του Μιχάλη Ιγνατίου
Τελικά είμαστε, όντως, ένας περίεργος λαός ή απλά μας τυφλώνει η τάση αυτοκαταστροφής; Εδώ και μέρες ξεκίνησε μία συζήτηση για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, η οποία προκαλεί τεράστια ζημία στη χώρα, για τον απλούστατο λόγο ότι η κυβέρνηση και ειδικά το οικονομικό επιτελείο χάνουν και την ελάχιστη αξιοπιστία που τους είχε απομείνει μετά τα συνεχή ήξεις αφίξεις και ύστερα από τόσες αποτυχημένες προσπάθειες να εφαρμοστεί το Πρόγραμμα Σταθερότητας. Παρ’ όλα αυτά δεν σταματάμε τη συζήτηση, αντίθετα τη συντηρούμε δίνοντας τροφή για ειρωνικά σχόλια και παιγνίδια εις βάρος της πατρίδας μας.
Τελικά είμαστε, όντως, ένας περίεργος λαός ή απλά μας τυφλώνει η τάση αυτοκαταστροφής; Εδώ και μέρες ξεκίνησε μία συζήτηση για την αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, η οποία προκαλεί τεράστια ζημία στη χώρα, για τον απλούστατο λόγο ότι η κυβέρνηση και ειδικά το οικονομικό επιτελείο χάνουν και την ελάχιστη αξιοπιστία που τους είχε απομείνει μετά τα συνεχή ήξεις αφίξεις και ύστερα από τόσες αποτυχημένες προσπάθειες να εφαρμοστεί το Πρόγραμμα Σταθερότητας. Παρ’ όλα αυτά δεν σταματάμε τη συζήτηση, αντίθετα τη συντηρούμε δίνοντας τροφή για ειρωνικά σχόλια και παιγνίδια εις βάρος της πατρίδας μας.
Ακούγοντας την Τετάρτη το πρωί τον διευθυντή του τμήματος νομισματικής πολιτικής και κεφαλαιαγορών του Ταμείου, Χοζέ Βινιάλς, να λέει ότι από τη στιγμή που μια χώρα απωλέσει την εμπιστοσύνη των αγορών δεν μπορεί να την επανακτήσει άμεσα και πως για να συμβεί αυτό χρειάζεται χρόνος και η χώρα οφείλει στην πορεία να επιδείξει την αναγκαία αποφασιστικότητα, με κυριάρχησε θλίψη αλλά και απόγνωση. Πρόκειται για βαριές κουβέντες που ακούω καθημερινά στην αμερικανική πρωτεύουσα, αλλά όταν τις εκστομίζει ένα μεγαλόστελεχος του ΔΝΤ και, μάλιστα, δημόσια, νοιώθεις ότι οι ξένοι έχουν ήδη διαπιστώσει πως δεν γίνεται τίποτα σωστό σ’ αυτόν τον τόπο.
Τη Δευτέρα το βράδυ δέχθηκα πρόσκληση από έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο για να συζητήσουμε την κατάσταση ενόψει της εαρινής συνάντησης του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Την παρέα συμπλήρωσε ένας συνάδελφος της εφημερίδας Washington Post, ο οποίος γνώρισε την Ελλάδα το 1963 και από τότε την αγάπησε με πάθος. Μιλούσε για την χώρα μας με πόνο. Φεύγοντας από τον τόπο της συνάντησης επέλεξα να περπατήσω μέχρι το σπίτι μου, περισσότερο για να πάρω μία ανάσα, ώστε να μπορέσω να χωνέψω τα συμπεράσματα της συζήτησης.
Το βασικό συμπέρασμα ήταν ότι «δεν πάμε καλά». Αυτές οι τρεις λέξεις κρύβουν τα τραγικά λάθη που έγιναν μετά την επιβολή του Μνημονίου. Ανεξάρτητα απ’ όσα υποστηρίζουν δημόσια, τα οποία κυριαρχούνται από αισιοδοξία, στο Ταμείο θεωρούν ότι το Πρόγραμμα Σταθερότητας δεν εφαρμόζεται και η κρίση μεγαλώνει και επεκτείνεται και στον ιδιωτικό τομέα. Παλαιότερα άκουγα την φράση ότι «πτώχευσε το κράτος, όχι ο λαός». Η φράση άλλαξε: «πτώχευσε το κράτος, πτωχεύει και ο λαός». Παλαιότερα έλεγαν, επίσης, ότι οι Ελληνες «έχουν κομπόδεμα για ώρα ανάγκης». Τώρα ομολογούν πως και αυτό το κομπόδεμα εξαντλείται. Αρα, βρίσκεται σε κίνδυνο και η ραχοκοκκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Είναι μερικές φορές που οι δανειστές μας, ιδιαίτερα οι αξιωματούχοι του Ταμείου που όσο και αν ακούγεται περίεργο δείχνουν μεγαλύτερη ευαισθησία, σηκώνουν τα χέρια ψηλά όταν έρχεται η συζήτηση στα θέματα που ανέλαβε να υλοποιήσει η κυβέρνηση. Δεν μπορούν να αντιληφθούν την παντελή ανυπαρξία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Δεν μπορούν να εννοήσουν τους λόγους για τους οποίους ένα χρόνο μετά το Μνημόνιο η ατιμωρησία είναι κανόνας. Τα δύο αυτά θέματα έχουν εκθέσει ανεπανόρθωτα τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Οικονομικών. Ιδιαίτερα για τον κ. Παπανδρέου οι συνομιλητές του θυμούνται ότι όταν αντιλήφθηκε –υποτίθεται- στο Νταβός την πραγματική κατάσταση της οικονομίας, τους υποσχέθηκε ότι εάν τον βοηθήσουν θα ανοίξει τις φυλακές για τους επίορκους πολιτικούς και τους φοροφυγάδες. «Μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές όλοι είναι έξω,» απάντησα στον δημοσιογράφο της Washington Post που ρώτησε σχετικά, γνωρίζοντας πως στην Αμερική των αντιθέσεων και των συμφερόντων υπάρχει και κρίση και τιμωρία. Ειλικρινά, πώς είναι δυνατόν να ανεχόμαστε την ατιμωρησία;
Από τον περασμένο Αύγουστο έχω μία απορία που μου γεννήθηκε όταν μία σημαντική πηγή στο Ταμείο ισχυρίστηκε ότι ο πρωθυπουργός είχε δώσει προσωπική υπόσχεση στον Ντομινίκ Στρος Καν ότι θα πατάξει την διαφθορά και την φοροδιαφυγή και θα τιμωρήσει όσους πόνεσαν τον λαό. Κοιμάται ήσυχος ο κ. Παπανδρέου τα βράδια; Γιατί μετά από τόσους μήνες δεν υλοποίησε την υπόσχεσή του; Και είναι μία υπόσχεση που θα χαροποιούσε τον ελληνικό λαό, ο οποίος σίγουρα θα εκτιμούσε την πρωθυπουργική πράξη και θα του έδειχνε και άλλη ανοχή. Πώς είναι δυνατόν να ζητά «να βάλουν πλάτη» οι Ελληνίδες και οι Ελληνες όταν ο ίδιος δεν έχει πράξει το παραμικρό για να τιμωρηθεί έστω και ένας από τους φταίχτες;
Γιατί να ελπίζουμε κύριε πρωθυπουργέ όταν ακούμε τα τρομερά και φοβερά που συμβαίνουν στον τόπο μας; Ενοιωσα να με ρίχνουν στη γη και να με ποδοπατούν όταν πληροφορήθηκα από την πιό αξιόπιστη πηγή που έχω στην Ουάσιγκτον ότι σύζυγος πολιτικού, που διετέλεσε και υπουργός, συμβούλευσε αλλοδαπή κυρία που έχει σχέση με ντόπιους και ξένους μεγαλοτραπεζίτες να ψωνίζει μόνο από το τάδε μαγαζί στο Κολωνάκι και να μην ζητά απόδειξη για να της κάνουν έκπτωση 40%… Εσείς πώς θα νοιώθατε κύριε Παπανδρέου;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.