Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας και ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς είναι ζοφερή. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε τέλμα, δεν υπάρχει αναπτυξιακή προοπτική, ο κίνδυνος χρεοκοπίας ελλοχεύει και τα spreads και CDS στα ομόλογα αποδεικνύουν ότι οι αγορές δεν πείστηκαν, ούτε με τα αποτελέσματα των Βρυξελλών, ούτε με το σχέδιο για την δημιουργία εσόδων 50 δις ευρώ από αποκρατικοποιήσεις…
Η αγορά θεωρεί ότι η Ελλάδα πήρε πολύ λίγα, η Ευρώπη διασφάλισε περισσότερα ενώ για τα 50 δις ευρώ είναι προφανές ότι δεν έχουν πειστεί ούτε αυτοί που τα εξήγγειλαν, δηλαδή οι έλληνες πολιτικοί. Στο οικονομικό σκέλος λοιπόν η χώρα δεν έχει αποφύγει τον κίνδυνο ενώ ακόμη σημαντικότερο δεν υπάρχει σημάδι ανάπτυξης και ανάκαμψης. Χωρίς ανάπτυξη και με μια λογική εισπρακτική το οικονομικό σύστημα της χώρας θα αποσυντεθεί. Στο χρηματιστήριο η κατάσταση είναι ανάλογη. Την είναι η αγορά είναι ο μηχανισμός που αποτυπώνει σε αγοραίες αξίες, που τιμολογεί τον πλούτο της χώρας ή τις βασικές παραμέτρους της οικονομίας. Προσεγγίζοντας το θέμα ρεαλιστικά και αντικειμενικά οι μετοχές βρίσκονται σε αποσύνθεση. Το ελληνικό χρηματιστήριο δεν θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί από την οικονομία από το περιβάλλον που λειτουργεί. Το ελληνικό χρηματιστήριο έχει χάσει ένα βασικό μηχανισμό λειτουργίας του την προεξόφληση, δεν έχει κάτι να προεξοφλήσει η αγορά. Ποντάρει μόνο στο αν θα χρεοκοπήσει ή δεν θα χρεοκοπήσει η οικονομία. Και ενώ οικονομία και χρηματιστήριο αποσυντίθενται οι τράπεζες δεν μπορούν να διαδραματίσουν τον θεσμικό τους ρόλο να χρηματοδοτήσουν την οικονομία. Οι τράπεζες βλέπουν τον υπό διαχείριση πλούτο τους να μειώνεται λόγω της μείωσης καταθέσεων και να αυξάνεται ο δανεισμός. Δηλαδή και οι τράπεζες βρέθηκαν στην ίδια παγίδα αδιεξόδου της οικονομίας. Όμως το βασικότερο όσο είναι εξαρτημένες από την ΕΚΤ έχοντας αντλήσει 97,7 δις ευρώ οι ελληνικές τράπεζες δεν θα μπορέσουν να επιτελέσουν τον θεσμικό τους ρόλο να συμβάλλουν στην αύξηση του πλούτου της χώρας και να χρηματοδοτήσουν την οικονομία. Η εικόνα είναι ζοφερή και θα μπορούσε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η χώρα βρίσκεται σε αδιέξοδο, η αγορά βρίσκεται σε αδιέξοδο, οι τράπεζες σε αδιέξοδο άρα είμαστε καταδικασμένοι να προσκρούσουμε με σφοδρότητα στον τοίχο… Υπάρχει διέξοδος, υπάρχει λύση; Προφανώς μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Στην κατάσταση που βρίσκεται η ασθενική ελληνική οικονομία χρειάζεται ένα σοκ το οποίο ή θα την συνεφέρει ή θα την οδηγήσει γρηγορότερα στο αδιέξοδο. Παράγοντες της αγοράς αναφέρουν ότι η Ελλάδα χρειάζεται θεραπεία σοκ. Ποια μπορεί να είναι αυτή η θεραπεία σοκ; Στην οικονομία haircut 30%, στις τράπεζες να υποχρεωθούν να συγχωνευθούν ώστε αυτές οι δύο παράμετροι να μπορέσουν να αποτυπωθούν και στην αγορά που θα προεξοφλήσει αν είμαστε στην αρχή του τέλους ή στο τέλος της αρχής μιας νέας περιόδου, μιας διαφορετικής Ελλάδος. Η Ελλάδα χρειάζεται θεραπεία σοκ και με ημίμετρα λύσεις, προοπτική στην χώρα δεν υπάρχει. Πολλές προτάσεις έχουν κατατεθεί αλλά καμία δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική σε τέτοιο οικονομικό περιβάλλον. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα αν προχωρήσει σε haircut θα τεθεί εκτός αγορών; Ερώτηση μα η Ελλάδα δεν είναι εκτός αγορών; Η Ελλάδα θέλει μια θεραπεία σοκ η οποία να είναι τόσο καλά σχεδιασμένη και μελετημένη ώστε να πείσει τις αγορές. Όσο και αν θεωρηθεί ακραίο το haircut μπορεί να εκγλυφθεί θετικά μετά το πρώτο σοκ αν η Ελλάδα παρουσιάσει ένα σχέδιο ανάπτυξης ουσίας. Με μέτρα θα πουλήσουμε για να μαζέψουμε 50 δις ευρώ είναι θεωρίες και ενίοτε για αγρίους. Το σύστημα χρειάζεται σοκ π.χ. μαζικές απολύσεις στο δημόσιο, κλείσιμο ΔΕΚΟ άμεσα. Η Ελλάδα μετά την κρίση θα είναι μικρότερη και φτωχότερη αλλά τουλάχιστον θα μπορεί να διαχειριστεί τα αναθεωρημένα χρέη της. Επίσης μια μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα είναι να λειτουργήσει σαν την Γερμανία. Η Γερμανία δανείζεται πολύ λιγότερα από ότι η Ελλάδα αναλογικά με το μέγεθος των δύο οικονομιών καθώς συντηρείται σε μεγάλο βαθμό από την φοροδοτική ικανότητα της οικονομίας. Μόνο αν δημιουργηθεί σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα θα πεισθούν οι αγορές ότι το χρέος είναι βιώσιμο, δηλαδή ότι μπορούμε να το εξυπηρετούμε χωρίς να το αυξάνουμε.
Πέτρος Λεωτσάκος