Δεν υπάρχει προσωπικότητα που να εκφράζει καλύτερα την κατρακύλα της μεταπολίτευσης όσο ο Άκης Τσοχατζόπουλος. Είναι δύσκολο να βρει κάποιος ένα πρόσωπο που να έχει χάσει παντελώς την αίσθηση του τι σημαίνει να διαπράξεις ύβρη. Δυστυχώς δεν ήταν μόνος του.
Αν προσεκτικά δούμε την πορεία της μεταπολίτευσης θα διαπιστώσουμε ότι οι αδυναμίες που μας οδήγησαν στην σημερινή κρίση ήταν προϋπάρχουσες. Η διαφορά έγκειται στο ότι κατά την διάρκεια της μεταπολίτευσης χάσαμε κάθε αίσθηση ορίου, κάθε έννοια διαχωρισμού του επιτρεπτού και μη.
Η Ελλάδα της “Αλλαγής” είναι η χώρα όπου σχεδόν όλα επιτρέπονται. Πολύ περισσότερο αν υπάρχει πίσω από το αίτημα ή την όποια επιθυμία, ένα πραγματικό ή μη θύμα της επάρατης δεξιάς.
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος και η γενιά κατά κάποιο τρόπο κουβαλούν τα βάσανα ενός ολόκληρου έθνους και την δεκαετία του 80 είναι η στιγμή που οι ‘αγώνες΄και οι ‘διώξεις’ είναι έτοιμες να εξαργυρωθούν, με το αζημίωτο, όταν “λαός - ΠΑΣΟΚ” καταλαμβάνουν την εξουσία.
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος θα έχει όλες τις προδιαγραφές για μια γρήγορη ανέλιξη στο πολιτικό σκηνικό. Όπως θα λένε οι σύντροφοι του συχνά “οι παλάμες του σλήρυναν από το χειροκρότημα.” Το σύστημα έχει ανάγκη από πιστούς οπαδούς, εξ ου και το «Τι ώρα είναι, Ακη;». «Ο,τι ώρα πείτε, πρόεδρε». Οπαδούς που δεν είναι κατ’ ανάγκη και οι πιο λαμπερές λάμπες στον πολυέλεο, εξ ου και το αστείο ότι “στο «Πεντελικόν», στην κρίσιμη συνεδρίαση που θα έβγαζε γραμματέα, ο Παπανδρέου γύρισε και ρώτησε εμπιστευτικά: «Ακη, θες να γίνεις γραμματέας;». Κι ο Ακης απάντησε «μα, πρόεδρε, δεν ξέρω γραφομηχανή!».”
Ο πολιτικός λόγος του Άκη Τσοχατζόπουλου είναι πάντα διανθισμένος από σοσιαλιστικές κορώνες. Σε αυτές προστίθεται και μια κενολογία, εντελώς θολή, περί τομών, αξιών, συγκλητικές διαρθρώσεις, κοινωνικές δομές και δράσεις που πρόδιδαν μια κάποια σχέση με μια ποπ κοινωνιολογία του 70.
Το μόνο που είναι ξεκάθαρο στον πολιτικό του λόγο είναι η απέχθεια του για την επάρατη δεξιά, για τον φιλελευθερισμό ή τον νεοφιλελευθερισμό. Πιστεύω αυτή η απέχθεια ήταν κάτι περισσότερο από ένα προϊόν παραταξιακής αντιπαλότητας. Ήταν ακόμα και μια αντιπάθεια για την ύπαρξη ορίων και κανόνων, που αυτές οι ιδεολογίες και πιστεύω υποδήλωναν για τον άνθρωπο και τους θεσμούς που δημιούργησε.
Στην Ελλάδα της “Αλλαγής” θα πρέπει να είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ότι θέλουμε, με την προϋπόθεση ότι α) αναμιγνύουμε το κράτος και β) ότι αυτό που κάνουμε κατά κανόνα είναι ενάντια σε αυτό που θα λέγαμε γενικό συμφέρον. Έτσι οι δημόσιοι υπάλληλοι προσποιούνται ότι εργάζονται, οι ελεύθεροι επαγγελματίες προσποιούνται ότι πληρώνουν φόρους και οι πολιτικοί προσποιούνται ότι κυβερνούν με αυταπάρνηση για το κοινό καλό.
Όλα αυτά μπορούν να γίνουν επειδή μεταξύ των πεπραγμένων μας και της σκληρής πραγματικότητας υπάρχει μια ενδιάμεση εικονική κατάσταση, μια προστατευτική ασπίδα, που δεν είναι τίποτε άλλο, από τον αλόγιστο δανεισμό, που από την δεκαετία του 80 θα πάρει τρομακτικές διαστάσεις.
Πρέπει ο πολίτης να ανησυχεί για τους πολλούς και κομματικούς διορισμούς; Για τις αλόγιστες κρατικές δαπάνες; Για το αδικαιολόγητο lifestyle γνωστών πολιτικών και των ημέτερων τους;
Ασφαλώς όχι, αφού “λεφτά υπάρχουν.” Είναι τα λεφτά που δανειζόμαστε από τους κουτόφραγκους και θα τα πληρώσουν κάποιοι άλλοι κουτοέλληνες σε ένα πολύ μακρινό 2010.
Για το πως αντιδρούσαν οι Έλληνες στην διαφθορά είναι ενδιαφέρον να διαβάσετε το παρακάτω εδάφιο από την μικροπολιτική στήλη των Νέων. Παρεμπιπτόντως, δεν δημοσιεύθηκε ούτε το 1985, ούτε το 1995. Είναι από τον Οκτώβρη του 2004:
Είναι θετικό που τώρα το άκουσμα του ονόματος του Άκη Τσοχατζόπουλου μας φέρνει αηδία. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι για ένα μεγάλο διάστημα, ήταν πρώτος μεταξύ πολλών ομοίων.
Αν προσεκτικά δούμε την πορεία της μεταπολίτευσης θα διαπιστώσουμε ότι οι αδυναμίες που μας οδήγησαν στην σημερινή κρίση ήταν προϋπάρχουσες. Η διαφορά έγκειται στο ότι κατά την διάρκεια της μεταπολίτευσης χάσαμε κάθε αίσθηση ορίου, κάθε έννοια διαχωρισμού του επιτρεπτού και μη.
Η Ελλάδα της “Αλλαγής” είναι η χώρα όπου σχεδόν όλα επιτρέπονται. Πολύ περισσότερο αν υπάρχει πίσω από το αίτημα ή την όποια επιθυμία, ένα πραγματικό ή μη θύμα της επάρατης δεξιάς.
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος και η γενιά κατά κάποιο τρόπο κουβαλούν τα βάσανα ενός ολόκληρου έθνους και την δεκαετία του 80 είναι η στιγμή που οι ‘αγώνες΄και οι ‘διώξεις’ είναι έτοιμες να εξαργυρωθούν, με το αζημίωτο, όταν “λαός - ΠΑΣΟΚ” καταλαμβάνουν την εξουσία.
Ο Άκης Τσοχατζόπουλος θα έχει όλες τις προδιαγραφές για μια γρήγορη ανέλιξη στο πολιτικό σκηνικό. Όπως θα λένε οι σύντροφοι του συχνά “οι παλάμες του σλήρυναν από το χειροκρότημα.” Το σύστημα έχει ανάγκη από πιστούς οπαδούς, εξ ου και το «Τι ώρα είναι, Ακη;». «Ο,τι ώρα πείτε, πρόεδρε». Οπαδούς που δεν είναι κατ’ ανάγκη και οι πιο λαμπερές λάμπες στον πολυέλεο, εξ ου και το αστείο ότι “στο «Πεντελικόν», στην κρίσιμη συνεδρίαση που θα έβγαζε γραμματέα, ο Παπανδρέου γύρισε και ρώτησε εμπιστευτικά: «Ακη, θες να γίνεις γραμματέας;». Κι ο Ακης απάντησε «μα, πρόεδρε, δεν ξέρω γραφομηχανή!».”
Ο πολιτικός λόγος του Άκη Τσοχατζόπουλου είναι πάντα διανθισμένος από σοσιαλιστικές κορώνες. Σε αυτές προστίθεται και μια κενολογία, εντελώς θολή, περί τομών, αξιών, συγκλητικές διαρθρώσεις, κοινωνικές δομές και δράσεις που πρόδιδαν μια κάποια σχέση με μια ποπ κοινωνιολογία του 70.
Το μόνο που είναι ξεκάθαρο στον πολιτικό του λόγο είναι η απέχθεια του για την επάρατη δεξιά, για τον φιλελευθερισμό ή τον νεοφιλελευθερισμό. Πιστεύω αυτή η απέχθεια ήταν κάτι περισσότερο από ένα προϊόν παραταξιακής αντιπαλότητας. Ήταν ακόμα και μια αντιπάθεια για την ύπαρξη ορίων και κανόνων, που αυτές οι ιδεολογίες και πιστεύω υποδήλωναν για τον άνθρωπο και τους θεσμούς που δημιούργησε.
Στην Ελλάδα της “Αλλαγής” θα πρέπει να είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε ότι θέλουμε, με την προϋπόθεση ότι α) αναμιγνύουμε το κράτος και β) ότι αυτό που κάνουμε κατά κανόνα είναι ενάντια σε αυτό που θα λέγαμε γενικό συμφέρον. Έτσι οι δημόσιοι υπάλληλοι προσποιούνται ότι εργάζονται, οι ελεύθεροι επαγγελματίες προσποιούνται ότι πληρώνουν φόρους και οι πολιτικοί προσποιούνται ότι κυβερνούν με αυταπάρνηση για το κοινό καλό.
Όλα αυτά μπορούν να γίνουν επειδή μεταξύ των πεπραγμένων μας και της σκληρής πραγματικότητας υπάρχει μια ενδιάμεση εικονική κατάσταση, μια προστατευτική ασπίδα, που δεν είναι τίποτε άλλο, από τον αλόγιστο δανεισμό, που από την δεκαετία του 80 θα πάρει τρομακτικές διαστάσεις.
Πρέπει ο πολίτης να ανησυχεί για τους πολλούς και κομματικούς διορισμούς; Για τις αλόγιστες κρατικές δαπάνες; Για το αδικαιολόγητο lifestyle γνωστών πολιτικών και των ημέτερων τους;
Ασφαλώς όχι, αφού “λεφτά υπάρχουν.” Είναι τα λεφτά που δανειζόμαστε από τους κουτόφραγκους και θα τα πληρώσουν κάποιοι άλλοι κουτοέλληνες σε ένα πολύ μακρινό 2010.
Για το πως αντιδρούσαν οι Έλληνες στην διαφθορά είναι ενδιαφέρον να διαβάσετε το παρακάτω εδάφιο από την μικροπολιτική στήλη των Νέων. Παρεμπιπτόντως, δεν δημοσιεύθηκε ούτε το 1985, ούτε το 1995. Είναι από τον Οκτώβρη του 2004:
Mε ένα λευκό πουκάμισο περιφερόταν όλη μέρα χθες στον Νομό Καβάλας ο Ακης. Ο Τσοχατζόπουλος ήταν επικεφαλής κλιμακίου του ΠΑΣΟΚ για τον προσυνεδριακό διάλογο. Ωστόσο, οι σκηνές ροκ που εκτυλίχθηκαν κυριακάτικα έδωσαν στην επίσκεψη ευρύτερα πολιτικό χαρακτήρα και σαφώς προσωπικό χρώμα.Κρατήστε το “Βάστα γερά”, το “πολιτική καταιγίδα συμπαράστασης” και το “ότι ποτέ τα εξοπλιστικά δεν συγκίνησαν τόσους πολλούς στο ΠΑΣΟΚ.” Αν δεν κάνω λάθος, τα εξοπλιστικά, θα πρέπει να φέρνουν ακόμα κάποια ρίγη συγκίνησης στο κίνημα, ειδικά τελευταία.
H προσέλευση του κόσμου ήταν τόσο μεγάλη και οι εκδηλώσεις τόσο έντονες που, κάποια στιγμή, στον Δήμο Ορεινού, όπου γινόταν και μεγάλη αγροτική έκθεση, τα κομματικά στελέχη που συνόδευαν τον Ακη τον έχασαν για μερικά λεπτά μέσα στο πλήθος! Το αγκάλιασμα του κόσμου ήταν τόσο αυθόρμητο και η έκφραση συμπαράστασης -«Βάστα γερά!»- για το θέμα της εξεταστικής επιτροπής ήταν τόσο καθαρή, ώστε δικαιούμαι να πω ότι ποτέ τα εξοπλιστικά δεν συγκίνησαν τόσους πολλούς στο ΠΑΣΟΚ.
Με τα τσίπουρα, τα κεράσματα και τη θέρμη του κόσμου άνοιξε η όρεξη του Ακη. Ο Τσοχατζόπουλος σταμάτησε το μεσημέρι για φαγητό σε ταβέρνα μεταξύ Λεκάνης και Κεχρόκαμπου. Εκεί συνάντησε κλίμα αντίστοιχο, αλλά ευτυχώς τον άφησαν να βάλει κάτι στο στόμα του. Για τα εσωκομματικά δεν έχω κάτι να προσθέσω. Πέρασαν, άλλωστε, σε δεύτερη μοίρα σε αυτή την πολιτική καταιγίδα συμπαράστασης, υπό τους ήχους ποντιακών λυρών.
Είναι θετικό που τώρα το άκουσμα του ονόματος του Άκη Τσοχατζόπουλου μας φέρνει αηδία. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι για ένα μεγάλο διάστημα, ήταν πρώτος μεταξύ πολλών ομοίων.
http://blemilo.blogspot.com/2011/04/blog-post_11.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.