λαθρομεταναστών, που δεν έχει καμία σχέση με αυτήν του «κατατρεγμένου» «πρόσφυγα», όπως και και η φωνή συνειδητοποιημένων Ελλήνων εργαζομένων, που να μιλούν ο ίδιοι για τα εργασιακά προβλήματα που αντιμετωπίζουν και το πώς αυτά σχετίζονται με την λαθρομετανάστευση. Διότι και εδώ κυριαρχεί η απόλυτη αντιστροφή. Αυτοί που το σύστημα διαφημίζει παντού προς τις μάζες ως τους «ειδήμονες για τα προβλήματα του εργάτη» (αριστερά) είτε ως «ειδήμονες για τα προβλήματα των Ελλήνων που προκαλούν οι λαθρομετανάστες» (ακροδεξιά) είναι συνήθως εντελώς άσχετοι με το θέμα καθώς δεν είναι ούτε εργαζόμενοι, ούτε ο τρόπος ζωής τους και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι, σχετίζεται με των υπολοίπων Ελλήνων. Διότι όλοι αυτοί που εμφανίζονται ως «σωτήρες»» και «ειδήμονες» είναι συνήθως άεργοι, επαγγελματίες τεμπέληδες ψευτο«επαναστάτες», άρρωστοι από την έλλειψη οποιασδήποτε σωματικής λειτουργίας , που όσο αυξάνεται η φτώχεια , η μιζέρια και η κακομοιριά, τόσο αυξάνονται και οι απελπισμένοι που στρέφονται σε αυτούς και τόσο αυτοί πλουτίζουν από τις κομματικές συνδρομές και από τις κρατικές επιχορηγήσεις, μέχρι και το εμπόριο κάθε είδους συμβόλων και ψεύτικων ελπίδων.
Αντίθετα με ότι συμβαίνει με όλους αυτούς τους άεργους επαγγελματίες «εθνοσωτήρες» και «εργατοσωτήρες», που έχουν κάνει ως επάγγελμα το να πουλάνε μια εντελώς φτιαχτή και ψεύτικη εικόνα του εαυτού τους στις μάζες με όρους μάρκετινγκ και διαφημίσεως , διότι με τέτοιους όρους λειτουργούν οι «δημοκρατίες» τους, σε όσους εργαζομένους αγαπάνε πραγματικά το έθνος και την φυλή τους, δεν αρέσει να μιλούν δημόσια για τον εαυτό τους, διότι έχουν υπερβεί τον εγκλωβισμό στο «εγώ» και έχουν περάσει στην διάσταση του «εμείς», βλέποντας τον εαυτό τους όχι ως αποκομμένη μονάδα αλλά ως κύτταρο της Φυλής και του ίδιου του Σύμπαντος.. Και δεν είναι εύκολο να μιλήσουν για τα προβλήματά τους , καθότι όσοι έχουν τέτοιες απόψεις, αναγκάζονται να καλύπτονται, διότι ζουν σε μια χώρα υπό κατοχή και τελούν υπό διωγμό. Όμως κάποιες αλήθειες για τις επιπτώσεις που έχει η λαθρομετανάστευση στην ζωή του Έλληνα εργαζομένου, μπορεί να τις μεταδώσει κανείς με τον καλύτερο τρόπο μέσα από την βιωματική σκοπιά. Γι αυτό και αποφάσισα να αναφερθώ δημόσια σε πρόσφατη προσωπική μου εμπειρία.
Ο ισλαμιστής Αφγανός από τον οποίον πήρα συνέντευξη, είναι αυτός που «πήρε» την θέση εργασίας στην οποία εργαζόμουν κατά τον φετινό χειμώνα. Έτσι , όπως συμβαίνει κάθε φορά που μένω άνεργος, ξεκίνησα πάλι να αναζητώ εργασία από πόλη σε πόλη, μετακινούμενος σε τέτοιες προσωρινές εργασίες οπουδήποτε στην Ελλάδα. Δίχως διεύθυνση σπιτιού, αλλά με ταχυδρομική θυρίδα, δίχως σπίτι, αλλά φιλοξενούμενος, δίχως κάθε φορά να γνωρίζω ούτε που θα βρίσκομαι ούτε σε τι επάγγελμα θα είναι η επόμενη θέση που θα βρω για να εργαστώ, ανάμεσα στο μεγάλο πλέον πλήθος διαφορετικών επαγγελμάτων τα οποία έχω εξασκήσει και τα οποία έχω εργασιακή εμπειρία. Έγινα μετανάστης στην ίδια μου την χώρα. Αντίθετα με εμένα, ο Αφγανός ισλαμιστής λαθρομετανάστης από το Πακιστάν, δίχως καμιά απολύτως επαγγελματική κατάρτιση, με λιγότερες φυσικές και ψυχικές αντοχές και δηλώνοντας ότι κάποιες από τις εργασίες που ευχαρίστως θα έκανα ο ίδιος δεν θα τις έκανε διότι …«πληρώνονται λίγο και είναι πολύ σκληρές», διατηρεί σήμερα , στην δική μου χώρα και πατρίδα, εργαζόμενος παράνομα, δίχως ένσημα και εργασιακή σύμβαση, δύο διαφορετικές θέσεις εργασίας, με μηνιαίες αποδοχές στα 1300 Ευρώ. Εγώ ένα μήνα μετά την τελευταία απόλυσή μου, βρήκα μια ακόμη δίμηνη θερινή σύμβαση εργασίας σε μια ακόμη διαφορετική πόλη και με αποδοχές που οριακά καλύπτουν τις ανάγκες μου για επιβίωση αυτής της περιόδου και τίποτε παραπάνω από αυτό. Σε δύο μήνες που λήγει η σύμβαση και κλείνει αυτή η θερινή θέση εργασίας θα φύγω πάλι άνεργος και χωρίς σχεδόν καθόλου χρήματα, προς το άγνωστο αναζητώντας ξανά την επόμενη δουλειά, ως συνήθως… Άγνωστο πόσος καιρός θα περάσει μέχρι να ξαναβρώ. Την τελευταία φορά ήταν μόνο ένας μήνας, την προηγούμενη τρεις μήνες, την παραπροηγούμενη οκτώ μήνες και όλοι αυτοί οι μήνες με φόρτωσαν με ένα χρέος αρκετών χιλιάδων Ευρώ. Διότι όσο εργάζεται κάποιος με τόσο χαμηλά ημερομίσθια και ανασφάλιστος, δεν μπορεί ούτε να αποταμιεύσει τίποτε όσο εργάζεται , ούτε και παίρνει επίδομα ανεργίας όταν απολυθεί. Εργάζεσαι συνεχώς σκληρά και αντί να το χρέος σου να μειώνεται, να το βλέπεις να αυξάνεται κάθε φορά που μένεις ξανά άνεργος, ενώ όσο εργάζεσαι παραμένει απλά σταθερό. Και όσο περνάν τα χρόνια , τόσο περισσότερα χρέη να συσσωρεύονται. Εκεί οδήγησαν την Ελλάδα με την λαθρομετανάστευση, που έκανε δεδομένη την ανασφάλιστη εργασία για τα περισσότερα χειρωνακτικά επαγγέλματα, και κατέβασε τους μισθούς στα επίπεδα του τρίτου κόσμου. Στο κείμενο αυτό , παραθέτω κάποιες πρόσφατες εργασιακές εμπειρίες μου, με κατάλληλο σχολιασμό, ώστε να υπάρξει μια καλύτερη εικόνα στον αναγνώστη του τι συμβαίνει σήμερα στον χώρο της εργασίας , του γιατί συμβαίνει και να μπορέσει να βγάλει κάποια βαθύτερα χρήσιμα συμπεράσματα.
Ας επανέλθουμε στο θέμα του Αφγανού που «μου πήρε» την προηγούμενη θέση εργασίας μου. Το «μου πήρε» το έβαλα σε εισαγωγικά, διότι ενώ η φράση αυτή είναι συνηθισμένη από όσους υποτίθεται ότι αντιδρούν στην λαθρομετανάστευση, αποκρύπτει μια μεγάλη αλήθεια, που σχετίζεται με την πραγματική αιτία του προβλήματος. Πράγματι στην χώρα μας τουλάχιστον δυόμισι εκατομμύρια λαθρομετανάστες έχουν πάρει θέσεις εργασίας των Ελλήνων και περίπου 1 εκατομμύριο Έλληνες είναι άνεργοι. Αν όμως δούμε τα πράγματα κυριολεκτικά, αυτός που «μου πήρε» την θέση εργασίας μου, δεν είναι ο Αφγανός, αλλά ο «Έλληνας» εργοδότης , διότι αυτός είναι που με απέλυσε, βάζοντας στην θέση μου έναν ισλαμιστή Αφγανό. Αν ο εργοδότης ήταν πραγματικός Έλληνας , αν ήταν Έλληνας χωρίς τα εισαγωγικά, αν ήταν Έλληνας και στην συνείδηση και όχι απλώς στην βιολογική καταγωγή του, τότε ο Αφγανός από μόνος του δεν θα είχε καμιά απολύτως δυνατότητα να «μου πάρει την δουλειά». Αν στην Ελλάδα οι λεγόμενοι Έλληνες ήταν πραγματικά Έλληνες, τότε τα σύνορα θα φυλάσσονταν. Εάν όμως ο Αφγανός ακόμα με ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας κατάφερνε να περάσει τα φυλασσόμενα σύνορα , δεν θα έβρισκε πουθενά κανέναν Έλληνα να του προσφέρει καμία θέση εργασίας. Και σίγουρα εάν η Ελλάδα κατοικούνται από πραγματικούς Έλληνες , τότε ποτέ δεν θα υπήρχαν θέσεις εργασίας που να βρίσκονται στα «αζήτητα» από τους Έλληνες. Πρώτον δεν θα υπήρχαν τόσοι πολλοί που να προτιμούν να ζουν παρασιτικά, μέσα από την παραοικονομία , το παρεμπόριο, την απάτη, την απορρόφηση κρατικών επιδοτήσεων κλπ, διότι όπως λένε «δεν καταδέχονται» να κάνουν χειρωνακτικές εργασίες , τις οποίες έχουν αφήσει στους λαθρομετανάστες. Και δεύτερον δεν θα υπήρχαν θέσεις εργασίας με τριτοκοσμικές αποδοχές και σε τριτοκοσμικές συνθήκες, αντίθετα με ότι συμβαίνει σήμερα. Πρόβλημα για τους συνειδητοποιημένους Έλληνες εργάτες δεν είναι ούτε η «βαριά εργασία» ούτε η «χειρωνακτική εργασία». Πρόβλημα όμως σήμερα είναι πλέον η έλλειψη δυνατότητος προσβάσεως σε τέτοιου είδους εργασίες που έχουν ελεγχθεί πλήρως από κοινότητες λαθρομεταναστών και μάλιστα έχει δημιουργηθεί ένα άτυπο «άβατο» για τους Έλληνες, το οποίο ακόμα και όσοι επιθυμούν,τους είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατον να το παραβιάσουν. Σε πολλές περιοχές η εργασία στα χωράφια είτε στην οικοδομή είτε σε κάποιες μικρές επιχειρήσεις, ελέγχεται από εκπροσώπους κοινοτήτων αλλοδαπών, που έρχονται σε συμφωνία με τους «Έλληνες» εργοδότες και στην συνέχεια οι ίδιοι βάζουν τους «δικούς τους» να εργάζονται κάνοντας τα άβατα προς εργασία για άτομα που να προέρχονται από οποιαδήποτε άλλη εθνική ή φυλετική κοινότητα. Στην συνέντευξη με τον Αφγανό που ακολουθεί, θα δούμε πως περιγράφει ένα τέτοιο παράδειγμα. Και οι τριτοκοσμικές αμοιβές που έχουν πλέον συνηθίσει να δίνουν για τέτοιες εργασίες οι Έλληνες εργοδότες κάνουν επίσης άβατες αυτές τις θέσεις εργασίας για τους Έλληνες, αφού οι εργασιακές αποδοχές τις οποίες προσφέρουν , το μόνο που εξασφαλίζουν στον εργαζόμενο που θα τις αποδεχθεί , είναι μια ζωή συνθήκες χειρότερες και από τις ονομαζόμενες «τριτοκοσμικές». Διότι οι τριτοκοσμικοί, αν εξασφαλίσουν μια στοιχειώδη διατροφή, έχουν την δυνατότητα να στείλουν το ποσό των αποδοχών τους στις χώρες τους, δυνατότητα που δεν έχουν οι Έλληνες. Και τα ποσά που δεν έχουν καμιά αγοραστική αξία στην Ελλάδα έχουν σημαντική αγοραστική αξία σε χώρες του τρίτου κόσμου, λόγω της συναλλαγματικής ισοτιμίας του Ευρώ με τα νομίσματα τέτοιων χωρών.
Η μεταφορά συναλλάγματος από την Ελλάδα και την Ευρώπη σε αυτές τις χώρες , μέσω των λαθρομεταναστών, δεν αποτελεί παρά μια μαζική οικονομική ληστεία των λαών της Ευρώπης και έναν από τους κυριότερους λόγους της οικονομικής κρίσεως . Διότι κάθε λαθρομετανάστης, από οικονομικής πλευράς , στερεί πολλαπλώς τον μισθό που λαμβάνει από την χώρα την οποία εργάζεται. Πρώτον στέλνοντας μεγάλο μέρος του μισθού του στην τριτοκοσμική του πατρίδα, στερεί τα χρήματα αυτά από την αγορά της χώρας όπου εργάζεται. Δεύτερον, καταλαμβάνοντας μια θέση εργασίας ενός ντόπιου, υποχρεώνει το κράτος της χώρας αυτής να πληρώνει επίδομα ανεργίας στον ντόπιο άνεργο. Τρίτον , καθώς ο λαθρομετανάστης αμείβεται παράνομα, το εισόδημά του δεν φορολογείται από το κράτος και η εργασία του δεν συνεισφέρει τίποτε στα ασφαλιστικά ταμεία. Τέταρτον, ο άνεργος που έχασε την δουλειά του από τον λαθρομετανάστη, αναγκάζεται να δανείζεται χρήματα είτε από τράπεζες υποθηκεύοντας το μέλλον του , είτε να στερεί χρήματα από συγγενείς και φίλους, απλώς και μόνο για να επιβιώσει μέχρι να βρει την επόμενη θέση εργασίας.
Εργαζόμουν λοιπόν ανασφάλιστος όλο τον φετινό χειμώνα , σε σκληρή δουλειά που δεν μπορούν να την κάνουν πολλοί διότι δεν έχουν ούτε την σωματική ούτε την ψυχική ούτε την τεχνική ικανότητα. 45 ευρώ το 14ωρο ή 15ωρο, ανάλογα την ημέρα. Και 35 ευρώ το 9ωρο. Φυσικά αν να είχα τουλάχιστον 6 εργάσιμες ημέρες την εβδομάδα, δεν θα είχα ιδιαίτερο οικονομικό πρόβλημα. Οι μεσοαστοί όμως «επενδυτές» που παρίσταναν τους επιχειρηματίες και είχαν την ιδιοκτησία της επιχειρήσεως, δεν μου έδιναν 6 βάρδιες την εβδομάδα, αλλά είτε 5 είτε 4 είτε 3. Αντί να εργάζεται κάποιος 6 ημέρες την εβδομάδα, προτιμούν «να σπάνε» την εργάσιμη εβδομάδα 6 ημερών σε 4+2 ή σε 3+3 προσλαβάνοντας δύο άτομα αντί για έναν, φυσικά χωρίς καμιά εργασιακή σύμβαση, χωρίς ένσημα κλπ. Διότι όσο λιγότερο εργάζεται, τόσο περισσότερο ξεκούραστος είναι ο κάθε εργαζόμενος στις ημέρες που εργάζεται , και έτσι τόσο περισσότερο παραγωγικός είναι και τόσο περισσότερο εξαρτημένος νιώθει από την εργασία του, αφού αντί να διεκδικεί αυξήσεις ή εργασιακά δικαιώματα, αντίθετα νιώθει συνεχώς να τον απειλούν ότι θα του μειώσουν τις εργάσιμες ημέρες από 5 σε 4 ή σε 3 κλπ.
Στην επιχείρηση υπήρχαν 5 «αφεντικά», (έτσι τους αποκαλούσε το προσωπικό και όχι ως εργοδότες), λες και ήμασταν σκύλοι. Δύο νεόπλουτοι μεσοαστοί ήταν οι βασικοί μέτοχοι και τα υπόλοιπα «αφεντικά» ήταν η γυναίκα του βασικού μετόχου και οι δύο γιοι του άλλου, όλοι τους άσχετοι με το αντικείμενο που είχε η επιχείρηση. Έτσι την επιχείρηση επέβλεπε και διαχειρίζονταν ένας μισθωτός υπάλληλος τον οποίον και είχαν προσλάβει, ο οποίος ήταν και σχετικός με το θέμα και αρκετά αξιόλογος και ικανός και όλη η επιτυχία της επιχειρήσεως οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό σε αυτόν. Όμως ο διαχειριστής ήταν υπό την συνεχή εποπτεία των πέντε «αφεντικών», που με τις παρεμβάσεις τους πήγαιναν συνεχώς την επιχείρηση πίσω, ενώ ο ίδιος πάσχιζε να την ωθήσει εμπρός… Και οι 5 εμφανίζονταν να εργάζονται στην επιχείρηση, αντλώντας μεγάλο τμήμα από τα έσοδά της σε μηνιαία βάση χωρίς όμως ουσιαστικά προσφέρουν τίποτα ουσιαστικό σε αυτήν, πέραν από μια εργασία γραφείου που και για τους 6 μαζί αντιστοιχούσε επιεικώς σε μια 8άωρη 6ήμερη απασχόληση ενός και μόνο ατόμου. Για να καλύψουμε την αεργία όλων αυτών, έπρεπε εμείς να εργαζόμαστε δίχως ένσημα και με απλήρωτες υπερωρίες… Μια ημέρα ένας από τους 5 είχε πει σε κάποιον εργαζόμενο «Δούλευε, πρέπει να καταφέρεις να παράγεις όσο είναι τα λεφτά που παίρνεις για μεροκάματο». Η απάντησή του εργαζόμενου με εξέπληξε ευχάριστα. «Εάν έπρεπε να παράγω τα λεφτά που παίρνω εγώ, θα ήταν πολύ εύκολο, θα έφτανε να εργαστώ τρεις ώρες το πολύ κάθε ημέρα. Το πρόβλημα είναι ότι τώρα έχω να παράγω όχι μόνο τα λεφτά που παίρνω εγώ, αλλά και τα λεφτά που θα πάρεις και εσύ, που όμως εσύ δεν κάνεις τίποτα εδώ πέρα και όμως παίρνεις περισσότερα από ότι εγώ!». Παρότι τα πέντε «αφεντικά» απομυζούσαν την επιχείρηση, η επιχείρηση πήγαινε πάρα πολύ καλά και είχε τόσο μεγάλα κέρδη που θα μπορούσε εύκολα να είχε ασφαλίσει στο ΙΚΑ όλο το προσωπικό, δίχως οικονομικό πρόβλημα. Ίσως όμως τότε τα «αφεντικά» θα είχαν λιγότερα αυτοκίνητα ο καθένας (διότι είχαν τουλάχιστον τρία Ι.Χ. αυτοκίνητα ο καθένας κάποια από αυτά υπερπολυτελή, απλώς και μόνο για να τα δείχνουν ως ένδειξη οικονομικής ευμερίας!) Και μετά λένε ότι έχουμε «οικονομική κρίση». Ναι αλλά όχι για όλους. Κάποιοι , εκμεταλλευόμενοι την τεράστια ανεργία και τις επιπτώσεις από την λαθρομετανάστευση, αντί να χάνουν, κερδίζουν από την κρίση, διότι βρίσκουν εύκολα το πλέον ειδικευμένο εργατικό προσωπικό , Έλληνες, που να δέχονται να εργάζονται ανασφάλιστοι και για ελάχιστα χρήματα και να κάνουν «θαύματα» με την υπερεργασία τους. Όταν τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων σε μια επιχείρηση πηγαίνει σε μισθοδοσία, εάν λόγω της τεράστιας ανεργίας και των λαθρομεταναστών οι μισθοί μειωθούν σημαντικά και η ασφάλιση και τα επιδόματα καταργηθούν, τα έσοδα της εταιρίας πολλαπλασιάζονται. Και μάλιστα τέτοιες επιχειρήσεις που απασχολούν παράνομα εργαζομένους και κυρίως λαθρομετανάστες, επικρατούν στην αγορά σε βάρος πολλών επιχειρήσεων που παρέχουν τα νόμιμα εργασιακά δικαιώματα, οι οποίες σε περίοδο οικονομικής κρίσεως δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε ένα τέτοιο αθέμιτο ανταγωνισμό και κλείνουν. Σε μια δύσκολη κατάσταση επιβιώνουν πάντα οι ικανότεροι να ανταπεξέλθουν, αυτό είναι ένας απλός φυσικός νόμος. Αν όμως αυτή τα κριτήρια αυτής της ικανότητος δεν συμβαδίζουν με την ποιότητα, αλλά με την παρανομία , την παραοικονομία και την απάτη, τότε επιβιώνουν οι ικανότεροι στο να παρανομούν και οι μεγαλύτεροι απατεώνες… Αυτό είναι δυστυχώς που συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, και όσοι είχαν αφελείς ελπίδες ότι η κρίση θα μπορούσε μαζί με τις πολλές αρνητικές της επιπτώσεις, να έχει και ως θετική επίπτωση το να απαλλαγεί η χώρα από προβληματικούς οικονομικούς παράγοντες που την επιβαρύνουν και που βασίζονταν στην παραοικονομία, καλύτερα να τις ξεχάσουν. Το αντίθετο είναι που συμβαίνει. Όταν η οικονομία καταρρέει, και όταν το κράτος αντί να προσπαθήσει να πατάξει την παραοικονομία και την παράνομη εργασία, αντίθετα προσανατολίζεται στο να φορολογήσει ακόμα περισσότερο τους νόμιμους, στους οποίους και ρίχνει όλο το βάρος του να πληρώσουν αυτοί για την άσχημη οικονομική κατάσταση, τότε η παραοικονομία κυριαρχεί ακόμα περισσότερο και αυτός που επικρατεί είναι αυτός που είναι ο ικανότερος στην παραοικονομία… Και η άνοδος της παραοικονομίας επιταχύνει ακόμα περισσότερο την οικονομική κρίση.
Κάποτε εργαζόμουν στην Γερμανία, λαντζιέρης σε μεγάλο Ελληνικό εστιατόριο. Υπήρχε ένας και μόνο εργοδότης, έλληνας, που εκτός από όλη την διαχείριση του εστιατορίου που είχε αναλάβει ο ίδιος μόνος του και χωρίς να πληρώνει ούτε καν λογιστή για τα οικονομικά, έκανε και οτιδήποτε άλλο για να βοηθήσει τις ώρες αιχμής. Εργάζονταν από μπάρμαν μέχρι ψήστης, άλλοτε έκοβε σαλάτες και κάποιες φορές ερχόντανε και βοηθούσε στην λάντζα, έπλενε πιάτα! O εργοδότης μου στην Γερμανία, παραπονιόταν μια μέρα ότι άνοιξε στην περιοχή ένα εντυπωσιακά φθηνό ασιατικό εστιατόριο και θα του μείωνε τα έσοδα. Έλεγε ότι το ασιατικό εστιατόριο έβγαζε μεγάλες μερίδες φαγητού με 3 και 3.5 ευρώ! Έτσι , από περιέργεια να δω τι συμβαίνει, πήγα να φάω στο ασιατικό εστιατόριο. Ακούγοντας τις τιμές, είχα στο μυαλό μου κάτι φθηνό με βάση τα Ελληνικά δεδομένα, και έτσι περίμενα κάτι αντίστοιχο με κάτι φθηνά Ελληνικά «σουβλατζίδικα». Όταν όμως πήγα εκεί, είδα ένα πεντακάθαρο εστιατόριο, με άριστη διακόσμηση, χωρίς την παραμικρή θαμπάδα σε κάποιο τζάμι. Κοιτάζοντας απέξω μέσα από το τζάμι, είδα έναν Κινέζο με καλά σιδερωμένο άσπρο πουκάμισο, μαύρο παντελόνι και παπιγιόν, να κάθεται σε ένα φορητό υπολογιστή και να υπολογίζει λεπτομερώς το τι υλικά θα παραγγείλει για τα φαγητά της επόμενης περιόδου και τα αναμενόμενα έσοδα. Ήταν ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου. Αποφάσισα να μπω μέσα και να φάω. Διαβαίνοντας την πόρτα, είδα εντυπωσιασμένος τον ίδιο ακριβώς Κινέζο, να στέκεται στην πόρτα σε ρόλο σερβιτόρου και κρατώντας πετσέτα στο χέρι, να με υποδέχεται κάνοντας υπόκλιση και να μου λέει σε άπταιστα Γερμανικά να καθήσω όπου θέλω. Ο ίδιος πήρε παραγγελία και αμέσως μετά μπήκε στην κουζίνα όπου βρίσκονταν και η γυναίκα του. Σε ελάχιστα λεπτά, ο ίδιος Κινέζος, σε ρόλο ψήστη με ταχύτατες και ταχυδακτυλουργικές κινήσεις, έψησε και παρασκεύασε τα φαγητά,τα οποία και μου έφερε. Πλήρωσα συνολικά οκτώμισι Ευρώ για : Δύο μεγάλα πιάτα κοτόπουλο με ρύζι και λαχανικά, μια σαλάτα, ένα ορεκτικό, ένα επιδόρπιο , ένα αναψυκτικό , και δώρο ένα ποτήρι από το κινέζικο ποτό που φτιάχνουν από λουλούδια. Παρά τις απίστευτα χαμηλές τιμές, τόσο τα πιάτα ήταν εξαιρετικά και πολύ μεγάλα και πεντακάθαρα και επίσης το εστιατόριο είχε ικανοποιητικό κέρδος! Πως είναι δυνατόν στην Ελλάδα, εστιατόρια με 4πλάσιες τιμές από αυτές του Κινέζου και μάλιστα με τουλάχιστον τριπλάσια πελατεία, να λένε «δεν βγαίνω» και «γι αυτό δεν πληρώνω ΙΚΑ και έχω υπάλληλους από το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές» με μισθούς πείνας; Η απάντηση είναι απλή. Συχνά εάν κάποιος στην Ελλάδα είχε ένα εστιατόριο τέτοιου μεγέθους, φυσικά και δεν θα εργαζόταν σε αυτό. Θα κάθονταν μέσα απλώς για να τρώει, να πίνει , να καπνίζει πούρα και να παρενοχλεί το προσωπικό από την εργασία του, θα παρίστανε τον χρηματιστή και τον επιχειρηματία λέγοντας σε όλους συνεχώς «έχω πάρα πολλά λεφτά», θα κερνούσε ποτά σε «φίλους και γνωστούς» για «επίδειξη» του πόσο «εύπορος είναι» , θα αντλούσε από την επιχείρηση ένα τεράστιο ποσοστό επί των κερδών κάθε μήνα ως αμοιβή του για «τον σκληρό κόπο του» , θα πλήρωνε και κάποιον υπάλληλο ως διαχειριστή διότι ο ίδιος θα ήταν παντελώς ανίκανος, και για να βγάλει το κόστος από όλα αυτά τα έξοδα, θα έπαιρνε για προσωπικό τουλάχιστον στην κουζίνα που δεν φαίνονται…Αφγανούς και Πακιστανούς , ενώ στο σέρβις και στο μπαρ, φοιτητές με αμοιβές κάτω από 500 Ευρώ. Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις στον κανόνα, αλλά είναι λίγες. Και τα εστιατόρια δεν είναι παρά ένα μόνο παράδειγμα νοοτροπίας για το τι συμβαίνει στις μικρομεσαίες Ελληνικές επιχειρήσεις. Και μετά όλοι λένε ότι φταίει «η οικονομική κρίση» Ποια νοοτροπία όμως είναι που προκάλεσε την οικονομική κρίση δεν μας λένε. Η νοοτροπία του νεόπλουτου από το πουθενά, που άνοιξε μια επιχείρηση μέσα από τα επιχειρηματικά δάνεια και της κρατικές επιδοτήσεις των Σοσια-ληστών… και από τότε το παίζει «χρηματιστής» «επενδυτής» και «επιχειρηματίας» που δεν καταδέχεται ούτε ο ίδιος, ούτε κανένας από όλη του την οικογένεια, να εργαστεί ούτε καν στην ίδια του την επιχείρηση, αλλά ακόμα και να ήθελε να το πράξει, δεν θα ήταν ικανός. Και που τόσο για οικονομικούς όσο και ψυχολογικούς λόγους, δεν καταδέχεται πλέον να είναι εργοδότης που να έχει εργαζόμενους, αλλά θέλει να είναι «αφεντικό» που να έχει σκλάβους. Γι αυτό και προτιμά να προσλαμβάνει αποκλειστικά λαθρομετανάστες , τους οποίους έχει να εργάζονται ανασφάλιστους και με χαμηλές αποδοχές, αλλά και που πάνω στους οποίους νιώθει ευκολότερα την αίσθηση της κυριαρχίας από ότι σε κάποιον έλληνα εργαζόμενο, αλλά ταυτόχρονα εμφανίζεται δημόσια ως «φιλέσπλαχνος» και «αντιρατσιστής» που είναι και της μόδας στα …σαλόνια των νεόπλουτων μεσοαστών που ξαφνικά άρχισαν να παριστάνουν τους μοδάτους και τους…αριστοκράτες.
Όταν πρωτοπήγα στην εργασία που με απέλυσαν για να βάλουν στην θέση μου τον Αφγανό, , με ρώτησαν πρώτα εάν είμαι μετανάστης από Ουκρανία. Τους απάντησα ότι δεν είμαι από Ουκρανία, αλλά είμαι Έλληνας, μου είπαν ότι σε αυτήν την δουλειά δεν δέχονται Έλληνες αλλά μόνο μετανάστες. Τους εξήγησα τότε, ότι παρότι Έλληνας, είμαι και εγώ μετανάστης. Μετανάστης στην ίδια μου την χώρα. Τους είπα ότι στην πόλη της Ελλάδος που ζούσα η ανεργία έχει υπερδιπλασιαστεί μέσα σε λίγα χρόνια, η πόλη βρίσκεται πλέον σε κατάσταση τριτοκοσμική και έτσι αναγκαστικά γυρίζω πλέον από πόλη σε πόλη στην Ελλάδα κάνοντας όποια εργασία μπορώ να βρω, και κατά περιόδους πηγαίνω και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Και τους είπα ότι νιώθω εντελώς ξένος εδώ, μετανάστης στην ίδια μου την χώρα. Τότε αμέσως άλλαξαν στάση απέναντί μου. Μου είπαν ότι αφού είμαι μετανάστης, δεν τους πειράζει καθόλου αν είμαι μετανάστης από την Ελλάδα ή από οποιοιδήποτε άλλη χώρα, ότι όλοι οι μετανάστες που είναι σε θέση να κάνουν αυτήν την δουλειά είναι γι αυτούς καλοδεχούμενοι και έτσι με μεγάλη τους χαρά είμαι και εγώ ευπρόσδεκτος. Έτσι βίωσα για ακόμα μια φορά το παρακάτω συνθήματα των «αντιρατσιστών»: «Όλοι οι μετανάστες καλοδεχούμενοι» , «στον κόσμο των αφεντικών είμαστε όλοι ξένοι» και το «πατρίδα μας είναι όλη η γη».
Εκεί γνώρισα έναν Αλβανό μετανάστη. «Εδώ φίλε υπάρχει εκμετάλλευση. Με έχουν και κάνω μόνος μου δουλειά που αντιστοιχεί σε τουλάχιστον δύο άτομα. Εγώ δεν αντέχω εδώ, θα φύγω, αν αντέχεις εσύ , δούλεψε εσύ εδώ, στην θέση την δική μου Έτσι όπως κάνανε την Ελλάδα, σε λίγα χρόνια θα έρχεστε εσείς να δουλεύετε στην Αλβανία. Εκεί τώρα είναι πολύ καλύτερα οι δουλειές. Δεν υπάρχει τέτοια εκμετάλλευση όπως στην Ελλάδα. Επιστρέφω στην Αλβανία. Καλή τύχη φίλε.» Και μετά λένε κάποιοι ότι οι μετανάστες κάνουν τις δουλειές που δεν θέλουν να κάνουν οι Έλληνες. Εδώ όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Οι ακροδεξιοί φωνάζουν ακόμη ότι απλώς «οι μετανάστες παίρνουν τις δουλειές των Ελλήνων». Έχουν μείνει πίσω. Η κατάσταση είναι πλέον πολύ χειρότερη και έχει ξεπεραστεί ήδη προ πολλού αυτό το στάδιο, στο οποίο βρισκόμασταν μέχρι πριν από 5 χρόνια. Στο νέο στάδιο στο οποίο βρισκόμαστε τώρα, υπάρχουν πλέον Έλληνες που έχοντας συνηθίσει να εργάζονται με μεροκάματα και εργασιακές συνθήκες χειρότερες και από Πακιστανού, έχουν αρχίσει «να παίρνουν τις δουλειές» των μεταναστών πρώτης γενιάς, των Αλβανών μεταναστών, που έχουν ανεβάσει πολύ τις απαιτήσεις τους και δεν θέλουν πλέον να εργαστούν ούτε «σε τόσο σκληρές δουλειές», ούτε «με τόσο χαμηλά μεροκάματα» όπως οι εκατοντάδες χιλιάδες πλέον πραγματικά άνεργοι Έλληνες εργάτες που βρίσκονται στα όρια της οικονομικής και κοινωνικής εξαθλιώσεως. Γι αυτό και αρκετοί από αυτούς, φεύγουν πλέον μαζικά στην Αλβανία, για να τους αντικαταστήσει η νέα φουρνιά μεταναστών, από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και κάθε άλλη χώρα της Αφρικής και της Ασία και από…άλλες πόλεις της Ελλάδος!
Πήρα λοιπόν την θέση εργασίας του Αλβανού που έφυγε, και ξεκίνησα να εργάζομαι μέσα στον χειμώνα, σε μια περίοδο που στην συγκεκριμένη επιχείρηση ήταν πολύ δύσκολο έως και αδύνατο να βρεθεί κάποιος που και να αντέχει και να είναι ικανός να εργαστεί στην συγκεκριμένη θέση. Οι περισσότεροι μη έμπειροι σε τέτοιες εργασίας που ζητούσαν να εργαστούν, είτε ήταν εντελώς ανίκανοι γι αυτό, είτε έφευγαν την πρώτη η δεύτερη μέρα με έντονους πόνους στην μέση και τρομοκρατημένοι… Έτσι ήταν πολύ δύσκολο να με απολύσουν μέσα στον χειμώνα γιατί ήταν πολύ δύσκολο να βρεθεί διαθέσιμος αντικαταστάτης που και να δεχτεί και να είναι ικανός να εργαστεί εκεί, από όποια χώρα της Ασίας και της Αφρικής και αν ερχόταν…. Μάλιστα τέσσερις Πακιστανοί που είχαν έρθει να δουν την δουλειά και έφυγαν αμέσως λέγοντας ότι «πρέπει να είναι τρελός κάποιος για να εργάζεται σε μια τόσο σκληρή δουλειά με τόσο λίγα χρήματα» .
Πέρασε όμως ο χειμώνας και ήρθε το καλοκαίρι, και η συγκεκριμένη δουλειά άλλαξε και πέρασε στην «θερινή περίοδο» όπου ο φόρτος εργασίας στην συγκεκριμένη επιχείρηση και στο συγκεκριμένη θέση εργασίας πέφτει αρκετά . Έτσι δεν υπήρχε πια η απαίτηση να εργάζεται κάποιος που να είναι τόσο έμπειρος , γρήγορος και ανθεκτικός όσο ήμουν εγώ… Έτσι έφεραν στην δουλειά Αφγανό ισλαμιστή λαθρομετανάστη που δεν έχει ξαναεργαστεί ποτέ σε τέτοια θέση, στην αρχή έρχονταν για ένα έως δύο ημερομίσθια την εβδομάδα , μέχρι να προσαρμοστεί. «Πως σου φαίνεται εδώ» τον ρώτησα. «Τελευταία δούλευα οικοδομή, εδώ όμως είναι πολύ πιο βαριά δουλειά από την οικοδομή, στην οικοδομή μπορείς να κάτσεις όποτε θες να ανασάνεις, εδώ δεν προλαβαίνεις ούτε να ανασάνεις. Πόσο καιρό λες να αντέξω εδώ χωρίς να πάθω μόνιμη ζημιά στην μέση μου», μου είπε ο Αφγανός. «Έχω δουλέψει για πολλά χρόνια και σε αυτήν την δουλειά, και σε ακόμα πολύ χειρότερες μπροστά σε αυτές αυτό εδώ δεν είναι τίποτα και δεν έπαθα τίποτα. Έτσι και εσύ με τον καιρό θα σκληραγωγηθείς, και θα συνηθίσεις. Πάντως αν είσαι πολύ γερός οργανισμός, μπορείς να αντέξεις σε τέτοιες δουλειές σίγουρα μέχρι την ηλικία των 40. Μετά δεν αντέχουν πολλοί, εξαρτάται από τον οργανισμό του κάθε ανθρώπου» απάντησα στον Αφγανό.
Αφότου ο Αφγανός προσαρμόστηκε και έμαθε τα βασικά από την συγκεκριμένη δουλειά, όταν περάσαμε στην καλοκαιρινή περίοδο και οι ο φόρτος εργασίας έπεσε αρκετά, ο εργοδότης με απέλυσε και κράτησε στην θέση μου τον Αφγανό που πλέον μπορούσε να ανταπεξέλθει. Έτσι εγώ γυρίζω ξανά από πόλη σε πόλη αναζητώντας δουλειά, ενώ ο Αφγανός , παρότι είναι εντελώς ανειδίκευτος , έχει και δεύτερη δουλειά στην ίδια περιοχή πάλι με «Έλληνα» εργοδότη και εισοδήματα που αγγίζουν τα 1300 Ευρώ τον μήνα!
«Αλληλεγγύη στους μετανάστες, κρεμάλα στους φασίστες» έγραφε ένας τοίχος δίπλα μου με υπογραφή ένα «αλφάδι»., όταν με μια μικρή βαλίτσα με τα ελάχιστα πράγματά μου, άλλαζα ξανά πόλη και πήγαινα προς το άγνωστο. Αυτός που το έγραψε, είναι βέβαιο ότι δεν έχει εργαστεί ούτε μια μέρα στην ζωή του. Και επιπλέον το σύνθημα είναι λάθος. «Αλληλεγγύη στους ξένους μετανάστες, κρεμάλα στους Έλληνες μετανάστες στην ίδια τους την χώρα» έπρεπε να λέει. Διότι αυτοί που αποκαλεί ως «φασίστες» αυτός που έγραψε το σύνθημα, δεν είναι φυσικά κάποιοι που αποδέχονται τις θέσεις του συγκεκριμένου πολιτικού ρεύματος που εμφανίστηκε στην Ευρώπη την δεκαετία του 30 , αλλά όλοι οι Έλληνες που θα ήθελαν μια Ελλάδα δίχως λαθρομετανάστες , όλοι οι Έλληνες που κατάντησαν μετανάστες στην ίδια τους την χώρα και που σύμφωνα με την λογική του αναρχοκωλόπαιδου «καλά να πάθουν τέτοιοι φασίστες που είναι». Καλά να πάθουν και έμειναν άνεργοι, καλά να πάθουν που έφυγαν από τον τόπο τους, καλά να πάθουν που βρέθηκαν σε μια «πολυπολιτισμική» κοινωνία ξένοι ανάμεσα σε ξένους, μετανάστες στην ίδια τους την χώρα. Καλά να πάθουν και θα έπρεπε να τους κρεμάσουν κι όλας . Το «έγκλημά τους» είναι «έγκλημα σκέψεως». Πρέπει να «κρεμαστούν» διότι απλώς και μόνο αντιδρούν για την τραγική κατάσταση που βιώνουν. Όπως ότι έγιναν μετανάστες στην ίδια τους την χώρα, ότι όταν βγουν από το σπίτι τους δεν γνωρίζουν εάν θα γυρίσουν ζωντανοί ή αν θα δεχτούν επιθέσεις από ορδές τριτοκοσμικών.
Πρόσφατα, αναζητώντας μια θέση εργασίας, πέρασα αργά το βράδυ από περιοχή κοντά στο Μοναστηράκι για να συναντηθώ με τον πιθανό επόμενο εργοδότη μου, που είχε επιχείρηση στην περιοχή. Έκανα το «λάθος» και πέρασα από κεντρικό δρόμο που αποτελεί πλέον άβατο στην περιοχή, και έτσι βρέθηκα μόνος μου, ανάμεσα σε 17 οπλισμένους νέγρους. 5 είχαν βγάλει τα μαχαίρια και με κοίταζαν και δύο έκοβαν βόλτες με «spray paralyzer». Κάποια στιγμή με πλησίασε ένας νέγρος και μου είπε ότι πουλάνε ναρκωτικά και αν θέλω μπορώ να αγοράσω. Τότε κατάλαβα τον ανεξήγητο μέχρι στιγμής λόγο του γιατί δεν μου είχαν επιτεθεί. Από τον συγκεκριμένο δρόμο πλέον δεν περνά κανένας Έλληνας, παρά μόνο υποψήφιοι πελάτες. Δεν μου επιτέθηκαν διότι με πέρασαν για υποψήφιο πελάτη.
Θυμήθηκα για ακόμα μια φορά την πόλη που κάποτε ζούσα, στην Ελλάδα, τα όσα άφησα εκεί και αναρωτιόμουν το εάν θα καταφέρω να τα ξαναδώ ποτέ. Την τελευταία φορά που κατάφεραν να πάω εκεί , πριν δύο χρόνια , μόνο για λίγες ημέρες για να αναζητήσω ξανά εργασία, είχα εισπράξει την τελευταία μου αρνητική απάντηση από μια ιδιοκτήτρια Μίνι Μάρκετ, που είχε εμφάνιση εμφάνιση μεταξύ μπαρόβιας και μαδημένης ταλαιπωρημένης άπλυτης πατσαβούρας. Έψαχνε νυχτερινό υπάλληλο, ανασφάλιστο, ωράριο 11 το βράδυ έως 6 το πρωί 7 ημέρες την εβδομάδα για 480 Ευρώ τον μήνα! Και είχε βάλει αγγελία στην εφημερίδα για να βρει. «Όταν έβαλα την αγγελία πίστευα ότι δεν θα έρθει κανείς, ποιος θα θέλει να δουλέψει για τόσο λίγα χρήματα νύχτα. Δεν το περίμενα αυτό που συνέβη. Έχετε έρθει 60 άτομα από χθες όμως. Πρέπει να έχει πέσει πολύ ανεργία έ; » μου είπε. «Θα διαλέξω έναν από εσάς». Έκατσα και τις είπα διάφορα εργασιακά προσόντα κάθε είδους που είχα, για να καταλάβει ότι δύσκολα θα έβρισκε καλύτερο άτομο από εμένα για αυτήν την δουλειά. «Η δουλειά αυτή είναι εύκολη, δεν χρειάζεται να ξέρει τίποτε αυτός που θα προσλάβω. Ούτε προϋπηρεσία ούτε γνώσεις ούτε εμπειρία ούτε τίποτε. Δεν θέλω εγώ τέτοια. Προτιμώ κάποιον να μην έχει τίποτε » μου είπε. «Και τότε, πως θα διαλέξεις ποιόν από τους 60 θα προσλάβεις» την ρώτησα. «Αρκεί να είναι καλό παιδί » μου είπε. «Και από τους 60 που ήρθαν, πόσους περίπου τους ένιωσες να είναι καλά παιδιά», την ρώτησα. «περίπου 10» μου είπε. «Εγώ είμαι μέσα τους 10;» την ρώτησα. «Ναι φυσικά και εσύ φαίνεσαι πολύ καλό παιδί» μου είπε. «Αλλά έχεις πολλές ικανότητες, δεν νομίζω εσύ να θες να δουλέψεις με τόσα λίγα λεφτά, δεν νομίζω να είσαι ευχαριστημένος με μια τέτοια δουλειά» μου είπε. «Όχι, είμαι πολύ ευχαριστημένος, Κάνω ότι μπορώ να βρω μια δουλειά για να γυρίσω σπίτι μου και να πάψω να γυρνάω από πόλη σε πόλη σε όλο τον κόσμο. Αν με κρατήσετε θα είμαι πολύ ευχαριστημένος, δεν θέλω τίποτε άλλο μόνο να μπορέσω να ζήσω στον τόπο μου» της είπα. Φυσικά και δεν με προσέλαβε. Προτίμησε κάποιον άλλον ,έναν νεαρό νεοέλληνα που δεν είχε ξαναεργαστεί ποτέ σε οτιδήποτε διότι δεν είχε καμιά ιδιαίτερη ανάγκη να το κάνει, διότι τον συντηρούσαν οι γονείς του , και πήγε να εργαστεί διότι απλώς ήθελε ένα «παραπάνω εισόδημα» που τον έφτανε απλά για να αγοράζει τσιγάρα , να μιλάει στο κινητό του τηλέφωνο και να πίνει περισσότερους καφέδες στις καφετέριες. Της φάνηκε αρκετά «άχρηστος» σε σχέση με εμένα…. Και γι αυτό τον προτίμησε. Η αντιστροφή των αξιών και η συμπάθεια για τον φαινομενικά «αδύνατο» που ανάφερα παραπάνω χτύπησε για μια ακόμη φορά. Μετά από τουλάχιστον 30 ακόμα συναντήσεις με υποψήφιους εργοδότες και πολλά βιογραφικά που τους έδωσα, έφυγα από την πόλη μου για μια ακόμα φορά σκεπτόμενος τα λόγια του Εβραίου Καρλ Μάρξ: «Σοσιαλισμός είναι το σύστημα, στο οποίο η κάθε καθαρίστρια, θα μπορεί να νομοθετεί» (και έτσι ως «ειδική» επί παντός θέματος να καθορίζει στην λήψη αποφάσεων για θέματα που θα απαιτούσαν αξιοκρατία και εξειδικευμένη γνώση, ενώ η ίδια θα καλείται να αποφασίσει για θέματα για τα οποία δεν έχει ούτε και ελάχιστη γνώση για το τι είναι.) Και σκέφτηκα τότε πόσο δίκιο είχε ο Μπενουά στο βιβλίο του «ο προσδιορισμός του κυριότερου εχθρού» όταν έλεγε ότι ο καπιταλισμός είναι Μαρξιστικότερος του Μαρξισμού, και κατάλαβα τελικά πως θα μπορούσε να οριστεί με παρόμοιο τρόπο με αυτόν του Μαρξ, το τι είναι ο καπιταλισμός. Αν ο μαρξισμός είναι το σύστημα στο οποίο η κάθε καθαρίστρια θα έχει την αρμοδιότητα να νομοθετεί , τότε καπιταλισμός είναι το σύστημα, στο οποίο η κάθε πατσαβούρα ξεχωριστά και όλες μαζί ως μάζα θα έχουν την αρμοδιότητα να αποφασίζουν για σένα, να επηρεάζουν την ζωή σου και το μέλλον σου και συχνά να το καθορίζουν. Δεν είναι εντυπωσιακό, να συνειδητοποιήσει κανείς, ότι στον «φιλελευθερισμό» η δυνατότητα ενός ανθρώπου να παραμείνει στον τόπο του όπου και να εργαστεί, δεν καθορίζεται ούτε από τον ίδιο ούτε από την απόφαση κάποιας οργανωμένης και αξιοκρατικά ιεαρχημένης κοινότητος, αλλά εξαρτάται από την προσωπική απόφαση και επιλογή της κάθε πατσαβούρας που παριστάνει τον «εργοδότη» και τον «επιχειρηματία»… Έτσι κατάντησαν την Ελλάδα, αν θες να επιβιώσεις να πρέπει να παρακαλάς την κάθε πατσαβούρα και τον κάθε άχρηστο ηλίθιο που ποιος ξέρει που τα βρήκε τα χρήματα να ανοίξει προσωρινά μια «επιχείρηση» που είτε σύντομα θα κλείσει γιατί δεν έχει ιδέα πώς να την διαχειριστεί είτε θα καταφέρει να επιβιώσει εντελώς αναξιοκρατικά, αποκλειστικά και μόνο μέσα από την παρανομία , με την φοροδιαφυγή και την μαύρη εργασία των εργαζομένων της, και να καταφέρεις να τους πείσεις να διαλέξουν εσένα ανάμεσα σε δεκάδες άλλους ανέργους, και ο καθένας επιλέγει ποιόν θα προσλάβει με τα δικά του απροσδιόριστα και εντελώς προσωπικά, και προφανώς μη αξιοκρατικά κριτήρια. Και καθότι έχουμε δημοκρατία , το μέλλον του έθνους και της φυλής εξαρτάται από τις αποφάσεις και τις επιλογές μιας μάζας τέτοιων ατομικοτήτων, στην οποίαν περιέχονται και κάθε είδους εντελώς πνευματικά διαβρωμένοι άνθρωποι. Έτσι λειτουργεί ο φιλελευθερισμός. Η τύχη του καθενός και επομένως η τύχη του έθνους, να βρίσκεται στα χέρια της ατομικής συνειδήσεως του κάθε ιδιώτη, ενώ τα Μέσα Μαζικής Εξαπατήσεως , η διαβρωμένη εκπαίδευση, η διαλυμένη κοινωνία και κάθε είδους πολιτικάντηδες απατεώνες, αγωνίζονται στο να διαφθείρουν ακόμα περισσότερο αυτές τις άρρωστες συνειδήσεις των ιδιωτών.
Αυτά είναι κάποια ελάχιστα μόνο στοιχεία που θα μπορούσαν να δώσουν μια στοιχειώδη αίσθηση για το ποια είναι σήμερα η κατάσταση που βιώνουν στην χώρα τους όσοι Έλληνες που έχουν πραγματικά την διάθεση και την επιθυμία να εργαστούν , να δημιουργήσουν και να οικοδομήσουν και όχι να αράζουν στις καφετέριες είτε να λειτουργούν παρασιτικά. Ενδιαφέρον όμως έχει να μάθουμε και την κατάσταση του Αφγανού. Ο Έλληνας εργάτης έφυγε από τον τόπο του μετανάστης γιατί δεν μπορούσε να βρει εκεί οποιαδήποτε εργασία, και δεν είχε χρήματα ούτε για να φάει. Ισχύουν τα ίδια άραγε και για τον «καημένο Αφγανό» λαθρομετανάστη που πήρε την δουλειά του Έλληνα εργάτη; Θα το μάθετε από τον ίδιο τον Αφγανό, διαβάζοντας παρακάτω την συζήτηση που κάναμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.