Η κρίση της Ελληνικής οικονομίας συνδυάζεται με μια πολύπλευρη κρίση της ελληνικής κοινωνίας συνολικά. Θα περίμενες κανείς στις σημερινές συνθήκες ο μεγάλος κερδισμένος στο πολιτικό σκηνικό να είναι η αριστερά. Αντί αυτού παρατηρεί κανείς ότι ο πολιτικός χώρος της αριστεράς είναι αυτός που διαπερνάτε περισσότερο από την κρίση, ιδιαίτερα η ρεφορμιστική και η ριζοσπαστική συνισταμένη του. Το φαινόμενο απαιτεί την εξήγησή του: Για ποιο λόγο τη στιγμή που οι νεοφιλελεύθερες συνταγές οδήγησαν τη χώρα σε βαριά οικονομική κρίση και πολλαπλή εξάρτηση από ξένα κέντρα, στην πρακτική πολιτική αναβιώνει η πιο σκληρή νεοφιλελεύθερη μονόπλευρη λιτότητα;
Πότε μεγαλούργησε η αριστερά και τα σημερινά της βαθιά ελλείμματα
Ανεξάρτητα από τις απόψεις που μπορεί κανείς να έχει για την αριστερά, πάντα αξίζει τον κόπο να διερευνά τους όρους πολιτικής της επιτυχίας. Δηλαδή, πότε και πώς έβρισκε τον δρόμο για το «μεγάλο ακροατήριο» και αυτό την εμπιστευόταν. Κατά την προσωπική μου πείρα, μελέτη και γνώμη, αυτοί ήταν διαχρονικά οι εξής :
α) Η αριστερά ως μια ενότητα υπεράσπισης δικαιωμάτων και προώθησης οραμάτων
Αυτό σήμαινε ότι η αριστερά δεν ήταν ποτέ μόνο των μεγάλων λόγων και των στρατηγικών ενοράσεων. Εξίσου δεν ήταν ποτέ μόνο της πρακτικής πάλης μέσα στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Η αριστερά ήταν πάντα ένας ζωντανός οργανισμός υπεράσπισης δικαιωμάτων των πολιτών, ιδιαίτερα των μισθωτά εργαζόμενων. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν, ταυτόχρονα, φορέας μιας δημιουργικής δημοκρατικής αντίληψης για τη ζωή και των άνθρωπο. Είχε οράματα. Παρήγαγε προσμονές και ελπίδες πάνω σε αυτό τον κόσμο και όχι για την μετά θάνατο ζωή. Όταν η αριστερά έχανε ένα από αυτά τα στοιχεία κινδύνευε ή να μετατραπεί σε μια σέκτα φαντασιώσεων ή σε μια δύναμη η οποία απλά προσπαθούσε να καλλωπίσει το υπάρχον. Για αυτό, η αριστερά δεν απέκλεισε στον εαυτό της ποτέ τη δυνατότητα να κυβερνήσει, αλλά ούτε έκανε υπαρξιακό της αυτοσκοπό την διακυβέρνηση. Διότι αν το έκανε, στο τέλος της ημέρας, αντί να κυβερνά προς όφελος των πολιτών, προς υλοποίηση του προγράμματός και της υλοποίησης των οραμάτων της, κυβέρνησε, όπως έδειξε το 1989, ως μια κυβέρνηση διαχείρισης των συμφερόντων της διαπλοκής.
β) Η αριστερά ως φορέας του καινούργιου με δημοκρατικές αρχές και παραδειγματικά θετική πρακτική
Η αριστερά προσπαθούσε να είναι πάντα μια πολιτική δύναμη αρχών και αξιών. Όταν, όμως, αυτές τις κατανοούσε ως αλήθειες που είχαν δοθεί μιας και δια παντώς, οι οποίες δεν χρειαζόταν να λαμβάνουν υπόψη τους τις πραγματικές αλλαγές που συνέβαιναν γύρο της, τότε κινδύνευε από έναν δογματισμό και μια ξύλινη γλώσσα που την ξέκοβε από τις μεγάλες μερίδες των πολιτών. Την αποξένωνε από τα προβλήματα και τα αισθήματά τους. Από την άλλη όμως, όταν εγκατέλειπε τις αρχές και τις αξίες της, στο όνομα των αλλαγών που συνέβαιναν γύρω της, τότε γινόταν ένα κακέκτυπο των άλλων δυνάμεων και κανείς δεν είχε λόγο να την ακολουθεί σε μια δύσκολη πορεία.Η αριστερά έχει ανάγκη μιας παραδειγματικής και δημιουργικής πρακτικής. Η δύναμη του παραδείγματος είναι η πιο πειστική επιχειρηματολογία μέσα στην καθημερινότητα. Όταν, όμως, εξαιρετικά καλά στελέχη της αριστεράς ή και ομάδες δείχνουν ως να επιλέγουν να δώσουν την μάχη της καρέκλας στον μικρόκοσμό τους, τότε και οι πολίτες αποκτούν την αίσθηση ότι δεν διαφέρουν σε πολλά και από τους εξουσιαστές και εξουσιομανείς των μεγάλων κομμάτων. Σε αυτά τα πλαίσια οι πολίτες επιλέγουν τους μεγαλοεξουσιαστές από τους μικροεξουσιαστές. Διότι η εξουσία των πρώτων τους αφορά άμεσα. Η δεύτερη, κατά κανόνα, τους είναι αδιάφορη.Τέλος, για να είναι η αριστερά ελκυστική και πειστική δεν πρέπει να περιορίζεται σε μεγάλους αντιπολιτευτικές ρητορείες ή και διακηρύξεις ουτοπίας. Οφείλει να αποδεικνύει ότι είναι μια δύναμη που γνωρίζει και μαθαίνει από το καινούργιο. Ότι ενσωματώνει στην πολιτική της τις πιο πρόσφατες και σημαντικές επιτυχίες της επιστήμης. Δυστυχώς, ενώ το 1960-5 η αριστερά εκλαΐκευε τις αιχμές των επιστημών της εποχής της, όπως, επί παραδείγματι, το τι είναι «Πολιτική Κυβερνητική», ενώ πάντα τα στελέχη της χαρακτηρίζονταν από μεγάλη μόρφωσή σε όλο το πεδίο των επιστημονικών κατακτήσεων προκειμένου να διατυπώσουν πολιτικές προτάσεις, σήμερα δείχνει να είναι σε αυτό τον τομέα πιο φτωχή από ποτέ.
γ) Η αριστερά ως δύναμη κοινωνικής διεκδίκησης και πατριωτισμού
Η αριστερά μεγαλούργησε πάντα όταν συνέδεε αυτό που ονομάζουμε κοινωνικό ζήτημα με τον πατριωτισμό. Όταν ξέκοβε το ένα από το άλλο τότε δεν ανταποκρίνονταν στα αισθήματα και τις ανάγκες των πολιτών. Το ΕΑΜ έθεσε τόσο το ζήτημα της σωτηρίας του λαού από την πείνα, όσο και την ανάγκη δραστήριας στράτευσης ενάντια στην κατοχή. Σε αυτό συνεργάστηκε με τα λαϊκά στοιχεία της εκκλησίας, με αστούς διανοούμενους, με πατριώτες επιχειρηματίες. Δυστυχώς η σημερινή ριζοσπαστική αριστερά δείχνει να υποβαθμίζει τον πατριωτισμό. Το κυπριακό την ενδιαφέρει λιγότερο από ότι η Μέση Ανατολή. Φοβάται να μιλήσει ταυτόχρονα με όρους επιβίωσης ως κοινωνίας και εθνικού κράτους. Σε αυτό τον τομέα θα είχε να μάθει πολλά από την ρεφορμιστική αριστερά, ιδιαίτερα αυτό που ονομάστηκε ως «πατριωτικό ΠΑΣΟΚ». Αντίστροφα, δεν παράγει δημιουργική πολιτική εκείνη η στάση που νομίζει ότι η αριστερά μπορεί να ακολουθεί όποιον μιλά πατριωτικά και αποκοβόταν, ταυτόχρονα, από το κοινωνικό ζήτημα ή να συστρατεύεται με ακροδεξιούς που επικαλούνται τον πατριωτισμό και εννοούν κάτι άλλο.
δ)Η αριστερά ως φορέας πολιτισμού και ανάπλασης της κοινωνίας
Η αριστερά όταν μεγαλουργούσε ήταν γιατί υπήρξε φορέας πολιτισμού, τόσο με τη στενή έννοια του όρου, όσο και με την ευρύτερη. Οι τέχνες και η λειτουργία τους στη ζωή των ανθρώπων ήταν στο επίκεντρό της. Και αυτό διότι οι προοδευτικά παραγόμενες τέχνες είναι ο κατεξοχήν φορέας των οραμάτων και της ουτοπίας, καθώς και της κριτικής στο υπάρχον. Ανοίγουν τον ορίζοντα στη σκέψη των ανθρώπων και τους δίνε τη δυνατότητα να αναστοχαστούν και να ονειρευτούν πέραν από τους όρους του υπάρχοντος. Οι τέχνες είναι μαζί με τις επιστήμες, πολύ περισσότερο βέβαια από τις τελευταίες, ο φορέας του καινούργιου, της δημιουργικότητας, του ανείπωτου, αυτού που δεν υπάρχει αλλά δικαιούται να έρθει. Η αριστερά υπήρξε πάντα ένα μεγάλο σχολείο παροχής γνώσης, αισθητικών κριτηρίων, αναζήτησης του καινούργιου. Και ακριβώς σε περιόδους κρίσης η αριστερά γινόταν εθνική δύναμη μόνο συνδυάζοντας τον πολιτισμό με την πολιτική. Όταν σεβόταν τον πρώτο και δεν τον υπότασσε στον δεύτερο.
ε) Πάντα ενωτική, χωρίς να υποκλίνεται στο διαφορετικό
Τέλος, αλλά ασφαλώς όχι ήσσονος σημασίας, η αριστερά ως μια δύναμη ενότητας. Ως φορέας συλλογικής δημοκρατικής λειτουργίας και όχι εγωισμών και μικροπαθών. Η αριστερά έχει ανάγκη την ενότητα, όχι μόνο «για να κερδίσει στην πράξη», αλλά διότι η μη ενότητά της την κάνει απωθητική προς την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος. Η μη ενότητά της δείχνει ότι κάποιοι θέτουν τις προσωπικές αντιλήψεις και εγωιστικές ανάγκες τους πάνω από την αριστερά συνολικότερα. Επίσης, η ενότητα της αριστεράς προϋποθέτει την αναγνώριση ότι υπάρχουν διαφορετικές αριστερές, ιδιαίτερα η ρεφορμιστική και η ριζοσπαστική. Στο βαθμό δε που το κύριο δεν είναι η υπεράσπιση ενός άνευ σημασίας για την ιστορία φρουρίου γίνεται και οφείλει να γίνει κατανοητή η ανάγκη όλα τα διαφορετικά ρεύματα εντός της αριστεράς, να ανοίξουν έναν ουσιαστικό δημοκρατικό διάλογο. Κύριο αντικείμενο ενός τέτοιου διαλόγου δεν μπορεί να είναι το «μέλλον της αριστεράς», αλλά το μέλλον της πατρίδας Ελλάδας και της κοινωνίας της.Διότι η αριστερά είναι μέσο για την επίτευξη του τελευταίου και όχι αντίστροφα.Διαφορετικά, σε κάθε άλλη περίπτωση, και στο βαθμό που δεν συνέτρεχαν πολλοί από τους προαναφερθέντες παράγοντες, η αριστερά έμεινε στάσιμη, έχασε την λαϊκότητά της. Σε ακραίες δε περιπτώσεις απώλεσε την δημοκρατικότητά, ακόμα και την αγωνιστικότητά και πειθώ της. Ασχολήθηκε με τα ανούσια. Με τα συμφέροντα τρίτων. Έχασε την σύνδεση του κοινωνικού με το πατριωτικό. Ευχαριστώ τον ρητορεύοντα που μέσα σε λίγες φράσεις μου έμαθε ότι ο σοσιαλισμός είναι η υλοποίηση των «μεταρρυθμίσεων» του μνημονίου και το κράτος δικαίου είναι το κόψιμο των συντάξεων και των μισθών. Χαιρετώ όλη την ευρωπαϊκή δεξιά, την κ.Μέρκελ, τον κ.Σαρκοζύ, τον κ.Κάμερον, καθώς και το ΔΝΤ που χάρη σε αυτούς η χώρα αποκτά κράτος δικαίου και υλοποιεί το πρόγραμμα του το ΠΑΣΟΚ.
Πότε μεγαλούργησε η αριστερά και τα σημερινά της βαθιά ελλείμματα
Ανεξάρτητα από τις απόψεις που μπορεί κανείς να έχει για την αριστερά, πάντα αξίζει τον κόπο να διερευνά τους όρους πολιτικής της επιτυχίας. Δηλαδή, πότε και πώς έβρισκε τον δρόμο για το «μεγάλο ακροατήριο» και αυτό την εμπιστευόταν. Κατά την προσωπική μου πείρα, μελέτη και γνώμη, αυτοί ήταν διαχρονικά οι εξής :
α) Η αριστερά ως μια ενότητα υπεράσπισης δικαιωμάτων και προώθησης οραμάτων
Αυτό σήμαινε ότι η αριστερά δεν ήταν ποτέ μόνο των μεγάλων λόγων και των στρατηγικών ενοράσεων. Εξίσου δεν ήταν ποτέ μόνο της πρακτικής πάλης μέσα στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Η αριστερά ήταν πάντα ένας ζωντανός οργανισμός υπεράσπισης δικαιωμάτων των πολιτών, ιδιαίτερα των μισθωτά εργαζόμενων. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν, ταυτόχρονα, φορέας μιας δημιουργικής δημοκρατικής αντίληψης για τη ζωή και των άνθρωπο. Είχε οράματα. Παρήγαγε προσμονές και ελπίδες πάνω σε αυτό τον κόσμο και όχι για την μετά θάνατο ζωή. Όταν η αριστερά έχανε ένα από αυτά τα στοιχεία κινδύνευε ή να μετατραπεί σε μια σέκτα φαντασιώσεων ή σε μια δύναμη η οποία απλά προσπαθούσε να καλλωπίσει το υπάρχον. Για αυτό, η αριστερά δεν απέκλεισε στον εαυτό της ποτέ τη δυνατότητα να κυβερνήσει, αλλά ούτε έκανε υπαρξιακό της αυτοσκοπό την διακυβέρνηση. Διότι αν το έκανε, στο τέλος της ημέρας, αντί να κυβερνά προς όφελος των πολιτών, προς υλοποίηση του προγράμματός και της υλοποίησης των οραμάτων της, κυβέρνησε, όπως έδειξε το 1989, ως μια κυβέρνηση διαχείρισης των συμφερόντων της διαπλοκής.
β) Η αριστερά ως φορέας του καινούργιου με δημοκρατικές αρχές και παραδειγματικά θετική πρακτική
Η αριστερά προσπαθούσε να είναι πάντα μια πολιτική δύναμη αρχών και αξιών. Όταν, όμως, αυτές τις κατανοούσε ως αλήθειες που είχαν δοθεί μιας και δια παντώς, οι οποίες δεν χρειαζόταν να λαμβάνουν υπόψη τους τις πραγματικές αλλαγές που συνέβαιναν γύρο της, τότε κινδύνευε από έναν δογματισμό και μια ξύλινη γλώσσα που την ξέκοβε από τις μεγάλες μερίδες των πολιτών. Την αποξένωνε από τα προβλήματα και τα αισθήματά τους. Από την άλλη όμως, όταν εγκατέλειπε τις αρχές και τις αξίες της, στο όνομα των αλλαγών που συνέβαιναν γύρω της, τότε γινόταν ένα κακέκτυπο των άλλων δυνάμεων και κανείς δεν είχε λόγο να την ακολουθεί σε μια δύσκολη πορεία.Η αριστερά έχει ανάγκη μιας παραδειγματικής και δημιουργικής πρακτικής. Η δύναμη του παραδείγματος είναι η πιο πειστική επιχειρηματολογία μέσα στην καθημερινότητα. Όταν, όμως, εξαιρετικά καλά στελέχη της αριστεράς ή και ομάδες δείχνουν ως να επιλέγουν να δώσουν την μάχη της καρέκλας στον μικρόκοσμό τους, τότε και οι πολίτες αποκτούν την αίσθηση ότι δεν διαφέρουν σε πολλά και από τους εξουσιαστές και εξουσιομανείς των μεγάλων κομμάτων. Σε αυτά τα πλαίσια οι πολίτες επιλέγουν τους μεγαλοεξουσιαστές από τους μικροεξουσιαστές. Διότι η εξουσία των πρώτων τους αφορά άμεσα. Η δεύτερη, κατά κανόνα, τους είναι αδιάφορη.Τέλος, για να είναι η αριστερά ελκυστική και πειστική δεν πρέπει να περιορίζεται σε μεγάλους αντιπολιτευτικές ρητορείες ή και διακηρύξεις ουτοπίας. Οφείλει να αποδεικνύει ότι είναι μια δύναμη που γνωρίζει και μαθαίνει από το καινούργιο. Ότι ενσωματώνει στην πολιτική της τις πιο πρόσφατες και σημαντικές επιτυχίες της επιστήμης. Δυστυχώς, ενώ το 1960-5 η αριστερά εκλαΐκευε τις αιχμές των επιστημών της εποχής της, όπως, επί παραδείγματι, το τι είναι «Πολιτική Κυβερνητική», ενώ πάντα τα στελέχη της χαρακτηρίζονταν από μεγάλη μόρφωσή σε όλο το πεδίο των επιστημονικών κατακτήσεων προκειμένου να διατυπώσουν πολιτικές προτάσεις, σήμερα δείχνει να είναι σε αυτό τον τομέα πιο φτωχή από ποτέ.
γ) Η αριστερά ως δύναμη κοινωνικής διεκδίκησης και πατριωτισμού
Η αριστερά μεγαλούργησε πάντα όταν συνέδεε αυτό που ονομάζουμε κοινωνικό ζήτημα με τον πατριωτισμό. Όταν ξέκοβε το ένα από το άλλο τότε δεν ανταποκρίνονταν στα αισθήματα και τις ανάγκες των πολιτών. Το ΕΑΜ έθεσε τόσο το ζήτημα της σωτηρίας του λαού από την πείνα, όσο και την ανάγκη δραστήριας στράτευσης ενάντια στην κατοχή. Σε αυτό συνεργάστηκε με τα λαϊκά στοιχεία της εκκλησίας, με αστούς διανοούμενους, με πατριώτες επιχειρηματίες. Δυστυχώς η σημερινή ριζοσπαστική αριστερά δείχνει να υποβαθμίζει τον πατριωτισμό. Το κυπριακό την ενδιαφέρει λιγότερο από ότι η Μέση Ανατολή. Φοβάται να μιλήσει ταυτόχρονα με όρους επιβίωσης ως κοινωνίας και εθνικού κράτους. Σε αυτό τον τομέα θα είχε να μάθει πολλά από την ρεφορμιστική αριστερά, ιδιαίτερα αυτό που ονομάστηκε ως «πατριωτικό ΠΑΣΟΚ». Αντίστροφα, δεν παράγει δημιουργική πολιτική εκείνη η στάση που νομίζει ότι η αριστερά μπορεί να ακολουθεί όποιον μιλά πατριωτικά και αποκοβόταν, ταυτόχρονα, από το κοινωνικό ζήτημα ή να συστρατεύεται με ακροδεξιούς που επικαλούνται τον πατριωτισμό και εννοούν κάτι άλλο.
δ)Η αριστερά ως φορέας πολιτισμού και ανάπλασης της κοινωνίας
Η αριστερά όταν μεγαλουργούσε ήταν γιατί υπήρξε φορέας πολιτισμού, τόσο με τη στενή έννοια του όρου, όσο και με την ευρύτερη. Οι τέχνες και η λειτουργία τους στη ζωή των ανθρώπων ήταν στο επίκεντρό της. Και αυτό διότι οι προοδευτικά παραγόμενες τέχνες είναι ο κατεξοχήν φορέας των οραμάτων και της ουτοπίας, καθώς και της κριτικής στο υπάρχον. Ανοίγουν τον ορίζοντα στη σκέψη των ανθρώπων και τους δίνε τη δυνατότητα να αναστοχαστούν και να ονειρευτούν πέραν από τους όρους του υπάρχοντος. Οι τέχνες είναι μαζί με τις επιστήμες, πολύ περισσότερο βέβαια από τις τελευταίες, ο φορέας του καινούργιου, της δημιουργικότητας, του ανείπωτου, αυτού που δεν υπάρχει αλλά δικαιούται να έρθει. Η αριστερά υπήρξε πάντα ένα μεγάλο σχολείο παροχής γνώσης, αισθητικών κριτηρίων, αναζήτησης του καινούργιου. Και ακριβώς σε περιόδους κρίσης η αριστερά γινόταν εθνική δύναμη μόνο συνδυάζοντας τον πολιτισμό με την πολιτική. Όταν σεβόταν τον πρώτο και δεν τον υπότασσε στον δεύτερο.
ε) Πάντα ενωτική, χωρίς να υποκλίνεται στο διαφορετικό
Τέλος, αλλά ασφαλώς όχι ήσσονος σημασίας, η αριστερά ως μια δύναμη ενότητας. Ως φορέας συλλογικής δημοκρατικής λειτουργίας και όχι εγωισμών και μικροπαθών. Η αριστερά έχει ανάγκη την ενότητα, όχι μόνο «για να κερδίσει στην πράξη», αλλά διότι η μη ενότητά της την κάνει απωθητική προς την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος. Η μη ενότητά της δείχνει ότι κάποιοι θέτουν τις προσωπικές αντιλήψεις και εγωιστικές ανάγκες τους πάνω από την αριστερά συνολικότερα. Επίσης, η ενότητα της αριστεράς προϋποθέτει την αναγνώριση ότι υπάρχουν διαφορετικές αριστερές, ιδιαίτερα η ρεφορμιστική και η ριζοσπαστική. Στο βαθμό δε που το κύριο δεν είναι η υπεράσπιση ενός άνευ σημασίας για την ιστορία φρουρίου γίνεται και οφείλει να γίνει κατανοητή η ανάγκη όλα τα διαφορετικά ρεύματα εντός της αριστεράς, να ανοίξουν έναν ουσιαστικό δημοκρατικό διάλογο. Κύριο αντικείμενο ενός τέτοιου διαλόγου δεν μπορεί να είναι το «μέλλον της αριστεράς», αλλά το μέλλον της πατρίδας Ελλάδας και της κοινωνίας της.Διότι η αριστερά είναι μέσο για την επίτευξη του τελευταίου και όχι αντίστροφα.Διαφορετικά, σε κάθε άλλη περίπτωση, και στο βαθμό που δεν συνέτρεχαν πολλοί από τους προαναφερθέντες παράγοντες, η αριστερά έμεινε στάσιμη, έχασε την λαϊκότητά της. Σε ακραίες δε περιπτώσεις απώλεσε την δημοκρατικότητά, ακόμα και την αγωνιστικότητά και πειθώ της. Ασχολήθηκε με τα ανούσια. Με τα συμφέροντα τρίτων. Έχασε την σύνδεση του κοινωνικού με το πατριωτικό. Ευχαριστώ τον ρητορεύοντα που μέσα σε λίγες φράσεις μου έμαθε ότι ο σοσιαλισμός είναι η υλοποίηση των «μεταρρυθμίσεων» του μνημονίου και το κράτος δικαίου είναι το κόψιμο των συντάξεων και των μισθών. Χαιρετώ όλη την ευρωπαϊκή δεξιά, την κ.Μέρκελ, τον κ.Σαρκοζύ, τον κ.Κάμερον, καθώς και το ΔΝΤ που χάρη σε αυτούς η χώρα αποκτά κράτος δικαίου και υλοποιεί το πρόγραμμα του το ΠΑΣΟΚ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.