Λευκωσία, 22 Σεπτεμβρίου 2010
Οι τρεις συγγραφείς έχουν δημιουργήσει πλέον παράδοση τη συγγραφή βιβλίων που αποτελούν παρέμβαση στα γεγονότα που βρίσκονται σε εξέλιξη γύρω από το Εθνικό μας ζήτημα. Οι Αχιλλέας Αιμιλιανίδης, ο Μιχάλης Κοντός και ο Γιώργος Κέντας δεν αρκούνται στην εκ των υστέρων και εκ του μακρόθεν ακαδημαϊκή ανάλυση των ιστορικών και πολιτικών εξελίξεων.
Παρεμβαίνουν σε κρίσιμες στιγμές, όπως είναι αυτή που τώρα διανύουμε, συμβάλλοντας στην ενημέρωση των πολιτών και εμπλουτίζοντας με τεκμηριωμένη ανάλυση το δημόσιο πολιτικό διάλογο.
Η σημασία του νέου τους συγγράμματος «Σημαδεμένη Τράπουλα», έγκειται σε δύο στοιχεία. Πρώτο, στο συσχετισμό και διασύνδεση των «εγγράφων Ντάουνερ» με την πορεία των εν εξελίξη διακοινοτικών συνομιλιών, βοηθώντας τον αναγνώστη να διασυνδέσει φαινομενικά ασύνετα γεγονότα, για να κατανοήσει όχι μόνο την κατεύθυνση των εξελίξεων, αλλά και τον ρόλο που διαδραματίζουν η ομάδα Ντάουνερ, η διαπραγματευτική μας ομάδα, πολιτικοί ηγέτες και άλλοι «παράγοντες» στη Κύπρο αλλά και στο εξωτερικό.
Αναφέρθηκα στον «ρόλο» όλων αυτών, γιατί βασικό μέρος της παρέμβασης μου θα αναλωθεί στην παρουσίαση της σκηνοθεσίας μιας πολιτικής παράστασης με αντικείμενο την εξαπάτηση του Κυπριακού Ελληνισμού.
Το δεύτερο στοιχείο που καθιστά σημαντικό αυτό το βιβλίο είναι γιατί αποτελεί ιστορικό ντοκουμέντο που στηρίζεται σε αυθεντικά έγγραφα που φωτίζουν το παρασκήνιο (άλλη θεατρική έκφραση) των εξελίξεων. Στο μέλλον θα αποτελέσει αυτό που λέμε «βιβλίο αναφοράς ή παραπομπής».
Θέλω να πω στους συγγραφείς, πως διαβάζοντας το βιβλίο και τα έγγραφα που αυτό παρουσιάζει, ένοιωσα θλίψη, θυμό αλλά και οργή. Θλίψη για την κατάντια της διαπραγματευτικής μας ομάδας, που φτάνει στο σημείο να εκλιπαρεί το κ. Ταλάτ να δεχθεί να ικανοποιήσουμε τις πιο ακραίες απαιτήσεις της Τουρκικής πλευράς:
την εκ περιτροπής Προεδρία και την σε βάρος των Ελληνοκυπρίων σταθμισμένη ψήφο! Διαβάζω από πρακτικά της συνάντησης Χριστόφια – Ταλάτ της 3ης Νοεμβρίου 2008, (σελ.. 219 του βιβλίου):
«Δεν είναι αρκετό αυτό για σένα;» ρωτά ο κ. Χριστόφιας τον κ. Ταλάτ και συνεχίζει, «σε ικετεύω ως φίλος, ξανασκέψου το για να μην οδηγηθούμε σε αδιέξοδο». Θλίψη ακόμα γιατί οι δικοί μας εκπρόσωποι στις συνομιλίες αντί να υπερασπιστούν τα συμφέροντα μας, προσπαθούν να βοηθήσουν τον «φίλο και σύντροφο Ταλάτ» (ακόμα κι όταν αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που ελλοχεύουν) και να διατηρήσουν ζωντανή τη διαδικασία των συνομιλιών με συνεχείς μονομερής υποχωρήσεις.
Ένιωσα θυμό για τον ρόλο του Ντάουνερ και της ομάδας του οι οποίοι χωρίς ενδοιασμό και παραβιάζοντας τον καταστατικό χάρτη του οργανισμού που εκπροσωπούν αλλά και τους όρους εντολής τους, προωθούν τους Τουρκικούς σχεδιασμούς σε βάρος της Κύπρου. Θυμό για την συμπεριφορά τους έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και του Κυπριακού Ελληνισμού. Μια συμπεριφορά, που αρμόζει σε Κυβερνήτη καουμπόι, («θα πρέπει να νικήσουν εμένα αυτή τη φορά» κομπάζει σ’ ένα εσωτερικό έγγραφο ο κ. Ντάουνερ) σε προτεκτοράτο ή αποικία. Με άνεση η ομάδα Ντάουνερ παρεμβαίνει στο πολιτικό βίο της Κύπρου, διαχωρίζει τους πολίτες, πολιτικούς, δημοσιογράφους, εκκλησιαστικούς και οικονομικούς παράγοντες σε «φίλους» και «εχθρούς» της λύσης. Που συνωμοτεί και σχεδιάζει για το πώς θα παραπλανήσει και να ξεγελάσει τους Ελληνοκύπριους. Οι σελίδες 94 έως 126 του βιβλίου είναι άκρως αποκαλυπτικές.
Οργή, όμως, μου προκάλεσε η στάση, η ακροβατική συμπεριφορά, η υποχωρητικότητα του διαπραγματευτή και εκπροσώπου μας και της ομάδας του. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει στα χέρια του αυτά τα έγγραφα εδώ και ένα χρόνο. Γνωρίζει καλύτερα από εμάς το ρόλο και τις μηχανορραφίες Ντάουνερ γιατί έχει πληροφόρηση και από πηγές που εμείς δεν διαθέτουμε. Και παρόλα αυτά τον ανέχεται, διαπραγματεύεται μαζί του και τον αφήνει να παρεμβαίνει στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα της Κύπρου. Γνωρίζει ο Πρόεδρος Χριστόφιας πως ο Ντάουνερ τον θέλει να εκφοβίζει και να εκβιάζει, με δηλώσεις του, τον Κυπριακό Ελληνισμό.
Και παρόλα αυτά (για ανεξήγητους, για μένα, λόγους) ο Πρόεδρος συνεχίζει να παίζει τον ρόλο του εκφοβιστή που ο Ντάουνερ και η ομάδα του θα ήθελαν να παίζει (βλ. σελ. 96-97).
Όπως ο Ντάουνερ αποκαλύπτει, ο Πρόεδρος συνεργάζεται μαζί του προκειμένου να πωλήσουν την λύση (που υποτίθεται είναι ακόμη υπό διαπραγμάτευση και άρα άγνωστη) στους Ελληνοκύπριους. «Ο Χριστόφιας μου ζήτησε να δηλώσω», γράφει ο Ντάουνερ (12 Φεβρ. 2009), «δημόσια το αντικείμενο της συνάντησης (που αφορούσε το περιουσιακό) ώστε η κοινότητα του να έλθει πιο κοντά στο να κατανοήσει τις αναπόφευκτες παραχωρήσεις που απαιτούνται» (σελ. 297).
Ένιωσα έντονη οργή, γιατί τα πρακτικά των συνομιλιών αποδεικνύουν πως, ενώ ο Πρόεδρος αρχίζει τη διαπραγμάτευση σε κάθε κεφάλαιο προβάλλοντας αρχές, στην συνέχεια (και χωρίς πολλή πίεση) καταλήγει να διαπραγματεύεται τις αρχές που ο ίδιος προέβαλε.
Αν και δεν είμαι οπαδός της συνομωσιολογίας, εντούτοις διαβάζοντας τα «έγγραφα Ντάουνερ» που παρατίθενται στο βιβλίο, διαπίστωσα ότι βρισκόμαστε θεατές σε μια καλοστημένη πολιτική θεατρική παράσταση που στόχο έχει να πείσει τους Ελληνοκύπριους να δεχθούν αυτό που απέρριψαν το 2004. Όπως ο Σουηδός ΥΠΕΞ Καρλ Μπίλτ είπε στο Ντάουνερ, «ένα στοιχείο θεάτρου θα είναι απαραίτητο» αφού «τα περιθώρια ελιγμών δεν μπορούν να κινηθούν πολύ πέραν του Σχεδίου Ανάν» (σελ. 61).
Πρέπει να πως ότι εδώ έπεσε έξω ο κ. Μπίλτ γιατί ήδη έχουμε φτάσει σε πολύ χειρότερη εκδοχή του Σχεδίου Ανάν. Βέβαια ο άνθρωπος δεν μπορούσε να εκτιμήσει το βαθμό έλλειψης αντιστάσεων από πλευράς μας.
Ας δούμε τα στοιχεία αυτής της πολιτικής παράστασης. Τίτλος του έργου είναι «το Σχέδιο Ανάν». Συγγραφέας ο Λόρδος Χάνευ. Σκηνοθέτης ο Αλεξάντερ Ντάουνερ, με την στήριξη του Λιν Πάσκο και των Βρετανών. Στο ρόλο των κινδυνολόγων ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και άλλοι Κύπριοι Πολιτικοί και Δημοσιογράφοι. Θεατές, ο Κυπριακός Ελληνισμός. Βασικός άξονας της πλοκής της θεατρικής αυτής παράστασης, όπως την περιγράφει ο Λόρδος Χάνεϊ, είναι: «….οι Κύπριοι (να) αναλάβουν την ιδιοκτησία όσων διαπραγματεύονται… η εξωτερική παρέμβαση θα πρέπει….., να γίνεται πιο διακριτικά σε σχέση με το παρελθόν….». Είναι αυτό που ο Πρόεδρος Χριστόφιας αποκαλεί, «Κυπριακή ιδιοκτησία» ή αλλιώς «λύση από τους Κυπρίους για τους Κυπρίους».
Η ομάδα Ντάουνερ, στη στρατηγική που έχει σχεδιάσει (σελ. 94 έως 97), στις 11 Ιουλίου 2009, κατανέμει ξεκάθαρα τους ρόλους: Ο Ντάουνερ θα λέει «αυτά που δεν μπορούν να πουν οι ηγέτες στους πολίτες». Τα «κακά που θα επέλθουν από την μη λύση» θα τα προβάλλουν πολιτικά πρόσωπα από τις κοινότητες. Για την κινδυνολογία ο ρόλος ανατίθεται σε εντολοδόχους του κ. Ντάουνερ και ενδεικτικά παραθέτει κάποια πολιτικά πρόσωπα… ενώ ο ίδιος θα «χρησιμοποιεί μηνύματα φόβου προσεκτικά». Γι’ αυτό και επιχαίρει η ομάδα Ντάουνερ όταν ο Πρόεδρος σε ομιλία του είπε ότι «η μη λύση θα είναι καταστροφική».
Όπως, πολύ εύστοχα σημειώνουν οι συγγραφείς, «η ιδέα και μόνον ότι ο ΟΗΕ εγκρίνει την χρήση του φόβου απέναντι στα Κράτη Μέλη του ως μέσο επίτευξης πολιτικών στόχων προκαλεί αποτροπιασμό» (σελ. 97).
Έκτοτε ο Πρόεδρος Χριστόφιας συνεχίζει να κινδυνολογεί φτάνοντας μέχρι την εσχατολογική του προφητεία «αν θα υπάρχει Κύπρος». Το ερώτημα, βέβαια, είναι πως και γιατί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αφού γνωρίζει όλο αυτό το παιχνίδι και τους στόχους Ντάουνερ, συνεχίζει να παίζει αυτό το ρόλο;
Όμως, επειδή, ακόμα και η πιο τέλεια οργανωμένη θεατρική παράσταση έχει τα όρια της, για να επιτευχθεί ο τελικός στόχος έχουν προστεθεί στο έργο και τα πολύ αποτελεσματικά στοιχεία της παραπλάνησης και εξαπάτησης του Κυπριακού Ελληνισμού.
Από τα πρακτικά των συνομιλιών, φαίνεται ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας σε αρκετές περιπτώσεις επεσήμανε στον κ. Ταλάτ ότι οι προτάσεις του έχουν Συνομοσπονδιακό και όχι Ομοσπονδιακό χαρακτήρα, ότι στοχεύουν σε δύο χωριστά Κράτη, ότι επαναφέρουν το Σχέδιο Ανάν, ότι παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, ότι θα καταστήσουν την Κύπρο «όμηρο» της Τουρκίας, κ.α. Από την άλλη ο κ. Ταλάτ (τον οποίο, υπενθυμίζω, ανησυχούσαμε μήπως τον χάσουμε από συνομιλητή μας) με περισσό θράσος παραδέχθηκε, στην συνάντησή τους στις 2 Δεκεμβρίου 2008, ότι «…επί του παρόντος (στόχος των Τουρκοκυπρίων) δεν είναι η διαίρεση του νησιού….
Στο μέλλον (όμως) κάποια άλλη Κυβέρνηση (Τουρκοκυπριακή ή Τουρκική) θα μπορούσε, λέει, να αξιοποιήσει την αναφορά (σε «δύο λαούς» και στο «συνεταιρισμό δύο συνιστώντων Κρατών») κατά τρόπο που να δικαιολογήσει μια απαίτηση για άσκηση του δικαιώματος χωριστής αυτοδιάθεσης» (σελ. 178-181).
Παρότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας ενημερώθηκε, με τον πλέον επίσημο τρόπο, από τον κ. Ταλάτ, για τις διχοτομικές προθέσεις των Τούρκων, συνεχίζει δημόσια να υπερασπίζεται τη θέση πως «υπάρχει συμφωνημένη βάση» στις συνομιλίες. Το ερώτημα είναι γιατί ο Πρόεδρος αποκρύβει από τον λαό την αλήθεια; Γιατί αντί να εκθέσει την Τουρκική πλευρά της προσφέρει δημόσια κάλυψη παραπληροφορώντας, για να μην πω εξαπατώντας, τους πολίτες τους οποίους εκπροσωπεί στις συνομιλίες;
Αντί ο Πρόεδρος να διευκρινίσει με καθαρότητα το καθεστώς της Κυπριακής Δημοκρατίας στη λύση που διαπραγματεύεται, συμφωνεί (ή καλύτερα προτείνει δια του Συμβούλου του) όπως αυτό το ζωτικής σημασίας ζήτημα, ρυθμιστεί με «εποικοδομητική ασάφεια». Διαβάζω από τα πρακτικά των συνομιλιών της 11ης Μαρτίου 2009: «…ο Τσελεπής σχολίασε πως η λύση θα έπρεπε να μην επηρεάζει τις εκατέρωθεν θέσεις των δύο πλευρών ως προς το ζήτημα της συνέχειας της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία της νέας κατάστασης πραγμάτων». Αντιδρώντας, στη συνέχεια ο κ. Ταλάτ και εκμεταλλευόμενος την απρόσμενη (;) πάσα είπε πως «όντως αυτή θα ήταν η φόρμουλα του συμβιβασμού, βασισμένη στην «εποικοδομητική ασάφεια» και στην αποδοχή ενός νέου συνεταιρισμού» (σελ. 187).
Ενώ ο Πρόεδρος κατηγορεί τον Ταλάτ ότι επαναφέρει το Σχέδιο Ανάν, στην επιστολή του προς τους Ευρωπαίους ηγέτες καταγράφει και οριοθετεί το Σχέδιο Ανάν ως σημείο αναφοράς και σύγκρισης υιοθετώντας την Τουρκική θέση ότι αυτό επέφερε «λεπτές ισορροπίες».
Η εξαπάτηση του Κυπριακού Ελληνισμού γίνεται ακόμη πιο εμφανής στα ζητήματα του οδοφράγματος του Λιμνίτη και στη χρήση των όρων «συνιστώντα Κράτη» στα έγραφα των συνομιλιών. Σε σύσκεψη στις 13 Μαρτίου 2009, με τους εκπροσώπους του ΟΗΕ, ο κ. Ζεριχούν, εν τη παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, λέει: «η μεταφορά πολιτών στον θύλακα (εννοεί τα Κόκκινα) θα μπορούσε να συνιστά το «φύλλο συκής» που θα επιτρέψει την μεταφορά αγαθών και καυσίμων», (σελ. 134). Όπως ο ίδιος ο Ζεριχούν γράφει, σε εσωτερικό σημείωμα, «…η ασαφής γλώσσα της συμφωνίας επιτρέπει στο καθεστώς να λειτουργεί στη βάση σχέσεων εμπιστοσύνης και με βάση την αρχή «μην ρωτήσεις και δεν θα πω» (σελ. 138). Έχουμε, δηλαδή, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να παρευρίσκεται σε σύσκεψη όπου, ενώπιον του, εξυφαίνεται σχέδιο εξαπάτησης των Ελληνοκυπρίων και αντί να αντιδράσει συναινεί δια της σιωπής του.
Στην δε περίπτωση του όρου «συνιστώντα Κράτη», που αποτελεί τη βάση για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία ενός νέου Συνομοσπονδιακού Κράτους, ο Πρόεδρος του Κράτους συμμετέχει ο ίδιος στον μηχανισμό εξαπάτησης του λαού. Όταν ο κ. Ναμί διαμαρτύρεται γιατί η Ελληνοκυπριακή πλευρά δεν χρησιμοποιεί στα έγγραφά της τον όρο «συνιστώντα Κράτη», όπως συμφωνήθηκε, ο κ. Ιακώβου παραδέχεται πως, «…όντως έχει επιτευχθεί συμφωνία για το θέμα, αλλά η Ελληνοκυπριακή πλευρά ήθελε να διατηρήσει τον όρο «ομόσπονδη περιοχή»… έτσι ώστε να μην υπάρξει οποιαδήποτε παρεξήγηση στην Ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη….».
Ο δε Πρόεδρος Χριστόφιας καθησυχάζει, λίγες μέρες αργότερα, τον κ. Ταλάτ, λέγοντας του ότι «η χρήση του όρου «συνιστώντα Κράτη» θα γινόταν αποδεκτή μόνο εφόσον υπογραφόταν η τελική συμφωνία….» (σελ. 41).
Δηλαδή, ο Πρόεδρος δεσμεύεται ότι στα έγγραφα της τελικής συμφωνίας θα χρησιμοποιηθεί ο όρος «συνιστώντα Κράτη» αλλά, για να μην υπάρχουν αντιδράσεις στη κοινή γνώμη, όπως εξήγησε ο κ. Ιακώβου, θα αποφεύγεται για την ώρα. Δεν νομίζω να υπάρχει άλλη περίπτωση στη παγκόσμια ιστορία δημοκρατικών πολιτευμάτων που ο Πρόεδρος ενός Κράτους να ανέχεται ή να μετέχει σε εξαπάτηση του δικού του λαού!
Θα κλείσω την παρέμβασή μου με το εύστοχο ερώτημα με το οποίο οι συγγραφείς κλείνουν το βιβλίο τους: «Μέχρι πότε, διερωτούνται, ο Δημήτρης Χριστόφιας θα είναι διατεθειμένος να ακολουθεί αυτήν την «παρτίδα» αφού μέχρι τώρα θα πρέπει να έχει διαπιστώσει ότι η τράπουλα είναι σημαδεμένη;».
Δεν θα μπορούσα να μην απαντήσω στο ερώτημα-πρόκληση των συγγραφέων. Η αδυναμία των δυνάμεων, που απέτρεψαν την επιβολή του Σχεδίου Ανάν, να συστήσουν ένα ισχυρό Μέτωπο αντίστασης και διεκδίκησης αποτελεί, κατά την άποψή μου, το μπαστούνι πάνω στο οποίο ο Δημήτρης Χριστόφιας στηρίζεται για να συνεχίσει αυτή την, άκρως επικίνδυνη, πορεία. Αυτή η θεατρική παράσταση δεν θα έχει ευτυχές τέλος. Το τέλος θα είναι πιο τραγικό κι απ’ αυτό για το οποίο προειδοποιούσε ο Τάσσος Παπαδόπουλος.
Η υπό διαπραγμάτευση λύση δεν θα καθιστά τους Τούρκους «αφέντες στο βορρά και συνέταιρους στο νότο». Θα προσφέρει, μέσα από την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την εκ περιτροπής Προεδρία, την εσωτερική ιθαγένεια των «συνιστώντων Κρατών» και πολλές άλλες πρόνοιες, τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου στην Τουρκία και θα καταστήσει τον Κυπριακό Ελληνισμό όμηρο των Τούρκων.
Μπροστά σ’ αυτό το εφιαλτικό προδιαγεγραμμένο τέλος της παράστασης, δεν αρκεί η κριτική που ασκούμε, όσοι ασκούμε. Χρειάζεται ανάληψη κοινής δράσης.
Κι’ ας μην μας φοβίζει η κατηγορία ότι τάχατες έχουμε «συντονιστικό κέντρο» που συντονίζει την κριτική κατά της πολιτικής Χριστόφια. Μακάρι να είχαμε. Αλλά, δυστυχώς, το μόνο συντονιστικό κέντρο που υπάρχει και λειτουργεί αποτελεσματικά είναι αυτό της ομάδας Ντάουνερ και των Βρετανών. Αν συνεχίσουμε να ολιγωρούμε (ο καθένας για τους δικούς του σημαντικούς ή ασήμαντους προσωπικούς λόγους), όπως μέχρι τώρα κάνουμε, θα είμαστε συνυπεύθυνοι στο έγκλημα. Η κριτική μας δεν αρκεί, για να ανατραπεί η πορεία των εξελίξεων. Απαιτείται οργανωμένη αντίσταση τώρα και όχι στο τέλος της παράστασης. Και ο καθένας από μας θα κριθεί από τα έργα του και όχι από τις διακηρύξεις του. Και οι ευθύνες μας θα είναι βαρύτατες γιατί γνωρίζουμε έγκαιρα το τέλος κι όμως μένουμε στα λόγια…
Οι τρεις συγγραφείς έχουν δημιουργήσει πλέον παράδοση τη συγγραφή βιβλίων που αποτελούν παρέμβαση στα γεγονότα που βρίσκονται σε εξέλιξη γύρω από το Εθνικό μας ζήτημα. Οι Αχιλλέας Αιμιλιανίδης, ο Μιχάλης Κοντός και ο Γιώργος Κέντας δεν αρκούνται στην εκ των υστέρων και εκ του μακρόθεν ακαδημαϊκή ανάλυση των ιστορικών και πολιτικών εξελίξεων.
Παρεμβαίνουν σε κρίσιμες στιγμές, όπως είναι αυτή που τώρα διανύουμε, συμβάλλοντας στην ενημέρωση των πολιτών και εμπλουτίζοντας με τεκμηριωμένη ανάλυση το δημόσιο πολιτικό διάλογο.
Η σημασία του νέου τους συγγράμματος «Σημαδεμένη Τράπουλα», έγκειται σε δύο στοιχεία. Πρώτο, στο συσχετισμό και διασύνδεση των «εγγράφων Ντάουνερ» με την πορεία των εν εξελίξη διακοινοτικών συνομιλιών, βοηθώντας τον αναγνώστη να διασυνδέσει φαινομενικά ασύνετα γεγονότα, για να κατανοήσει όχι μόνο την κατεύθυνση των εξελίξεων, αλλά και τον ρόλο που διαδραματίζουν η ομάδα Ντάουνερ, η διαπραγματευτική μας ομάδα, πολιτικοί ηγέτες και άλλοι «παράγοντες» στη Κύπρο αλλά και στο εξωτερικό.
Αναφέρθηκα στον «ρόλο» όλων αυτών, γιατί βασικό μέρος της παρέμβασης μου θα αναλωθεί στην παρουσίαση της σκηνοθεσίας μιας πολιτικής παράστασης με αντικείμενο την εξαπάτηση του Κυπριακού Ελληνισμού.
Το δεύτερο στοιχείο που καθιστά σημαντικό αυτό το βιβλίο είναι γιατί αποτελεί ιστορικό ντοκουμέντο που στηρίζεται σε αυθεντικά έγγραφα που φωτίζουν το παρασκήνιο (άλλη θεατρική έκφραση) των εξελίξεων. Στο μέλλον θα αποτελέσει αυτό που λέμε «βιβλίο αναφοράς ή παραπομπής».
Θέλω να πω στους συγγραφείς, πως διαβάζοντας το βιβλίο και τα έγγραφα που αυτό παρουσιάζει, ένοιωσα θλίψη, θυμό αλλά και οργή. Θλίψη για την κατάντια της διαπραγματευτικής μας ομάδας, που φτάνει στο σημείο να εκλιπαρεί το κ. Ταλάτ να δεχθεί να ικανοποιήσουμε τις πιο ακραίες απαιτήσεις της Τουρκικής πλευράς:
την εκ περιτροπής Προεδρία και την σε βάρος των Ελληνοκυπρίων σταθμισμένη ψήφο! Διαβάζω από πρακτικά της συνάντησης Χριστόφια – Ταλάτ της 3ης Νοεμβρίου 2008, (σελ.. 219 του βιβλίου):
«Δεν είναι αρκετό αυτό για σένα;» ρωτά ο κ. Χριστόφιας τον κ. Ταλάτ και συνεχίζει, «σε ικετεύω ως φίλος, ξανασκέψου το για να μην οδηγηθούμε σε αδιέξοδο». Θλίψη ακόμα γιατί οι δικοί μας εκπρόσωποι στις συνομιλίες αντί να υπερασπιστούν τα συμφέροντα μας, προσπαθούν να βοηθήσουν τον «φίλο και σύντροφο Ταλάτ» (ακόμα κι όταν αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που ελλοχεύουν) και να διατηρήσουν ζωντανή τη διαδικασία των συνομιλιών με συνεχείς μονομερής υποχωρήσεις.
Ένιωσα θυμό για τον ρόλο του Ντάουνερ και της ομάδας του οι οποίοι χωρίς ενδοιασμό και παραβιάζοντας τον καταστατικό χάρτη του οργανισμού που εκπροσωπούν αλλά και τους όρους εντολής τους, προωθούν τους Τουρκικούς σχεδιασμούς σε βάρος της Κύπρου. Θυμό για την συμπεριφορά τους έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και του Κυπριακού Ελληνισμού. Μια συμπεριφορά, που αρμόζει σε Κυβερνήτη καουμπόι, («θα πρέπει να νικήσουν εμένα αυτή τη φορά» κομπάζει σ’ ένα εσωτερικό έγγραφο ο κ. Ντάουνερ) σε προτεκτοράτο ή αποικία. Με άνεση η ομάδα Ντάουνερ παρεμβαίνει στο πολιτικό βίο της Κύπρου, διαχωρίζει τους πολίτες, πολιτικούς, δημοσιογράφους, εκκλησιαστικούς και οικονομικούς παράγοντες σε «φίλους» και «εχθρούς» της λύσης. Που συνωμοτεί και σχεδιάζει για το πώς θα παραπλανήσει και να ξεγελάσει τους Ελληνοκύπριους. Οι σελίδες 94 έως 126 του βιβλίου είναι άκρως αποκαλυπτικές.
Οργή, όμως, μου προκάλεσε η στάση, η ακροβατική συμπεριφορά, η υποχωρητικότητα του διαπραγματευτή και εκπροσώπου μας και της ομάδας του. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει στα χέρια του αυτά τα έγγραφα εδώ και ένα χρόνο. Γνωρίζει καλύτερα από εμάς το ρόλο και τις μηχανορραφίες Ντάουνερ γιατί έχει πληροφόρηση και από πηγές που εμείς δεν διαθέτουμε. Και παρόλα αυτά τον ανέχεται, διαπραγματεύεται μαζί του και τον αφήνει να παρεμβαίνει στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα της Κύπρου. Γνωρίζει ο Πρόεδρος Χριστόφιας πως ο Ντάουνερ τον θέλει να εκφοβίζει και να εκβιάζει, με δηλώσεις του, τον Κυπριακό Ελληνισμό.
Και παρόλα αυτά (για ανεξήγητους, για μένα, λόγους) ο Πρόεδρος συνεχίζει να παίζει τον ρόλο του εκφοβιστή που ο Ντάουνερ και η ομάδα του θα ήθελαν να παίζει (βλ. σελ. 96-97).
Όπως ο Ντάουνερ αποκαλύπτει, ο Πρόεδρος συνεργάζεται μαζί του προκειμένου να πωλήσουν την λύση (που υποτίθεται είναι ακόμη υπό διαπραγμάτευση και άρα άγνωστη) στους Ελληνοκύπριους. «Ο Χριστόφιας μου ζήτησε να δηλώσω», γράφει ο Ντάουνερ (12 Φεβρ. 2009), «δημόσια το αντικείμενο της συνάντησης (που αφορούσε το περιουσιακό) ώστε η κοινότητα του να έλθει πιο κοντά στο να κατανοήσει τις αναπόφευκτες παραχωρήσεις που απαιτούνται» (σελ. 297).
Ένιωσα έντονη οργή, γιατί τα πρακτικά των συνομιλιών αποδεικνύουν πως, ενώ ο Πρόεδρος αρχίζει τη διαπραγμάτευση σε κάθε κεφάλαιο προβάλλοντας αρχές, στην συνέχεια (και χωρίς πολλή πίεση) καταλήγει να διαπραγματεύεται τις αρχές που ο ίδιος προέβαλε.
Αν και δεν είμαι οπαδός της συνομωσιολογίας, εντούτοις διαβάζοντας τα «έγγραφα Ντάουνερ» που παρατίθενται στο βιβλίο, διαπίστωσα ότι βρισκόμαστε θεατές σε μια καλοστημένη πολιτική θεατρική παράσταση που στόχο έχει να πείσει τους Ελληνοκύπριους να δεχθούν αυτό που απέρριψαν το 2004. Όπως ο Σουηδός ΥΠΕΞ Καρλ Μπίλτ είπε στο Ντάουνερ, «ένα στοιχείο θεάτρου θα είναι απαραίτητο» αφού «τα περιθώρια ελιγμών δεν μπορούν να κινηθούν πολύ πέραν του Σχεδίου Ανάν» (σελ. 61).
Πρέπει να πως ότι εδώ έπεσε έξω ο κ. Μπίλτ γιατί ήδη έχουμε φτάσει σε πολύ χειρότερη εκδοχή του Σχεδίου Ανάν. Βέβαια ο άνθρωπος δεν μπορούσε να εκτιμήσει το βαθμό έλλειψης αντιστάσεων από πλευράς μας.
Ας δούμε τα στοιχεία αυτής της πολιτικής παράστασης. Τίτλος του έργου είναι «το Σχέδιο Ανάν». Συγγραφέας ο Λόρδος Χάνευ. Σκηνοθέτης ο Αλεξάντερ Ντάουνερ, με την στήριξη του Λιν Πάσκο και των Βρετανών. Στο ρόλο των κινδυνολόγων ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και άλλοι Κύπριοι Πολιτικοί και Δημοσιογράφοι. Θεατές, ο Κυπριακός Ελληνισμός. Βασικός άξονας της πλοκής της θεατρικής αυτής παράστασης, όπως την περιγράφει ο Λόρδος Χάνεϊ, είναι: «….οι Κύπριοι (να) αναλάβουν την ιδιοκτησία όσων διαπραγματεύονται… η εξωτερική παρέμβαση θα πρέπει….., να γίνεται πιο διακριτικά σε σχέση με το παρελθόν….». Είναι αυτό που ο Πρόεδρος Χριστόφιας αποκαλεί, «Κυπριακή ιδιοκτησία» ή αλλιώς «λύση από τους Κυπρίους για τους Κυπρίους».
Η ομάδα Ντάουνερ, στη στρατηγική που έχει σχεδιάσει (σελ. 94 έως 97), στις 11 Ιουλίου 2009, κατανέμει ξεκάθαρα τους ρόλους: Ο Ντάουνερ θα λέει «αυτά που δεν μπορούν να πουν οι ηγέτες στους πολίτες». Τα «κακά που θα επέλθουν από την μη λύση» θα τα προβάλλουν πολιτικά πρόσωπα από τις κοινότητες. Για την κινδυνολογία ο ρόλος ανατίθεται σε εντολοδόχους του κ. Ντάουνερ και ενδεικτικά παραθέτει κάποια πολιτικά πρόσωπα… ενώ ο ίδιος θα «χρησιμοποιεί μηνύματα φόβου προσεκτικά». Γι’ αυτό και επιχαίρει η ομάδα Ντάουνερ όταν ο Πρόεδρος σε ομιλία του είπε ότι «η μη λύση θα είναι καταστροφική».
Όπως, πολύ εύστοχα σημειώνουν οι συγγραφείς, «η ιδέα και μόνον ότι ο ΟΗΕ εγκρίνει την χρήση του φόβου απέναντι στα Κράτη Μέλη του ως μέσο επίτευξης πολιτικών στόχων προκαλεί αποτροπιασμό» (σελ. 97).
Έκτοτε ο Πρόεδρος Χριστόφιας συνεχίζει να κινδυνολογεί φτάνοντας μέχρι την εσχατολογική του προφητεία «αν θα υπάρχει Κύπρος». Το ερώτημα, βέβαια, είναι πως και γιατί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αφού γνωρίζει όλο αυτό το παιχνίδι και τους στόχους Ντάουνερ, συνεχίζει να παίζει αυτό το ρόλο;
Όμως, επειδή, ακόμα και η πιο τέλεια οργανωμένη θεατρική παράσταση έχει τα όρια της, για να επιτευχθεί ο τελικός στόχος έχουν προστεθεί στο έργο και τα πολύ αποτελεσματικά στοιχεία της παραπλάνησης και εξαπάτησης του Κυπριακού Ελληνισμού.
Από τα πρακτικά των συνομιλιών, φαίνεται ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας σε αρκετές περιπτώσεις επεσήμανε στον κ. Ταλάτ ότι οι προτάσεις του έχουν Συνομοσπονδιακό και όχι Ομοσπονδιακό χαρακτήρα, ότι στοχεύουν σε δύο χωριστά Κράτη, ότι επαναφέρουν το Σχέδιο Ανάν, ότι παραβιάζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, ότι θα καταστήσουν την Κύπρο «όμηρο» της Τουρκίας, κ.α. Από την άλλη ο κ. Ταλάτ (τον οποίο, υπενθυμίζω, ανησυχούσαμε μήπως τον χάσουμε από συνομιλητή μας) με περισσό θράσος παραδέχθηκε, στην συνάντησή τους στις 2 Δεκεμβρίου 2008, ότι «…επί του παρόντος (στόχος των Τουρκοκυπρίων) δεν είναι η διαίρεση του νησιού….
Στο μέλλον (όμως) κάποια άλλη Κυβέρνηση (Τουρκοκυπριακή ή Τουρκική) θα μπορούσε, λέει, να αξιοποιήσει την αναφορά (σε «δύο λαούς» και στο «συνεταιρισμό δύο συνιστώντων Κρατών») κατά τρόπο που να δικαιολογήσει μια απαίτηση για άσκηση του δικαιώματος χωριστής αυτοδιάθεσης» (σελ. 178-181).
Παρότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας ενημερώθηκε, με τον πλέον επίσημο τρόπο, από τον κ. Ταλάτ, για τις διχοτομικές προθέσεις των Τούρκων, συνεχίζει δημόσια να υπερασπίζεται τη θέση πως «υπάρχει συμφωνημένη βάση» στις συνομιλίες. Το ερώτημα είναι γιατί ο Πρόεδρος αποκρύβει από τον λαό την αλήθεια; Γιατί αντί να εκθέσει την Τουρκική πλευρά της προσφέρει δημόσια κάλυψη παραπληροφορώντας, για να μην πω εξαπατώντας, τους πολίτες τους οποίους εκπροσωπεί στις συνομιλίες;
Αντί ο Πρόεδρος να διευκρινίσει με καθαρότητα το καθεστώς της Κυπριακής Δημοκρατίας στη λύση που διαπραγματεύεται, συμφωνεί (ή καλύτερα προτείνει δια του Συμβούλου του) όπως αυτό το ζωτικής σημασίας ζήτημα, ρυθμιστεί με «εποικοδομητική ασάφεια». Διαβάζω από τα πρακτικά των συνομιλιών της 11ης Μαρτίου 2009: «…ο Τσελεπής σχολίασε πως η λύση θα έπρεπε να μην επηρεάζει τις εκατέρωθεν θέσεις των δύο πλευρών ως προς το ζήτημα της συνέχειας της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία της νέας κατάστασης πραγμάτων». Αντιδρώντας, στη συνέχεια ο κ. Ταλάτ και εκμεταλλευόμενος την απρόσμενη (;) πάσα είπε πως «όντως αυτή θα ήταν η φόρμουλα του συμβιβασμού, βασισμένη στην «εποικοδομητική ασάφεια» και στην αποδοχή ενός νέου συνεταιρισμού» (σελ. 187).
Ενώ ο Πρόεδρος κατηγορεί τον Ταλάτ ότι επαναφέρει το Σχέδιο Ανάν, στην επιστολή του προς τους Ευρωπαίους ηγέτες καταγράφει και οριοθετεί το Σχέδιο Ανάν ως σημείο αναφοράς και σύγκρισης υιοθετώντας την Τουρκική θέση ότι αυτό επέφερε «λεπτές ισορροπίες».
Η εξαπάτηση του Κυπριακού Ελληνισμού γίνεται ακόμη πιο εμφανής στα ζητήματα του οδοφράγματος του Λιμνίτη και στη χρήση των όρων «συνιστώντα Κράτη» στα έγραφα των συνομιλιών. Σε σύσκεψη στις 13 Μαρτίου 2009, με τους εκπροσώπους του ΟΗΕ, ο κ. Ζεριχούν, εν τη παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, λέει: «η μεταφορά πολιτών στον θύλακα (εννοεί τα Κόκκινα) θα μπορούσε να συνιστά το «φύλλο συκής» που θα επιτρέψει την μεταφορά αγαθών και καυσίμων», (σελ. 134). Όπως ο ίδιος ο Ζεριχούν γράφει, σε εσωτερικό σημείωμα, «…η ασαφής γλώσσα της συμφωνίας επιτρέπει στο καθεστώς να λειτουργεί στη βάση σχέσεων εμπιστοσύνης και με βάση την αρχή «μην ρωτήσεις και δεν θα πω» (σελ. 138). Έχουμε, δηλαδή, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να παρευρίσκεται σε σύσκεψη όπου, ενώπιον του, εξυφαίνεται σχέδιο εξαπάτησης των Ελληνοκυπρίων και αντί να αντιδράσει συναινεί δια της σιωπής του.
Στην δε περίπτωση του όρου «συνιστώντα Κράτη», που αποτελεί τη βάση για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη δημιουργία ενός νέου Συνομοσπονδιακού Κράτους, ο Πρόεδρος του Κράτους συμμετέχει ο ίδιος στον μηχανισμό εξαπάτησης του λαού. Όταν ο κ. Ναμί διαμαρτύρεται γιατί η Ελληνοκυπριακή πλευρά δεν χρησιμοποιεί στα έγγραφά της τον όρο «συνιστώντα Κράτη», όπως συμφωνήθηκε, ο κ. Ιακώβου παραδέχεται πως, «…όντως έχει επιτευχθεί συμφωνία για το θέμα, αλλά η Ελληνοκυπριακή πλευρά ήθελε να διατηρήσει τον όρο «ομόσπονδη περιοχή»… έτσι ώστε να μην υπάρξει οποιαδήποτε παρεξήγηση στην Ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη….».
Ο δε Πρόεδρος Χριστόφιας καθησυχάζει, λίγες μέρες αργότερα, τον κ. Ταλάτ, λέγοντας του ότι «η χρήση του όρου «συνιστώντα Κράτη» θα γινόταν αποδεκτή μόνο εφόσον υπογραφόταν η τελική συμφωνία….» (σελ. 41).
Δηλαδή, ο Πρόεδρος δεσμεύεται ότι στα έγγραφα της τελικής συμφωνίας θα χρησιμοποιηθεί ο όρος «συνιστώντα Κράτη» αλλά, για να μην υπάρχουν αντιδράσεις στη κοινή γνώμη, όπως εξήγησε ο κ. Ιακώβου, θα αποφεύγεται για την ώρα. Δεν νομίζω να υπάρχει άλλη περίπτωση στη παγκόσμια ιστορία δημοκρατικών πολιτευμάτων που ο Πρόεδρος ενός Κράτους να ανέχεται ή να μετέχει σε εξαπάτηση του δικού του λαού!
Θα κλείσω την παρέμβασή μου με το εύστοχο ερώτημα με το οποίο οι συγγραφείς κλείνουν το βιβλίο τους: «Μέχρι πότε, διερωτούνται, ο Δημήτρης Χριστόφιας θα είναι διατεθειμένος να ακολουθεί αυτήν την «παρτίδα» αφού μέχρι τώρα θα πρέπει να έχει διαπιστώσει ότι η τράπουλα είναι σημαδεμένη;».
Δεν θα μπορούσα να μην απαντήσω στο ερώτημα-πρόκληση των συγγραφέων. Η αδυναμία των δυνάμεων, που απέτρεψαν την επιβολή του Σχεδίου Ανάν, να συστήσουν ένα ισχυρό Μέτωπο αντίστασης και διεκδίκησης αποτελεί, κατά την άποψή μου, το μπαστούνι πάνω στο οποίο ο Δημήτρης Χριστόφιας στηρίζεται για να συνεχίσει αυτή την, άκρως επικίνδυνη, πορεία. Αυτή η θεατρική παράσταση δεν θα έχει ευτυχές τέλος. Το τέλος θα είναι πιο τραγικό κι απ’ αυτό για το οποίο προειδοποιούσε ο Τάσσος Παπαδόπουλος.
Η υπό διαπραγμάτευση λύση δεν θα καθιστά τους Τούρκους «αφέντες στο βορρά και συνέταιρους στο νότο». Θα προσφέρει, μέσα από την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την εκ περιτροπής Προεδρία, την εσωτερική ιθαγένεια των «συνιστώντων Κρατών» και πολλές άλλες πρόνοιες, τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου στην Τουρκία και θα καταστήσει τον Κυπριακό Ελληνισμό όμηρο των Τούρκων.
Μπροστά σ’ αυτό το εφιαλτικό προδιαγεγραμμένο τέλος της παράστασης, δεν αρκεί η κριτική που ασκούμε, όσοι ασκούμε. Χρειάζεται ανάληψη κοινής δράσης.
Κι’ ας μην μας φοβίζει η κατηγορία ότι τάχατες έχουμε «συντονιστικό κέντρο» που συντονίζει την κριτική κατά της πολιτικής Χριστόφια. Μακάρι να είχαμε. Αλλά, δυστυχώς, το μόνο συντονιστικό κέντρο που υπάρχει και λειτουργεί αποτελεσματικά είναι αυτό της ομάδας Ντάουνερ και των Βρετανών. Αν συνεχίσουμε να ολιγωρούμε (ο καθένας για τους δικούς του σημαντικούς ή ασήμαντους προσωπικούς λόγους), όπως μέχρι τώρα κάνουμε, θα είμαστε συνυπεύθυνοι στο έγκλημα. Η κριτική μας δεν αρκεί, για να ανατραπεί η πορεία των εξελίξεων. Απαιτείται οργανωμένη αντίσταση τώρα και όχι στο τέλος της παράστασης. Και ο καθένας από μας θα κριθεί από τα έργα του και όχι από τις διακηρύξεις του. Και οι ευθύνες μας θα είναι βαρύτατες γιατί γνωρίζουμε έγκαιρα το τέλος κι όμως μένουμε στα λόγια…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.