Αν αυτή η πανθομολογούμενη παραδοχή όντως ισχύει, το ζητούμενο στον πυρήνα αυτής της μεταρρυθμιστικής επιλογής οφείλει να είναι η απόλυτη πολιτική και επιχειρησιακή διαύγεια στον ορισμό του τελικού στόχου της: επιδιώκεται απλώς μια διοικητική θεραπεία των όποιων δυσλειτουργιών έχουν επισημανθεί μέχρι τώρα ή αντιθέτως επιδιώκεται η δόμηση ενός τελείως διαφορετικού ρόλου, από το γνωστό και φθαρμένο σήμερα, για την εκπαίδευση και την έρευνα ως θεσμών κοινωνικής και οικονομικής εξέλιξης του τόπου;
Δυστυχώς, η όποια απάντηση ή επιλογή, ως πορεύεται σήμερα η δημόσια συζήτηση, συσκοτίζεται υπό το βάρος της επικρατούσας κατασκευής στερεοτύπων περί τα ΑΕΙ ως χώρων ανάξιων και απεχόντων του ενδιαφέροντος της κοινωνίας μας, δηλαδή θυλάκων ‘σπατάλης-ανομίας-αναξιοκρατίας-οικογενειοκρατίας-διαφθοράς-…’.
Κάθε σκεπτόμενος/η, ειδικός ή παρατηρητής, ικανός/η να αντιληφθεί τη διαφορά μεταξύ του Λόγου του εκσυγχρονισμού από αυτόν της διατεταγμένης λαϊκίστικης εκδοχής του, κατανοεί ότι …
η δυσώδης αυτή γενίκευση, όσο χρήσιμη κι αν είναι για την επίτευξη του επιχειρησιακού στόχου της, δηλαδή της κατά το δυνατόν πολιτικά ‘αναίμακτης’ ψήφισης ενός ακόμα Νομοσχεδίου, δεν μπορεί να είναι ακριβής, για λόγους στατιστικής και μόνο.
Το χειρότερο όλων είναι ότι η επικράτηση της γενίκευσης αυτής, ηθελημένα πλην αστόχαστα, περιορίζει, κατά πολύ, το φάσμα των συζητούμενων επιλογών για ένα νέο μοντέλο στρατηγικής στόχευσης του ρόλου των ΑΕΙ. Αυτό το γεγονός από μόνο του (θα) συνιστά προπατορικό αμάρτημα στη διαδικασία γένεσης του ‘νέου’ ΑΕΙ: ο κυρίαρχος Λόγος προαγωγής της μεταρρύθμισης, αποσιωπώντας ή εξαλείφοντας τη σημασία αυτού που είναι πανδήμως αποδεκτό ως η ύπαρξη ‘νησίδων ποιότητας και αριστείας’, ενσυνειδήτως αποκλείει κάτι ενδεχομένως θεμελιώδες ή ελπιδοφόρο: την ενίσχυση των ενδογενών και υπαρκτών ακαδημαϊκών δυνάμεων αριστείας, φορέων μιας αποδεδειγμένης διεθνώς θετικής δυναμικής ακόμα και στο τρέχον αρνητικό πλαίσιο. Η πείσμων αποφυγή της επικρότησης και ανάδειξης των καλών πρακτικών στα ΑΕΙ ως υπαρκτού μέτρου επιδόσεων, είτε σε επίπεδο ατόμων, είτε ομάδων, είτε καθαυτό Ιδρυμάτων σαρώνει εντέλει τα πάντα, αναιτίως και κυρίως αναποτελεσματικώς, είναι δε στρατηγικά ανόητη.
Σε ποιες άραγε ακαδημαϊκές δυνάμεις, θα στηριχθεί η μελλοντική μεταρρύθμιση, αν όχι σ’ αυτές που σήμερα τσουβαλιάζονται άκριτα στο μοντέλο της «ακαδημαϊκής λωποδυσίας»; Αυτό το εξόφθαλμο σφάλμα τακτικής είναι ικανό να γεννήσει αμφιβολίες περί του βεληνεκούς της εξαγγελλόμενης στρατηγικής. Ενδεικνύει ότι επιχειρείται αλλαγή προς άγνωστο κατεύθυνση με ασθενή μέσα ή απόκοσμες θεωρήσεις περί της συγκρότησης και λειτουργίας μιας κοινότητας ανθρώπων, ακόμα κι αν αυτή είναι η «κατάπτυστος» ακαδημαϊκή…
Ως απλούστερο κι απολύτως μερικό παράδειγμα, η θεωρία ότι η επέλευση εξωτερικού διακεκριμένου επιστήμονα ως διοικητικού ηγέτου του ‘νέου ΑΕΙ’, ο οποίος θα εμβολιάσει κατά μαγικό τρόπο την αγέλη των «αχρήστων ιθαγενών», ωθώντας τους εν πομπή προς το ακαδημαϊκό μεγαλείο, είναι αφελής εάν δεν είναι απλώς ιδιοσυγκρασιακή εμμονή ή κάποιας μορφής απωθημένο.
Η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση των ΑΕΙ είναι πολιτικώς αναγκαία: γι αυτό πρέπει να περιβληθεί πολιτικού Λόγου κι όχι Ηθικολογίας. Δυστυχώς, ως εξελίσσεται η συζήτηση, απουσιάζει ο πρώτος και πλεονάζει κουραστικά η δεύτερη. Κι αυτό διαμορφώνει ένα άκρως σαθρό υπόστρωμα για το μέλλον, τόσον για τους στόχους όσον και για τις διαδικασίες πραγμάτωσης τους. Διότι η νομιμοποίηση της Ηθικολογίας προκύπτει από το Ήθος και, κατ’ επέκταση, τη διάθεση για αυτοκάθαρση των μετεχόντων της συζήτησης. Δηλαδή, των πολιτικών που οφείλουν να αποδεχθούν δημοσίως τις συνέπειες των επί 30 έτη επιλογών τους για την παιδεία και τα ΑΕΙ, κυρίως την προαγωγή ενός αναιδούς αγραμμάτου κομματισμού μέσω της ενσυνείδητης ενίσχυσης των φοιτητικών παρατάξεων τους και των αναπόφευκτων πατέρων τους.
Επίσης, της ίδιας της ακαδημαϊκής κοινότητας, η οποία μέσω της επανάπαυσης της στα ήσσονα τετριμμένα διέπραξε το ιστορικό σφάλμα της παράδοσης της πρωτοβουλίας για τις αναγκαίες αλλαγές στους πολιτικούς. Άλλωστε, η Ηθικολογία δεν είναι παρά η λεκτική αποφορά του στρουθοκαμηλισμού: η αναζήτηση της φυσικής ταυτότητας του Κακού στα ΑΕΙ δεν παράγει πολιτική παιδείας, ιδιαίτερα όταν δε συνοδεύεται από τα πολιτικά κότσια της καταδίωξης του, ώστε τουλάχιστον να προκύπτει και κάποιος εξαγνισμός…
Ώρα επείγουσα, επομένως, να γίνει η δημόσια ουσιώδης αυτοκριτική, με ειλικρίνεια, ώστε να ξεφύγουμε από αυτό το αντιπαραγωγικό –πλην άκρως βολικό ένθεν κακείθεν- πλαίσιο επίκλησης της έξης μας προς το σκανδαλισμό και να δούμε πλέον σοβαρά και ευκρινώς το τί θ’ αποκάνουμε! Όλα τα άλλα, είναι απλώς ατυχή στην πολιτικάντικη πονηρία τους…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.