Tων Κωστα Aζαριαδη και Γιαννη Μ. Ιωαννιδη*
Κάθε χρόνο την 10η Δεκεμβρίου απονέμονται παραδοσιακά τα Βραβεία Νομπέλ για τις επιστήμες στη Στοκχόλμη. Το Βραβείο Νομπέλ για την Ειρήνη απονέμεται από το Κοινοβούλιο της Νορβηγίας την ίδια μέρα στο Οσλο. Τα Βραβεία Νομπέλ δίδονται έπειτα από χρονοβόρα και επίπονη διαδικασία. Τον συντονισμό της επιλογής των Βραβείων στις επιστήμες και τη φιλολογία έχει η Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Επιστημών, η οποία επαφίεται στην κρίση των τακτικών, και κατά περίπτωση αντεπιστελλόντων, μελών της, καθώς και πλήθους ειδικών επιστημόνων από όλο τον κόσμο. Οι ανακοινώσεις των βραβείων συζητούνται ευρύτατα στον διεθνή Τύπο, καθώς και από τους επιστήμονες απανταχού της γης.
Η επιβράβευση πνευματικής και επιστημονικής δουλειάς μιας ολόκληρης ζωής αντανακλά στις κοινωνίες που γέννησαν και ανέθρεψαν τέτοιους κορυφαίους επιστήμονες, καθώς και στις χώρες και τα ιδρύματα που τους φιλοξένησαν με πρόσφορο περιβάλλον και πόρους, πολλές φορές μακριά από τη γενέτειρά τους. Τα επιστημονικά επιτεύγματα είναι διεθνή και συλλογικά, πράγμα που συχνά αναγνωρίζεται με αναφορά στην περίφημη φράση του Νεύτωνα «Αν είδα μακρύτερα είναι επειδή στάθηκα στους ώμους γιγάντων».
Ο ελληνικός Τύπος αγνόησε παντελώς το σπουδαίο αυτό γεγονός παρότι μεταξύ των βραβευμένων φέτος ήταν και ο επιφανής Ελληνοκύπριος Χριστόφορος Α. Πισσαρίδης, καθηγητής Οικονομικής Επιστήμης στο London School of Economics. Ισως η παράλειψη αυτή ήταν τυχαίο γεγονός, νομίζουμε όμως ότι δεν είναι. Εμείς τη βλέπουμε σαν ένδειξη του επιπέδου στο οποίο έχει περιέλθει η αξιοκρατία στη χώρα μας.
Οπως εύστοχα επιχειρηματολογεί ο Στάθης Καλύβας («Καθημερινή», 17 Οκτωβρίου 2010), τούτο απορρέει από την κατάργηση των προτύπων δημοσίων σχολείων το 1985. Οπως συγκεκριμένα λέει ο κ. Καλύβας, τρεις πολύ σημαντικές λειτουργίες των προτύπων σχολείων, δηλαδή καλλιέργεια της εκπαιδευτικής αριστείας, παροχή αξιοκρατικού περιβάλλοντος μέσω επιλογής προικισμένων παιδιών, και εφαρμογή πολιτικής κοινωνικής κινητικότητας, παρέχοντας παιδεία υψηλού επιπέδου σε παιδιά μεσαίων και φτωχών στρωμάτων για τα οποία φοίτηση σε κάποιο από τα μεγάλα ιδιωτικά σχολεία ήταν αδύνατη, δεν υπάρχουν πια στην ελληνική κοινωνία.
Σαν κοινωνία στη βαθιά κρίση στην οποία βρισκόμαστε, ίσως το θεωρήσουμε σαν πολυτέλεια να αναλογιζόμαστε τέτοιες έννοιες, όπως η αξιοκρατία, που μακροχρόνια εγκαθίστανται και αποδίδουν. Ομως η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει τις τωρινές δυσκολίες της μόνο εάν υιοθετήσει ριζικά διαφορετικούς τρόπους, κάνοντας βαθιές τομές στην οργάνωση της παραγωγής, στη διοίκηση και στην κοινωνική δομή.
Πρόσφατα, το υπουργείο Παιδείας κυκλοφόρησε το Κείμενο Διαβούλευσης για αλλαγές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, το οποίο είναι ενθαρρυντικό σαν αφετηρία, άσχετα από διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς σε επιμέρους θέσεις του και λεπτομέρειες. Δεν μας εκπλήσσει φυσικά η αδυναμία των κομματικά εξαρτημένων πρυτάνεων να εκτιμήσουν με ρεαλισμό τον βαθμό υπανάπτυξης των ελληνικών ΑΕΙ. Ας ελπίσουμε ότι σύντομα θα δουν την πραγματικότητα. Αλλά ακόμα και εάν μπει μπροστά βαθιά μεταρρύθμιση των ΑΕΙ, θα πρέπει και σύντομα να καταπιαστούμε με τα προβλήματα της νηπιακής, Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Η σύγχρονη έρευνα (ιδιαίτερα από τον νομπελίστα οικονομολόγο James Heckman) αποδίδει στην αρχική εκπαίδευση σπουδαιότατο ρόλο στην ανάπτυξη των γνωστικών και των μη-γνωστικών δεξιοτήτων, που είναι και οι δύο απαραίτητες για την οικονομική και κοινωνική επιτυχία.
Αποκατάσταση της εκτίμησης της αξιοκρατίας αποτελεί πρωταρχική ανάγκη στη σημερινή Ελλάδα. Πρέπει ο μέσος Ελληνας να κατανοήσει τον αυτονόητο συλλογισμό πως η κοινωνία ευημερεί όταν σχεδόν όλα τα μέλη της έχουν προσωπικό συμφέρον να συμβάλουν το κατά δύναμη. Ατομα με εξαιρετικές επιδόσεις, εργατικότητα και ικανότητα δημιουργίας πρέπει να μπορούν να προσφέρουν, πράγμα που στη συνέχεια απαιτεί ειδικά κίνητρα και ειδική μεταχείριση. Η επιστροφή στα πρότυπα σχολεία είναι ένα μέτρο με σχετικά μικρό κόστος, αλλά τεράστια συμβολική και οικονομική σημασία, ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία. Τα πρότυπα σχολεία μπορούν να προσφέρουν μια μοναδική οδό ενσωμάτωσης, κοινωνικής ανόδου και διάκρισης και σε ταλαντούχα παιδιά μεταναστών για τα οποία πρόσβαση σε ιδιωτικά σχολεία είναι αδύνατη. Αλλά και τα καλά ιδιωτικά σχολεία μπορούν και πρέπει να συμβάλουν, με υποτροφίες και άλλους πόρους για την προσέλκυση ταλαντούχων μαθητών.
Θεμελιώδης προϋπόθεση είναι η αποκατάσταση της αξιοκρατίας. Η παντελής έλλειψή της, ιδιαίτερα στον δημόσιο τομέα, είναι η βασική αιτία της επαπειλούμενης χρεοκοπίας της χώρας. Ας προσπαθήσουμε να κάνουμε τους μεγάλους επιστήμονες ινδάλματα των νέων της Ελλάδας. Ας χαιρόμαστε όλοι για τα μεγάλα επιστημονικά και πνευματικά τους επιτεύγματα. Σίγουρα στην κοινωνία μας υπάρχουν νέοι με τις διανοητικές και πνευματικές ικανότητες ενός Ελύτη, Πισσαρίδη και Σεφέρη. Δεν πρέπει να στήσουμε θεσμούς που θα τους επιτρέψουν να μεγαλουργήσουν για όφελος ολόκληρης της ανθρωπότητας;
* Ο κ. Κώστας Αζαριάδης είναι καθηγητής Οικονομικής και κάτοχος της Τιμητικής Εδρας Mallinckrodt στο Πανεπιστήμιο Washington, St. Louis.
Ο κ. Γιάννης Μ. Ιωαννίδης είναι καθηγητής Οικονομικής και κάτοχος της Τιμητικής Εδρας Neubauer στο Πανεπιστήμιο Tufts.
Η επιβράβευση πνευματικής και επιστημονικής δουλειάς μιας ολόκληρης ζωής αντανακλά στις κοινωνίες που γέννησαν και ανέθρεψαν τέτοιους κορυφαίους επιστήμονες, καθώς και στις χώρες και τα ιδρύματα που τους φιλοξένησαν με πρόσφορο περιβάλλον και πόρους, πολλές φορές μακριά από τη γενέτειρά τους. Τα επιστημονικά επιτεύγματα είναι διεθνή και συλλογικά, πράγμα που συχνά αναγνωρίζεται με αναφορά στην περίφημη φράση του Νεύτωνα «Αν είδα μακρύτερα είναι επειδή στάθηκα στους ώμους γιγάντων».
Ο ελληνικός Τύπος αγνόησε παντελώς το σπουδαίο αυτό γεγονός παρότι μεταξύ των βραβευμένων φέτος ήταν και ο επιφανής Ελληνοκύπριος Χριστόφορος Α. Πισσαρίδης, καθηγητής Οικονομικής Επιστήμης στο London School of Economics. Ισως η παράλειψη αυτή ήταν τυχαίο γεγονός, νομίζουμε όμως ότι δεν είναι. Εμείς τη βλέπουμε σαν ένδειξη του επιπέδου στο οποίο έχει περιέλθει η αξιοκρατία στη χώρα μας.
Οπως εύστοχα επιχειρηματολογεί ο Στάθης Καλύβας («Καθημερινή», 17 Οκτωβρίου 2010), τούτο απορρέει από την κατάργηση των προτύπων δημοσίων σχολείων το 1985. Οπως συγκεκριμένα λέει ο κ. Καλύβας, τρεις πολύ σημαντικές λειτουργίες των προτύπων σχολείων, δηλαδή καλλιέργεια της εκπαιδευτικής αριστείας, παροχή αξιοκρατικού περιβάλλοντος μέσω επιλογής προικισμένων παιδιών, και εφαρμογή πολιτικής κοινωνικής κινητικότητας, παρέχοντας παιδεία υψηλού επιπέδου σε παιδιά μεσαίων και φτωχών στρωμάτων για τα οποία φοίτηση σε κάποιο από τα μεγάλα ιδιωτικά σχολεία ήταν αδύνατη, δεν υπάρχουν πια στην ελληνική κοινωνία.
Σαν κοινωνία στη βαθιά κρίση στην οποία βρισκόμαστε, ίσως το θεωρήσουμε σαν πολυτέλεια να αναλογιζόμαστε τέτοιες έννοιες, όπως η αξιοκρατία, που μακροχρόνια εγκαθίστανται και αποδίδουν. Ομως η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει τις τωρινές δυσκολίες της μόνο εάν υιοθετήσει ριζικά διαφορετικούς τρόπους, κάνοντας βαθιές τομές στην οργάνωση της παραγωγής, στη διοίκηση και στην κοινωνική δομή.
Πρόσφατα, το υπουργείο Παιδείας κυκλοφόρησε το Κείμενο Διαβούλευσης για αλλαγές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, το οποίο είναι ενθαρρυντικό σαν αφετηρία, άσχετα από διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς σε επιμέρους θέσεις του και λεπτομέρειες. Δεν μας εκπλήσσει φυσικά η αδυναμία των κομματικά εξαρτημένων πρυτάνεων να εκτιμήσουν με ρεαλισμό τον βαθμό υπανάπτυξης των ελληνικών ΑΕΙ. Ας ελπίσουμε ότι σύντομα θα δουν την πραγματικότητα. Αλλά ακόμα και εάν μπει μπροστά βαθιά μεταρρύθμιση των ΑΕΙ, θα πρέπει και σύντομα να καταπιαστούμε με τα προβλήματα της νηπιακής, Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Η σύγχρονη έρευνα (ιδιαίτερα από τον νομπελίστα οικονομολόγο James Heckman) αποδίδει στην αρχική εκπαίδευση σπουδαιότατο ρόλο στην ανάπτυξη των γνωστικών και των μη-γνωστικών δεξιοτήτων, που είναι και οι δύο απαραίτητες για την οικονομική και κοινωνική επιτυχία.
Αποκατάσταση της εκτίμησης της αξιοκρατίας αποτελεί πρωταρχική ανάγκη στη σημερινή Ελλάδα. Πρέπει ο μέσος Ελληνας να κατανοήσει τον αυτονόητο συλλογισμό πως η κοινωνία ευημερεί όταν σχεδόν όλα τα μέλη της έχουν προσωπικό συμφέρον να συμβάλουν το κατά δύναμη. Ατομα με εξαιρετικές επιδόσεις, εργατικότητα και ικανότητα δημιουργίας πρέπει να μπορούν να προσφέρουν, πράγμα που στη συνέχεια απαιτεί ειδικά κίνητρα και ειδική μεταχείριση. Η επιστροφή στα πρότυπα σχολεία είναι ένα μέτρο με σχετικά μικρό κόστος, αλλά τεράστια συμβολική και οικονομική σημασία, ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία. Τα πρότυπα σχολεία μπορούν να προσφέρουν μια μοναδική οδό ενσωμάτωσης, κοινωνικής ανόδου και διάκρισης και σε ταλαντούχα παιδιά μεταναστών για τα οποία πρόσβαση σε ιδιωτικά σχολεία είναι αδύνατη. Αλλά και τα καλά ιδιωτικά σχολεία μπορούν και πρέπει να συμβάλουν, με υποτροφίες και άλλους πόρους για την προσέλκυση ταλαντούχων μαθητών.
Θεμελιώδης προϋπόθεση είναι η αποκατάσταση της αξιοκρατίας. Η παντελής έλλειψή της, ιδιαίτερα στον δημόσιο τομέα, είναι η βασική αιτία της επαπειλούμενης χρεοκοπίας της χώρας. Ας προσπαθήσουμε να κάνουμε τους μεγάλους επιστήμονες ινδάλματα των νέων της Ελλάδας. Ας χαιρόμαστε όλοι για τα μεγάλα επιστημονικά και πνευματικά τους επιτεύγματα. Σίγουρα στην κοινωνία μας υπάρχουν νέοι με τις διανοητικές και πνευματικές ικανότητες ενός Ελύτη, Πισσαρίδη και Σεφέρη. Δεν πρέπει να στήσουμε θεσμούς που θα τους επιτρέψουν να μεγαλουργήσουν για όφελος ολόκληρης της ανθρωπότητας;
* Ο κ. Κώστας Αζαριάδης είναι καθηγητής Οικονομικής και κάτοχος της Τιμητικής Εδρας Mallinckrodt στο Πανεπιστήμιο Washington, St. Louis.
Ο κ. Γιάννης Μ. Ιωαννίδης είναι καθηγητής Οικονομικής και κάτοχος της Τιμητικής Εδρας Neubauer στο Πανεπιστήμιο Tufts.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.