Ομιλία του Υπουργού Εθνικής Άμυνας κ. Ευάγγελου Βενιζέλου κατά τη συζήτηση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου «Υπηρεσιακή εξέλιξη και ιεραρχία των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων -Θέματα διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων Στρατολογίας και συναφείς διατάξεις»
"Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ευχαριστώ καταρχάς για τον κόπο και τις παρατηρήσεις των εισηγητών και αγορητών των κομμάτων και όλων των ομιλητών, τις οποίες παρακολουθήσαμε με τον κύριο Μπεγλίτη με ιδιαίτερη προσοχή, όπως ακριβώς και κατά το στάδιο της επεξεργασίας στη Διαρκή Επιτροπή.
Επιδίωξη και φιλοδοξία μας είναι, με το συζητούμενο νομοσχέδιο να επιλύσουμε με μια οριζόντια παρέμβαση πολλά χρονίζοντα και κρίσιμα, διοικητικού χαρακτήρα, προβλήματα στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων. Ποια είναι η αρχή του νομοσχεδίου; Αρχή του νομοσχεδίου είναι ο θεσμικός εκσυγχρονισμός, η δικαιοκρατία, η διαφάνεια, ο επαγγελματισμός, το υψηλό ποιοτικό επίπεδο. Αυτό διαπερνά ως κόκκινη γραμμή όλα τα κεφάλαια του νομοσχεδίου, αρχής γενομένης από το πρώτο μέρος, αυτό δηλαδή που αφορά την υπηρεσιακή κατάσταση και εξέλιξη των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις μετά τη δραματική εμπειρία της δικτατορίας, μετά την μεταπολίτευση τελούν πράγματι υπό πολιτικό έλεγχο και υπό την έννοια αυτή είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις μιας σύγχρονης, ευρωπαϊκής, δημοκρατικής και ευνομούμενης πολιτείας. Όμως η αρχή της νομιμότητας δεν έχει πολύ φιλικές σχέσεις με το χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων και αυτό αποτυπώνεται στη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποτυπώνεται σε μια ολόκληρη αντίληψη που για λόγους αδρανείας εξακολουθεί να κυριαρχεί στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αυτό αφορά το πλέγμα των κανονιστικών πράξεων, τις ίδιες τις πηγές του δικαίου των Ενόπλων Δυνάμεων, αφορά τις διαδικασίες κρίσεων, εξελίξεων, τοποθετήσεων, μεταθέσεων, καθώς και τις διαδικασίες του πειθαρχικού ελέγχου και όλα αυτά βεβαίως καταλήγουν σε μια πολύ μεγάλη δυσλειτουργία γιατί όλες σχεδόν οι πράξεις των αρμοδίων συλλογικών οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων ακυρώνονται μόλις προσβληθούν από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, γιατί πάσχουν από προφανείς και αυταπόδεικτες νομικές παθογένειες. Αυτό πρέπει να το θεραπεύσουμε. Πρέπει να επιβάλουμε κανόνες δικαιοκρατίας και διαφάνειας, πρέπει αυτά που είναι αυτονόητα σε όλη την ελληνική έννομη τάξη, να είναι αυτονόητα και στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Όσοι κάνατε τον κόπο να διαβάσετε προσεκτικά την έκθεση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, θα είδατε να παρατίθενται τα πορίσματα της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας σταθερά και επαναλαμβανόμενα, προς τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε, όπως είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε και προς τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, θα προσέθετα και προς ορισμένα επαναλαμβανόμενα πορίσματα των ερευνών του Συνηγόρου του Πολίτη, εάν θέλουμε να διαμορφώσουμε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο νομιμότητας και διαφάνειας στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο αξιωματικός και ο υπαξιωματικός πρέπει να νιώθουν ότι περιβάλλονται από εγγυήσεις νομιμότητας και αξιοκρατίας, να νιώθουν ότι είναι ολοκληρωμένες σεβαστές προσωπικότητες που όταν ένα συλλογικό όργανο τους αξιολογεί, τους αξιολογεί μετά λόγου γνώσεως, αιτιολογημένα, επώνυμα, σοβαρά. Ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη του όταν συντάσσει μια έκθεση αξιολόγησης και βαθμολογεί τον υφιστάμενό του, όταν ψηφίζει για να προαχθεί ή να μην προαχθεί ή για να τοποθετηθεί καταλλήλως ή για να μετατεθεί ένας υφιστάμενός του.
Με έκπληξη έχω ακούσει ενστάσεις για το αν πρέπει να ισχύουν αυτοί οι κανόνες στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων, για το αν νοείται να υπάρχουν, για παράδειγμα, οι ενδικοφανείς προσφυγές, για το αν μπορεί να υπάρχει παράσταση μετά συνηγόρου στην πειθαρχική διαδικασία, για το αν δικαιούται ο αξιωματικός να ζητήσει να υποβάλει υπόμνημα ενώπιον του συμβουλίου κρίσεως ή και να εμφανιστεί αυτοπροσώπως για να ασκήσει το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης. Αυτά είναι αυτονόητα πράγματα.
Το στέλεχος που έχει το θάρρος να υποβάλλει υπόμνημα θεωρεί ότι αδικείται και πρέπει να εκφραστεί. Και πρέπει οι κριτές του να λάβουν σοβαρά υπόψη αυτό που λέει. Ο αξιωματικός που έχει το θάρρος να ζητήσει να εμφανιστεί ενώπιων του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων, αν δεν έχει μειωμένη αίσθηση της πραγματικότητας, είναι μια προσωπικότητα που θέλει να εκφραστεί και θέλει να μπορέσει να αντικρίσει τους Αρχηγούς των Επιτελείων και να πει την άποψή του, να υπερασπιστεί το κύρος του, τη συγκρότησή του, τη δουλειά του, την προσωπικότητά του και αυτό πρέπει να το παράσχουμε. Όπως πρέπει να διαμορφώσουμε ένα καθεστώς σε σχέση με τις μεταθέσεις, το οποίο να είναι συλλογικά ελεγχόμενο και να μην κυοφορείται στους διαδρόμους των Επιτελείων, εν κρυπτώ.
Άρα η διαφάνεια, η προηγούμενη ακρόαση, η αιτιολογία των αποφάσεων, η επώνυμη μειοψηφία, η εξάντληση της διοικητικής διαδικασίας με ενδικοφανείς προσφυγές για να μην σωρεύονται προσφυγές στα δικαστήρια, όλα αυτά είναι ένα σύστημα ρυθμίσεων που αποκαθιστούν την αρχή της νομιμότητας στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό είναι επιταγή του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Κι εφόσον τη διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων την ασκεί η Κυβέρνηση, δηλαδή την ασκεί η Βουλή, δηλαδή την ασκεί ο Ελληνικός λαός, πρέπει ο Ελληνικός λαός δι’ ημών να διαμορφώσει για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων αυτό το επαγγελματικό και υπηρεσιακό καθεστώς.
Η καινοτομία είναι τεράστια και πρέπει να υπάρχει και αξιοκρατία. Δεν νοείται να διαμορφώνεται μια επετηρίδα με τους αποφοίτους των ανωτάτων στρατιωτικών σχολών, η οποία τους ακολουθεί δια βίου, χωρίς να μεταβάλλεται με τίποτα. Μπορεί πράγματι κάποιος να ήταν καλός σπουδαστής και να είχε καλές επιδόσεις και να ήταν αρχηγός της τάξης του, αλλά μετά να ατύχησε, να μην έχει ηγετικά προσόντα, να μην έχει αναδειχθεί στο πεδίο της δραστηριότητάς του και κάποιος άλλος να έχει επιδείξει εξαιρετικά προσόντα. Μπορεί κάποιος να έχει τελειώσει πολύ σημαντικά σχολεία, μπορεί να έχει υπηρετήσει σε κρίσιμες θέσεις. Πρέπει να μπορεί να διαμορφωθεί μια οριστική επετηρίδα στους κρίσιμους βαθμούς κι αυτό το νόημα έχει η κατ’ απόλυτη εκλογή-προαγωγή. Γιατί το άλλο είναι η υπαλληλία, η αδράνεια, η ρουτίνα. Δεν μπορείς πια να πιστέψεις σε τίποτα. Και μετά λόγου γνώσεως τα συμβούλια θα προβαίνουν σ’ αυτές τις κατ’ απόλυτο εκλογή προαγωγές, γιατί χρειάζεται ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ο καθένας που δεν τυγχάνει μιας θετικής κρίσης μπορεί βεβαίως να προσφύγει στον δικαστικό έλεγχο. Σε ποιους βαθμούς; Στους βαθμούς όπου έχει ωριμάσει ο αξιωματικός. Στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη και του συνταγματάρχη και τους αντιστοίχους.
Η παράλληλη επετηρίδα. Μα, τι έχουμε πει; Έχουμε πει ότι μέσα σε μια συνολική παγκόσμια μεταρρύθμιση και πάντως πανευρωπαϊκή μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων καταφέραμε με το συνταξιοδοτικό νόμο που ισχύει για το δημόσιο, άρα με το νέο κώδικα πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων, να προσφέρουμε στο στρατιωτικό προσωπικό την καλύτερη δυνατή ρύθμιση. Διασφαλίζουμε την υπηρεσιακή παρουσία του αξιωματικού που προέρχεται από παραγωγικές σχολές για τριάντα πέντε τουλάχιστον χρόνια πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας, στα οποία προστίθενται, λόγω των τοποθετήσεών του σε μονάδες παραμεθορίων περιοχών, σε μονάδες προκάλυψης, πέντε πλασματικά χρόνια. Άρα έχουμε σαράντα χρόνια συντάξιμης υπηρεσίας. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί κάποιος να ολοκληρώσει το συντάξιμο χρόνο του σε ηλικία μικρότερη των πενήντα τριών ετών. Έλεος νομίζω, για τα σημερινά δημογραφικά δεδομένα και το σημερινό προσδόκιμο επιβίωσης. Ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στην Τουρκία ορίζεται πάντα σε ηλικία εξήντα πέντε ετών. Οι δικοί μας αρχηγοί είναι ηλικίας πενήντα πέντε με πενήντα οκτώ ετών.
Άρα, το νομοσχέδιο έχει μία λογική που συναρτάται με τα νέα δεδομένα, τα βιολογικά, τα δημογραφικά, τα κοινωνικά, τα δημοσιονομικά. Ο αξιωματικός, λοιπόν, ο οποίος θα διέλθει τη «στενή πύλη» του ανώτατου αξιωματικού θα παραμείνει για πάρα πολλά ακόμη χρόνια. Όσοι δε, έχουν διπλά συντάξιμα χρόνια λόγω πτητικών ή άλλων επικίνδυνων δραστηριοτήτων, πραγματικά θα έχουν καταγράψει ένα ρεκόρ συντάξιμων ετών.
Όμως, η παρεξήγηση η μεγάλη αφορά την «παράλληλη επετηρίδα», δηλαδή τους εκτός οργανικών θέσεων. Αυτός είναι ένας υφιστάμενος θεσμός. Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει το θεσμό του αξιωματικού που τοποθετείται εκτός οργανικών θέσεων. Αυτή τη στιγμή, για να πάρω την Πολεμική Αεροπορία ως παράδειγμα, έχουμε 42 σμηνάρχους εκτός οργανικών θέσεων. Όλοι όσοι υπηρετούν στα πυροσβεστικά αεροσκάφη είναι στην πλειοψηφία τους είτε ανακληθέντες εκ της εφεδρείας, είτε εκτός οργανικών θέσεων. Έχουμε 203 οι οποίοι είναι υπηρεσίας εδάφους για λόγους υγείας.
Επίσης, στα 11.000 στελέχη του Στρατού Ξηράς έχουμε περίπου 300 εκτός οργανικών θέσεων. Και στο Ναυτικό έχουμε έξι στελέχη τα οποία έχουν κριθεί διατηρητέα στον αυτό βαθμό και αν κριθούν και τη δεύτερη χρονιά διατηρητέα στον αυτό βαθμό, θα καταστούν στελέχη εκτός οργανικών θέσεων. Υπάρχουν αυτά. Όλοι αυτοί τίθενται στο δεξιό. Γνωρίζουν ότι οι άλλοι έχουν προαχθεί και μπορούν να αποχωρήσουν. Δεν είναι υποχρεωτική η παραμονή κανενός. Δεν είναι δεσμευμένος κανείς να παραμείνει. Υπάρχουν αυτοί που είναι ελαφράς υπηρεσίας, αυτοί που για λόγους υγείας δεν μπορούν να υπηρετήσουν σε θαλάσσια υπηρεσία, αυτοί που για λόγους υγείας παύουν να είναι ιπτάμενοι.
Και να σας πω και κάτι άλλο; Γνωρίζετε ότι με βάση την υφιστάμενη και ισχύουσα -εξακολουθούσα εν ισχύ- νομοθεσία για να προαχθεί ένας ανώτερος αξιωματικός στο βαθμό του Ταξίαρχου και των αντιστοίχων πρέπει να είναι απόφοιτος τουλάχιστον της Ανωτάτης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου; Ε, λοιπόν, οι μισοί Συνταγματάρχες δεν έχουν το προσόν αυτό, άρα γνωρίζουν ότι δεν έχουν την τυπική δυνατότητα να προαχθούν. Άρα, θα βρεθούν εκτός των ανωτάτων θέσεων, διότι έτσι διαμόρφωσαν τη σταδιοδρομία τους ή γιατί δεν τους επετράπη λόγω αδιαφάνειας να διαμορφώσουν διαφορετικά τη σταδιοδρομία τους, όταν ήταν Ταγματάρχες.
Τώρα ο καθένας κινείται με πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια και άνεση και ειλικρινά θεωρώ ότι είναι κατώτερο των περιστάσεων να απαντήσω σε στερεότυπες, κατά τη γνώμη μου ξεπερασμένες, αιτιάσεις του τύπου «Κάνετε κομματικές κρίσεις». Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ενόψει των εκλογών του 2009 ανέτρεψε τη μακρά παράδοση οι κρίσεις των αρχηγών των Επιτελείων να γίνονται κάθε Μάρτιο και προέβη σε κρίσεις τον Αύγουστο του 2009 για να προκαταλάβει την Κυβέρνηση, που θα προέκυπτε από τις εκλογές του φθινοπώρου. Διατηρήσαμε το σύνολο των Αρχηγών των Επιτελείων. Απεχώρησε το Μάρτιο ο Αρχηγός του ΓΕΝ ολοκληρώνοντας διετή υπηρεσία και επελέγη Αρχηγός του ΓΕΝ ένας εκ των δύο υπηρετούντων μαχίμων Αντιναυάρχων.
Να θυμίσω τι είχε γίνει στο παρελθόν, όταν ανεκλήθησαν Έφεδροι στην ενέργεια και τοποθετήθηκαν Αρχηγοί Επιτελείων; Να μιλήσω για παραιτήσεις Αρχηγών του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού σωρηδόν; Για τελετές παράδοσης στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων με κλάματα και αλληλοκαταγγελίες; Δεν το κάνω!
Δεν πρέπει να εμφανίζεται κανένα κόμμα, μικρό ή μεγάλο, ως αυτόκλητος προστάτης και κηδεμών συγκεκριμένων αξιωματικών. Μην ενδίδετε σε αυτού του τύπου τις επαφές και τις πελατειακές σχέσεις. Η πολιτεία είναι ενιαία. Η πολιτεία είναι δημοκρατική. Η πολιτεία είναι συντεταγμένη. Και την πολιτεία τη συγκροτούμε και την εκφράζουμε όλοι μαζί, ενωμένοι, με συναίνεση, με το ίδιο πατριωτικό αίσθημα και με την ίδια συνείδηση της Ιστορίας. Και πρέπει αυτό το μήνυμα να στέλνουμε στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Έχω διευθύνει οκτώ Υπουργεία. Δεν έχω ρωτήσει ποτέ τα φρονήματα και τις προτιμήσεις κανενός Γενικού Διευθυντού και κανενός Διευθυντού και πολύ περισσότερο δεν το κάνω για τους Αρχηγούς των Επιτελείων ή για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων. Πείτε μου μία επιλογή Ανωτάτου Αξιωματικού από το ΣΑΓΕ, η οποία δεν ήταν αιτιολογημένη και αξιοκρατική, γιατί το ΚΥΣΕΑ επιλέγει μόνο τους Αρχηγούς.
Άρα, ας κλείσουμε το κεφάλαιο που αφορά το πρώτο μεγάλο ζήτημα της υπηρεσιακής κατάστασης και εξέλιξης των στελεχών. Όλοι ωφελούνται, κανείς δεν αδικείται. Οι εθελοντές μακράς θητείας αποκτούν μονιμότητα, που δεν διαθέτουν. Εντάσσονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του δημοσίου, ενώ ήταν σε απόλυτη ανασφάλεια μεταξύ ΙΚΑ και δημοσίου. Οι υπαξιωματικοί μετατάσσονται στο σώμα των αξιωματικών εφόσον είναι πτυχιούχοι Πανεπιστημίου με ανοιχτές διαδικασίες προκήρυξης και διατηρείται η εσωτερική τάξη και ιεραρχία του σώματος των αξιωματικών, που πρέπει να έχει παράδοση και συνοχή.
Απολύτως συναρτημένο με το ζήτημα αυτό είναι το τελευταία κεφάλαιο του νομοσχεδίου για τις αλλαγές στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τα οποία δεν μπορεί να είναι Πανεπιστήμια κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 5 του Συντάγματος, «πλήρως αυτοδιοικούμενα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα». Είναι μονάδες, είναι στρατιωτικές υπηρεσίες, αλλά πρέπει να έχουν και μία σαφή ακαδημαϊκή διάσταση αποδεκτή από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Γι’ αυτό η αλλαγή που κάνουμε είναι τα ακαδημαϊκά στελέχη, τα μέλη του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού των μη στρατιωτικών μαθημάτων -δηλαδή οι χημικοί, οι μαθηματικοί, οι φιλόλογοι- να εκλέγονται με τις διαδικασίες που εκλέγονται και τα μέλη ΔΕΠ των Πανεπιστημίων, με το ίδιο σύστημα, με τα ίδια κριτήρια, με τα ίδια εκλεκτορικά σώματα. Όχι να είναι ο αρχηγός του Επιτελείου και άλλοι πέντε στρατηγοί τα μισά μέλη του εκλεκτορικού σώματος, οι πέντε στους έντεκα. Δηλαδή, με έναν καθηγητή συγκροτείται πλειοψηφία και εκλέγεται ένας καθηγητής, ενώ οι άλλοι πέντε καθηγητές μπορεί να προτείνουν άλλον.
Επίσης, δίνουμε τη δυνατότητα οργάνωσης μεταπτυχιακών προγραμμάτων, που θα συγκροτούν και τα ΑΣΕΙ, αλλά και η Ανωτάτη Διακλαδική Σχολή Πολέμου και η Σχολή Εθνικής Άμυνας.
Τώρα, η μεγαλύτερη τομή είναι αυτή που αφορά τη δομή διοίκησης και τη δομή δυνάμεων. Ο ελληνικός στρατός πρέπει να γίνει σύγχρονος, στοχευμένος και πρέπει να εξαλείψουμε παραλογισμούς οργανωτικούς, οι οποίοι μας έχουν στοιχίσει ακριβά στο παρελθόν.
Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμύνης έχει τη επιχειρησιακή διοίκηση. Οι Αρχηγοί των Επιτελείων των κλάδων έχουν τη διοικητική διοίκηση και δεν μετέχουν στην επιχειρησιακή αλυσίδα. Δηλαδή, μπορεί να συμβεί μία κρίση την οποία διαχειρίζεται ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων και οι Αρχηγοί ΓΕΣ και ΓΕΝ είναι στο γραφείο τους και δεν μετέχουν. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί.
Πρέπει, λοιπόν, να ενοποιηθεί η διοίκηση, να είναι και επιχειρησιακή και διοικητική. Να ασκείται από τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ με ενιαίες διακλαδικές οδηγίες, αλλά διά των Αρχηγών των κλάδων, οι οποίοι εντάσσονται και στην επιχειρησιακή αλυσίδα. Το ΣΑΓΕ γίνεται έτσι και επιχειρησιακό όργανο. Αυτό είναι προϊόν μεγάλης περίσκεψης, μεγάλης συζήτησης, απόφαση του ΣΑΓΕ και του ΣΑΜ η οποία έχει εγκριθεί από το ΚΥΣΕΑ. Θεωρώ ότι είναι μία αλλαγή, η οποία θα μας επιτρέψει να έχουμε πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και να αποκτήσει πραγματικό περιεχόμενο η διακλαδικότητα.
Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό χρειάζεται και μία στήριξη διακομματική, διότι πρέπει να επιβληθεί αυτή η λογική στις Ένοπλες Δυνάμεις. Πρέπει η διακλαδικότητα να ξεκινήσει από τον τρόπο λειτουργίας των παραγωγικών σχολών και να φτάσει μέχρι τον τρόπο στελέχωσης των διακλαδικών επιτελείων και κυρίως μέχρι τον τρόπο στελέχωσης του ΓΕΕΘΑ, πυλώνες του οποίου θα είναι πλέον το ΓΕΣ, το ΓΕΝ και το ΓΕΑ.
Όλα αυτά μορφοποιούνται μέσα στο νομοσχέδιο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μετά από λεπτομερή επεξεργασία και εξέταση όλων των συγκριτικών δεδομένων. Βεβαίως, όταν έχεις ένα «θέατρο πολέμου» ή ένα «θέατρο κρίσης» -για να είμαι πιο επιεικής στις εκφράσεις μου- όπως είναι το Αιγαίο, η διακλαδικότητα είναι όρος ύπαρξης. Το ίδιο δε, συμβαίνει και με την λεγόμενη «δομή δυνάμεων». Δομή δυνάμεων δεν είναι οι οροφές του προσωπικού. Αυτό είναι το λιγότερο. Οι οροφές του ενεργού στρατού ή οι οροφές της εφεδρείας. Δομή δυνάμεων είναι κυρίως η εκλογίκευση των προμηθειών αμυντικού υλικού.
Θα σας πω ένα παράδειγμα. Η ισχύουσα οροφή με βάση το καταστατικό κείμενο που ισχύει για τη δομή δυνάμεων στρατού ξηράς είναι 93.000. Αυτή είναι η ισχύουσα απόφαση του ΚΥΣΕΑ του 2003. Το 2007-2008 το ΣΑΓΕ πρότεινε να αυξηθεί η οροφή αυτή στις 103.000 και ενεκρίθη από τον Υπουργό, αλλά δεν ολοκληρώθηκε η διαδικασία. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα που αντιστοιχεί σ’ αυτή τη νέα δομή δυνάμεων του στρατού ξηράς ανερχόταν με βάση τις τότε αποφάσεις στα 25 δισεκατομμύρια για δεκαπενταετία. Η νέα επεξεργασία πριν ολοκληρωθεί ο νόμος, επεξεργασία που γίνεται με βάση τις οδηγίες που έχουμε δώσει, οδηγεί σε επανεκτίμηση των αναγκών στο ύψος των 10 δισεκατομμυρίων. Αντιλαμβάνεστε τι σας λέω; Έτσι δια γυμνού οφθαλμού, μετατοπιζόμαστε από το επίπεδο των 25 δισεκατομμυρίων στο επίπεδο των 10 δισεκατομμυρίων. Το λέω για να αντιληφθείτε τι περιθώρια εκλογίκευσης υπάρχουν.
Όλα λοιπόν θα γίνουν σωστά. Θα επανεκτιμηθεί συνολικά η ανάγκη των Ενόπλων Δυνάμεων σε εξοπλιστικά προγράμματα, πώς πρέπει να είναι ιδεατά διαρθρωμένες οι Ένοπλες Δυνάμεις, πώς πρέπει να είναι εξοπλισμένες, ποια πρέπει να είναι η οροφή κάθε κλάδου, αιτιολογημένα με βάση την εκτίμηση της απειλής, με βάση το αμυντικό δόγμα, με βάση την πολιτική εθνικής άμυνας, οι κλάδοι, ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, εντέλει ο Υπουργός στο ΚΥΣΕΑ δια της Βουλής. Και με την ίδια διαδικασία θα καταρτίζεται το δεκαπενταετές μακροπρόθεσμο πρόγραμμα, το τριετές κυλιόμενο για να εναρμονίζεται με τον τριετή κρατικό προϋπολογισμό, θα εντάσσονται τα προγράμματα στον ετήσιο προϋπολογισμό και θα ενεργοποιούνται. Με την ίδια διαδικασία. Πάντα η Βουλή, πάντα διακλαδικά, πάντα αιτιολογημένα και πάντα με αναγωγή σε μία ενιαία αντίληψη για το τι θέλουμε να κάνουμε.
Ξέρετε με τι ρυθμό περνούν από το ΣΑΓΕ οι λεγόμενες Μελέτες Καθορισμού Προγράμματος, οι οποίες είναι η αφετηρία για ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα; Μπορεί σε μία συνεδρίαση μισής ώρας να περάσουν πέντε μελέτες. Δεν είναι αυτό επεξεργασία. Είναι μία κακή συνήθεια. Και υπογράφει ο Υπουργός. Αυτό έπαψε τώρα. Όλα θα επανεξετάζονται.
Άρα, χρειάζεται μια άλλη προσέγγιση. Υπάρχει νευρικότητα στο χώρο της αγοράς των εξοπλιστικών προγραμμάτων, γιατί βλέπουν ότι αλλάζουν τα πράγματα, τα κριτήρια, οι διαδικασίες, η Βουλή, η διαφάνεια. Υπάρχει πολύ μεγάλη νευρικότητα. Και αρχίζουν τα επιχειρήματα του τύπου «Προς Θεού, θα μείνουμε χωρίς εξοπλισμούς; Αφοπλίζετε τη χώρα;». Δεν λέγονται εξ αγαθού συνειδότος αυτά. Πρέπει να εξηγούμε στον Έλληνα πολίτη το κάθε ευρώ πού πηγαίνει και γιατί πηγαίνει. Και πρέπει η αιτιολογία να είναι αναλυτική, πειστική, έντιμη και πρέπει να λειτουργούμε και απολογιστικά. Γι’ αυτό θα φέρουμε στη Βουλή τον απολογισμό των επενδύσεων της τελευταίας εικοσαετίας ως όρο για να καταρτίζουμε τη νέα δομή δυνάμεων, για να ξέρουμε τι θέλουμε και τι κάνουμε.
Και δεν θα μιλήσω για το θα έπρεπε να υπάρχει και δεν υπάρχει. Τι πράγματα πολύ φθηνότερα, πολύ εξυπνότερα, πολύ σημαντικότερα έπρεπε να υπάρχουν και δεν υπάρχουν στο χώρο της επιτήρησης, στο χώρο της επικοινωνίας, στις πιο ευαίσθητες περιοχές. Και αυτό είναι μία διαχρονική ευθύνη του πολιτικού συστήματος, είναι ευθύνη της Βουλής και είναι και ευθύνη οποιουδήποτε αρθρώνει δημόσιο λόγο χωρίς να έχει πλήρη συνείδηση και πλήρη εικόνα. Άρα, λοιπόν, πρόκειται για μία πολύ μεγάλη αλλαγή.
Οι αλλαγές στη στρατολογική νομοθεσία εναρμονίζονται με τη νομολογία και με τα πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη. Αυτό αφορά και τους αντιρρησίες συνείδησης. Ο θεσμός του ΕΦΟΠ, του Ειδικού Εφέδρου Οπλίτη μας δίνει μία νέα δυνατότητα δίπλα στους ΕΠΟΠ και τους οπλίτες βραχείας ανακατάταξης, χωρίς όμως επαγγελματική σχέση. Πρόκειται για κληρωτούς που συνεχίζουν για όσο θέλουν, αν θέλουν. Είναι μια άλλη προσέγγιση πιο ευέλικτη και νομίζω φιλική για νέα παιδιά που μπορεί έτσι να γράφουν συντάξιμη υπηρεσία και προϋπηρεσία.
Και βεβαίως είναι πολύ σημαντικό το πλέγμα ειδικότερων μεταβατικών ρυθμίσεων για τις οποίες θα μιλήσω στη μεθαυριανή συνεδρίαση, δηλαδή, τη μεταβατική ρύθμιση για τις εκκρεμείς συμβάσεις αντισταθμιστικών ωφελημάτων, η ρύθμιση για την παραχώρηση κατά χρήση ακινήτων των Ενόπλων Δυνάμεων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και η ρύθμιση, η οποία αφορά το πτητικό επίδομα που είναι η καλύτερη δυνατή.
Δεν θέλω, όμως, να γίνεται μία παρεξήγηση την οποία θεωρώ από ένα σημείο και μετά σκόπιμη. Υπήρξε πράγματι μια στιγμή έντασης που δεν αφορούσε το πτητικό επίδομα και τους λεβέντες της Πολιτικής Αεροπορίας, της Αεροπορίας Στρατού ή της Αεροπορίας του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά μία μέρα κατά την οποία οργανώθηκε αποχή κατά παράβαση κάθε έννοιας πειθαρχίας και κατά παράβαση του Συντάγματος. Και αυτό έπρεπε να έχει καταδικαστεί από όλα τα κόμματα, γιατί αυτό ήταν αδιανόητο. Ήταν ένα γεγονός που οφείλεται σε κάποιους ελάχιστους, οι οποίοι παρέσυραν τους πολλούς.
Το τι κάνουν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων το ζούμε καθημερινά. Ζούμε τον παλμό αυτής της υπόθεσης. Γιατί τη διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων την ασκεί η Κυβέρνηση και πρέπει να την ασκεί, για να μπορεί να απολογείται ενώπιον της Βουλής και ενώπιον του ελληνικού λαού. Και την ευθύνη για οτιδήποτε συμβαίνει επιχειρησιακά, λειτουργικά την έχει η Κυβέρνηση, την έχει ο εκάστοτε Υπουργός. Και πρέπει να σας πω ότι ο κ. Μπεγλίτης και εγώ έχουμε πλήρη συνείδηση της ευθύνης μας. Και ξέρουμε πολύ καλά τι παραλάβαμε και τι επιδιώκουμε να παραδώσουμε. Ε, λοιπόν, αυτό που θα παραδώσουμε να είστε βέβαιοι ότι θα είναι καλύτερο από αυτό που παραλάβαμε. Σας ευχαριστώ
"Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ευχαριστώ καταρχάς για τον κόπο και τις παρατηρήσεις των εισηγητών και αγορητών των κομμάτων και όλων των ομιλητών, τις οποίες παρακολουθήσαμε με τον κύριο Μπεγλίτη με ιδιαίτερη προσοχή, όπως ακριβώς και κατά το στάδιο της επεξεργασίας στη Διαρκή Επιτροπή.
Επιδίωξη και φιλοδοξία μας είναι, με το συζητούμενο νομοσχέδιο να επιλύσουμε με μια οριζόντια παρέμβαση πολλά χρονίζοντα και κρίσιμα, διοικητικού χαρακτήρα, προβλήματα στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων. Ποια είναι η αρχή του νομοσχεδίου; Αρχή του νομοσχεδίου είναι ο θεσμικός εκσυγχρονισμός, η δικαιοκρατία, η διαφάνεια, ο επαγγελματισμός, το υψηλό ποιοτικό επίπεδο. Αυτό διαπερνά ως κόκκινη γραμμή όλα τα κεφάλαια του νομοσχεδίου, αρχής γενομένης από το πρώτο μέρος, αυτό δηλαδή που αφορά την υπηρεσιακή κατάσταση και εξέλιξη των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις μετά τη δραματική εμπειρία της δικτατορίας, μετά την μεταπολίτευση τελούν πράγματι υπό πολιτικό έλεγχο και υπό την έννοια αυτή είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις μιας σύγχρονης, ευρωπαϊκής, δημοκρατικής και ευνομούμενης πολιτείας. Όμως η αρχή της νομιμότητας δεν έχει πολύ φιλικές σχέσεις με το χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων και αυτό αποτυπώνεται στη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων και του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποτυπώνεται σε μια ολόκληρη αντίληψη που για λόγους αδρανείας εξακολουθεί να κυριαρχεί στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αυτό αφορά το πλέγμα των κανονιστικών πράξεων, τις ίδιες τις πηγές του δικαίου των Ενόπλων Δυνάμεων, αφορά τις διαδικασίες κρίσεων, εξελίξεων, τοποθετήσεων, μεταθέσεων, καθώς και τις διαδικασίες του πειθαρχικού ελέγχου και όλα αυτά βεβαίως καταλήγουν σε μια πολύ μεγάλη δυσλειτουργία γιατί όλες σχεδόν οι πράξεις των αρμοδίων συλλογικών οργάνων των Ενόπλων Δυνάμεων ακυρώνονται μόλις προσβληθούν από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, γιατί πάσχουν από προφανείς και αυταπόδεικτες νομικές παθογένειες. Αυτό πρέπει να το θεραπεύσουμε. Πρέπει να επιβάλουμε κανόνες δικαιοκρατίας και διαφάνειας, πρέπει αυτά που είναι αυτονόητα σε όλη την ελληνική έννομη τάξη, να είναι αυτονόητα και στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Όσοι κάνατε τον κόπο να διαβάσετε προσεκτικά την έκθεση του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, θα είδατε να παρατίθενται τα πορίσματα της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας σταθερά και επαναλαμβανόμενα, προς τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε, όπως είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε και προς τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, θα προσέθετα και προς ορισμένα επαναλαμβανόμενα πορίσματα των ερευνών του Συνηγόρου του Πολίτη, εάν θέλουμε να διαμορφώσουμε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο νομιμότητας και διαφάνειας στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο αξιωματικός και ο υπαξιωματικός πρέπει να νιώθουν ότι περιβάλλονται από εγγυήσεις νομιμότητας και αξιοκρατίας, να νιώθουν ότι είναι ολοκληρωμένες σεβαστές προσωπικότητες που όταν ένα συλλογικό όργανο τους αξιολογεί, τους αξιολογεί μετά λόγου γνώσεως, αιτιολογημένα, επώνυμα, σοβαρά. Ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη του όταν συντάσσει μια έκθεση αξιολόγησης και βαθμολογεί τον υφιστάμενό του, όταν ψηφίζει για να προαχθεί ή να μην προαχθεί ή για να τοποθετηθεί καταλλήλως ή για να μετατεθεί ένας υφιστάμενός του.
Με έκπληξη έχω ακούσει ενστάσεις για το αν πρέπει να ισχύουν αυτοί οι κανόνες στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων, για το αν νοείται να υπάρχουν, για παράδειγμα, οι ενδικοφανείς προσφυγές, για το αν μπορεί να υπάρχει παράσταση μετά συνηγόρου στην πειθαρχική διαδικασία, για το αν δικαιούται ο αξιωματικός να ζητήσει να υποβάλει υπόμνημα ενώπιον του συμβουλίου κρίσεως ή και να εμφανιστεί αυτοπροσώπως για να ασκήσει το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης. Αυτά είναι αυτονόητα πράγματα.
Το στέλεχος που έχει το θάρρος να υποβάλλει υπόμνημα θεωρεί ότι αδικείται και πρέπει να εκφραστεί. Και πρέπει οι κριτές του να λάβουν σοβαρά υπόψη αυτό που λέει. Ο αξιωματικός που έχει το θάρρος να ζητήσει να εμφανιστεί ενώπιων του Συμβουλίου Αρχηγών Γενικών Επιτελείων, αν δεν έχει μειωμένη αίσθηση της πραγματικότητας, είναι μια προσωπικότητα που θέλει να εκφραστεί και θέλει να μπορέσει να αντικρίσει τους Αρχηγούς των Επιτελείων και να πει την άποψή του, να υπερασπιστεί το κύρος του, τη συγκρότησή του, τη δουλειά του, την προσωπικότητά του και αυτό πρέπει να το παράσχουμε. Όπως πρέπει να διαμορφώσουμε ένα καθεστώς σε σχέση με τις μεταθέσεις, το οποίο να είναι συλλογικά ελεγχόμενο και να μην κυοφορείται στους διαδρόμους των Επιτελείων, εν κρυπτώ.
Άρα η διαφάνεια, η προηγούμενη ακρόαση, η αιτιολογία των αποφάσεων, η επώνυμη μειοψηφία, η εξάντληση της διοικητικής διαδικασίας με ενδικοφανείς προσφυγές για να μην σωρεύονται προσφυγές στα δικαστήρια, όλα αυτά είναι ένα σύστημα ρυθμίσεων που αποκαθιστούν την αρχή της νομιμότητας στο χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό είναι επιταγή του δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Κι εφόσον τη διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων την ασκεί η Κυβέρνηση, δηλαδή την ασκεί η Βουλή, δηλαδή την ασκεί ο Ελληνικός λαός, πρέπει ο Ελληνικός λαός δι’ ημών να διαμορφώσει για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων αυτό το επαγγελματικό και υπηρεσιακό καθεστώς.
Η καινοτομία είναι τεράστια και πρέπει να υπάρχει και αξιοκρατία. Δεν νοείται να διαμορφώνεται μια επετηρίδα με τους αποφοίτους των ανωτάτων στρατιωτικών σχολών, η οποία τους ακολουθεί δια βίου, χωρίς να μεταβάλλεται με τίποτα. Μπορεί πράγματι κάποιος να ήταν καλός σπουδαστής και να είχε καλές επιδόσεις και να ήταν αρχηγός της τάξης του, αλλά μετά να ατύχησε, να μην έχει ηγετικά προσόντα, να μην έχει αναδειχθεί στο πεδίο της δραστηριότητάς του και κάποιος άλλος να έχει επιδείξει εξαιρετικά προσόντα. Μπορεί κάποιος να έχει τελειώσει πολύ σημαντικά σχολεία, μπορεί να έχει υπηρετήσει σε κρίσιμες θέσεις. Πρέπει να μπορεί να διαμορφωθεί μια οριστική επετηρίδα στους κρίσιμους βαθμούς κι αυτό το νόημα έχει η κατ’ απόλυτη εκλογή-προαγωγή. Γιατί το άλλο είναι η υπαλληλία, η αδράνεια, η ρουτίνα. Δεν μπορείς πια να πιστέψεις σε τίποτα. Και μετά λόγου γνώσεως τα συμβούλια θα προβαίνουν σ’ αυτές τις κατ’ απόλυτο εκλογή προαγωγές, γιατί χρειάζεται ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ο καθένας που δεν τυγχάνει μιας θετικής κρίσης μπορεί βεβαίως να προσφύγει στον δικαστικό έλεγχο. Σε ποιους βαθμούς; Στους βαθμούς όπου έχει ωριμάσει ο αξιωματικός. Στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη και του συνταγματάρχη και τους αντιστοίχους.
Η παράλληλη επετηρίδα. Μα, τι έχουμε πει; Έχουμε πει ότι μέσα σε μια συνολική παγκόσμια μεταρρύθμιση και πάντως πανευρωπαϊκή μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων καταφέραμε με το συνταξιοδοτικό νόμο που ισχύει για το δημόσιο, άρα με το νέο κώδικα πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων, να προσφέρουμε στο στρατιωτικό προσωπικό την καλύτερη δυνατή ρύθμιση. Διασφαλίζουμε την υπηρεσιακή παρουσία του αξιωματικού που προέρχεται από παραγωγικές σχολές για τριάντα πέντε τουλάχιστον χρόνια πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας, στα οποία προστίθενται, λόγω των τοποθετήσεών του σε μονάδες παραμεθορίων περιοχών, σε μονάδες προκάλυψης, πέντε πλασματικά χρόνια. Άρα έχουμε σαράντα χρόνια συντάξιμης υπηρεσίας. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί κάποιος να ολοκληρώσει το συντάξιμο χρόνο του σε ηλικία μικρότερη των πενήντα τριών ετών. Έλεος νομίζω, για τα σημερινά δημογραφικά δεδομένα και το σημερινό προσδόκιμο επιβίωσης. Ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων στην Τουρκία ορίζεται πάντα σε ηλικία εξήντα πέντε ετών. Οι δικοί μας αρχηγοί είναι ηλικίας πενήντα πέντε με πενήντα οκτώ ετών.
Άρα, το νομοσχέδιο έχει μία λογική που συναρτάται με τα νέα δεδομένα, τα βιολογικά, τα δημογραφικά, τα κοινωνικά, τα δημοσιονομικά. Ο αξιωματικός, λοιπόν, ο οποίος θα διέλθει τη «στενή πύλη» του ανώτατου αξιωματικού θα παραμείνει για πάρα πολλά ακόμη χρόνια. Όσοι δε, έχουν διπλά συντάξιμα χρόνια λόγω πτητικών ή άλλων επικίνδυνων δραστηριοτήτων, πραγματικά θα έχουν καταγράψει ένα ρεκόρ συντάξιμων ετών.
Όμως, η παρεξήγηση η μεγάλη αφορά την «παράλληλη επετηρίδα», δηλαδή τους εκτός οργανικών θέσεων. Αυτός είναι ένας υφιστάμενος θεσμός. Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει το θεσμό του αξιωματικού που τοποθετείται εκτός οργανικών θέσεων. Αυτή τη στιγμή, για να πάρω την Πολεμική Αεροπορία ως παράδειγμα, έχουμε 42 σμηνάρχους εκτός οργανικών θέσεων. Όλοι όσοι υπηρετούν στα πυροσβεστικά αεροσκάφη είναι στην πλειοψηφία τους είτε ανακληθέντες εκ της εφεδρείας, είτε εκτός οργανικών θέσεων. Έχουμε 203 οι οποίοι είναι υπηρεσίας εδάφους για λόγους υγείας.
Επίσης, στα 11.000 στελέχη του Στρατού Ξηράς έχουμε περίπου 300 εκτός οργανικών θέσεων. Και στο Ναυτικό έχουμε έξι στελέχη τα οποία έχουν κριθεί διατηρητέα στον αυτό βαθμό και αν κριθούν και τη δεύτερη χρονιά διατηρητέα στον αυτό βαθμό, θα καταστούν στελέχη εκτός οργανικών θέσεων. Υπάρχουν αυτά. Όλοι αυτοί τίθενται στο δεξιό. Γνωρίζουν ότι οι άλλοι έχουν προαχθεί και μπορούν να αποχωρήσουν. Δεν είναι υποχρεωτική η παραμονή κανενός. Δεν είναι δεσμευμένος κανείς να παραμείνει. Υπάρχουν αυτοί που είναι ελαφράς υπηρεσίας, αυτοί που για λόγους υγείας δεν μπορούν να υπηρετήσουν σε θαλάσσια υπηρεσία, αυτοί που για λόγους υγείας παύουν να είναι ιπτάμενοι.
Και να σας πω και κάτι άλλο; Γνωρίζετε ότι με βάση την υφιστάμενη και ισχύουσα -εξακολουθούσα εν ισχύ- νομοθεσία για να προαχθεί ένας ανώτερος αξιωματικός στο βαθμό του Ταξίαρχου και των αντιστοίχων πρέπει να είναι απόφοιτος τουλάχιστον της Ανωτάτης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου; Ε, λοιπόν, οι μισοί Συνταγματάρχες δεν έχουν το προσόν αυτό, άρα γνωρίζουν ότι δεν έχουν την τυπική δυνατότητα να προαχθούν. Άρα, θα βρεθούν εκτός των ανωτάτων θέσεων, διότι έτσι διαμόρφωσαν τη σταδιοδρομία τους ή γιατί δεν τους επετράπη λόγω αδιαφάνειας να διαμορφώσουν διαφορετικά τη σταδιοδρομία τους, όταν ήταν Ταγματάρχες.
Τώρα ο καθένας κινείται με πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια και άνεση και ειλικρινά θεωρώ ότι είναι κατώτερο των περιστάσεων να απαντήσω σε στερεότυπες, κατά τη γνώμη μου ξεπερασμένες, αιτιάσεις του τύπου «Κάνετε κομματικές κρίσεις». Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ενόψει των εκλογών του 2009 ανέτρεψε τη μακρά παράδοση οι κρίσεις των αρχηγών των Επιτελείων να γίνονται κάθε Μάρτιο και προέβη σε κρίσεις τον Αύγουστο του 2009 για να προκαταλάβει την Κυβέρνηση, που θα προέκυπτε από τις εκλογές του φθινοπώρου. Διατηρήσαμε το σύνολο των Αρχηγών των Επιτελείων. Απεχώρησε το Μάρτιο ο Αρχηγός του ΓΕΝ ολοκληρώνοντας διετή υπηρεσία και επελέγη Αρχηγός του ΓΕΝ ένας εκ των δύο υπηρετούντων μαχίμων Αντιναυάρχων.
Να θυμίσω τι είχε γίνει στο παρελθόν, όταν ανεκλήθησαν Έφεδροι στην ενέργεια και τοποθετήθηκαν Αρχηγοί Επιτελείων; Να μιλήσω για παραιτήσεις Αρχηγών του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού σωρηδόν; Για τελετές παράδοσης στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων με κλάματα και αλληλοκαταγγελίες; Δεν το κάνω!
Δεν πρέπει να εμφανίζεται κανένα κόμμα, μικρό ή μεγάλο, ως αυτόκλητος προστάτης και κηδεμών συγκεκριμένων αξιωματικών. Μην ενδίδετε σε αυτού του τύπου τις επαφές και τις πελατειακές σχέσεις. Η πολιτεία είναι ενιαία. Η πολιτεία είναι δημοκρατική. Η πολιτεία είναι συντεταγμένη. Και την πολιτεία τη συγκροτούμε και την εκφράζουμε όλοι μαζί, ενωμένοι, με συναίνεση, με το ίδιο πατριωτικό αίσθημα και με την ίδια συνείδηση της Ιστορίας. Και πρέπει αυτό το μήνυμα να στέλνουμε στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Έχω διευθύνει οκτώ Υπουργεία. Δεν έχω ρωτήσει ποτέ τα φρονήματα και τις προτιμήσεις κανενός Γενικού Διευθυντού και κανενός Διευθυντού και πολύ περισσότερο δεν το κάνω για τους Αρχηγούς των Επιτελείων ή για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων. Πείτε μου μία επιλογή Ανωτάτου Αξιωματικού από το ΣΑΓΕ, η οποία δεν ήταν αιτιολογημένη και αξιοκρατική, γιατί το ΚΥΣΕΑ επιλέγει μόνο τους Αρχηγούς.
Άρα, ας κλείσουμε το κεφάλαιο που αφορά το πρώτο μεγάλο ζήτημα της υπηρεσιακής κατάστασης και εξέλιξης των στελεχών. Όλοι ωφελούνται, κανείς δεν αδικείται. Οι εθελοντές μακράς θητείας αποκτούν μονιμότητα, που δεν διαθέτουν. Εντάσσονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του δημοσίου, ενώ ήταν σε απόλυτη ανασφάλεια μεταξύ ΙΚΑ και δημοσίου. Οι υπαξιωματικοί μετατάσσονται στο σώμα των αξιωματικών εφόσον είναι πτυχιούχοι Πανεπιστημίου με ανοιχτές διαδικασίες προκήρυξης και διατηρείται η εσωτερική τάξη και ιεραρχία του σώματος των αξιωματικών, που πρέπει να έχει παράδοση και συνοχή.
Απολύτως συναρτημένο με το ζήτημα αυτό είναι το τελευταία κεφάλαιο του νομοσχεδίου για τις αλλαγές στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τα οποία δεν μπορεί να είναι Πανεπιστήμια κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 5 του Συντάγματος, «πλήρως αυτοδιοικούμενα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα». Είναι μονάδες, είναι στρατιωτικές υπηρεσίες, αλλά πρέπει να έχουν και μία σαφή ακαδημαϊκή διάσταση αποδεκτή από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Γι’ αυτό η αλλαγή που κάνουμε είναι τα ακαδημαϊκά στελέχη, τα μέλη του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού των μη στρατιωτικών μαθημάτων -δηλαδή οι χημικοί, οι μαθηματικοί, οι φιλόλογοι- να εκλέγονται με τις διαδικασίες που εκλέγονται και τα μέλη ΔΕΠ των Πανεπιστημίων, με το ίδιο σύστημα, με τα ίδια κριτήρια, με τα ίδια εκλεκτορικά σώματα. Όχι να είναι ο αρχηγός του Επιτελείου και άλλοι πέντε στρατηγοί τα μισά μέλη του εκλεκτορικού σώματος, οι πέντε στους έντεκα. Δηλαδή, με έναν καθηγητή συγκροτείται πλειοψηφία και εκλέγεται ένας καθηγητής, ενώ οι άλλοι πέντε καθηγητές μπορεί να προτείνουν άλλον.
Επίσης, δίνουμε τη δυνατότητα οργάνωσης μεταπτυχιακών προγραμμάτων, που θα συγκροτούν και τα ΑΣΕΙ, αλλά και η Ανωτάτη Διακλαδική Σχολή Πολέμου και η Σχολή Εθνικής Άμυνας.
Τώρα, η μεγαλύτερη τομή είναι αυτή που αφορά τη δομή διοίκησης και τη δομή δυνάμεων. Ο ελληνικός στρατός πρέπει να γίνει σύγχρονος, στοχευμένος και πρέπει να εξαλείψουμε παραλογισμούς οργανωτικούς, οι οποίοι μας έχουν στοιχίσει ακριβά στο παρελθόν.
Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμύνης έχει τη επιχειρησιακή διοίκηση. Οι Αρχηγοί των Επιτελείων των κλάδων έχουν τη διοικητική διοίκηση και δεν μετέχουν στην επιχειρησιακή αλυσίδα. Δηλαδή, μπορεί να συμβεί μία κρίση την οποία διαχειρίζεται ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων και οι Αρχηγοί ΓΕΣ και ΓΕΝ είναι στο γραφείο τους και δεν μετέχουν. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί.
Πρέπει, λοιπόν, να ενοποιηθεί η διοίκηση, να είναι και επιχειρησιακή και διοικητική. Να ασκείται από τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ με ενιαίες διακλαδικές οδηγίες, αλλά διά των Αρχηγών των κλάδων, οι οποίοι εντάσσονται και στην επιχειρησιακή αλυσίδα. Το ΣΑΓΕ γίνεται έτσι και επιχειρησιακό όργανο. Αυτό είναι προϊόν μεγάλης περίσκεψης, μεγάλης συζήτησης, απόφαση του ΣΑΓΕ και του ΣΑΜ η οποία έχει εγκριθεί από το ΚΥΣΕΑ. Θεωρώ ότι είναι μία αλλαγή, η οποία θα μας επιτρέψει να έχουμε πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και να αποκτήσει πραγματικό περιεχόμενο η διακλαδικότητα.
Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό χρειάζεται και μία στήριξη διακομματική, διότι πρέπει να επιβληθεί αυτή η λογική στις Ένοπλες Δυνάμεις. Πρέπει η διακλαδικότητα να ξεκινήσει από τον τρόπο λειτουργίας των παραγωγικών σχολών και να φτάσει μέχρι τον τρόπο στελέχωσης των διακλαδικών επιτελείων και κυρίως μέχρι τον τρόπο στελέχωσης του ΓΕΕΘΑ, πυλώνες του οποίου θα είναι πλέον το ΓΕΣ, το ΓΕΝ και το ΓΕΑ.
Όλα αυτά μορφοποιούνται μέσα στο νομοσχέδιο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μετά από λεπτομερή επεξεργασία και εξέταση όλων των συγκριτικών δεδομένων. Βεβαίως, όταν έχεις ένα «θέατρο πολέμου» ή ένα «θέατρο κρίσης» -για να είμαι πιο επιεικής στις εκφράσεις μου- όπως είναι το Αιγαίο, η διακλαδικότητα είναι όρος ύπαρξης. Το ίδιο δε, συμβαίνει και με την λεγόμενη «δομή δυνάμεων». Δομή δυνάμεων δεν είναι οι οροφές του προσωπικού. Αυτό είναι το λιγότερο. Οι οροφές του ενεργού στρατού ή οι οροφές της εφεδρείας. Δομή δυνάμεων είναι κυρίως η εκλογίκευση των προμηθειών αμυντικού υλικού.
Θα σας πω ένα παράδειγμα. Η ισχύουσα οροφή με βάση το καταστατικό κείμενο που ισχύει για τη δομή δυνάμεων στρατού ξηράς είναι 93.000. Αυτή είναι η ισχύουσα απόφαση του ΚΥΣΕΑ του 2003. Το 2007-2008 το ΣΑΓΕ πρότεινε να αυξηθεί η οροφή αυτή στις 103.000 και ενεκρίθη από τον Υπουργό, αλλά δεν ολοκληρώθηκε η διαδικασία. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα που αντιστοιχεί σ’ αυτή τη νέα δομή δυνάμεων του στρατού ξηράς ανερχόταν με βάση τις τότε αποφάσεις στα 25 δισεκατομμύρια για δεκαπενταετία. Η νέα επεξεργασία πριν ολοκληρωθεί ο νόμος, επεξεργασία που γίνεται με βάση τις οδηγίες που έχουμε δώσει, οδηγεί σε επανεκτίμηση των αναγκών στο ύψος των 10 δισεκατομμυρίων. Αντιλαμβάνεστε τι σας λέω; Έτσι δια γυμνού οφθαλμού, μετατοπιζόμαστε από το επίπεδο των 25 δισεκατομμυρίων στο επίπεδο των 10 δισεκατομμυρίων. Το λέω για να αντιληφθείτε τι περιθώρια εκλογίκευσης υπάρχουν.
Όλα λοιπόν θα γίνουν σωστά. Θα επανεκτιμηθεί συνολικά η ανάγκη των Ενόπλων Δυνάμεων σε εξοπλιστικά προγράμματα, πώς πρέπει να είναι ιδεατά διαρθρωμένες οι Ένοπλες Δυνάμεις, πώς πρέπει να είναι εξοπλισμένες, ποια πρέπει να είναι η οροφή κάθε κλάδου, αιτιολογημένα με βάση την εκτίμηση της απειλής, με βάση το αμυντικό δόγμα, με βάση την πολιτική εθνικής άμυνας, οι κλάδοι, ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, εντέλει ο Υπουργός στο ΚΥΣΕΑ δια της Βουλής. Και με την ίδια διαδικασία θα καταρτίζεται το δεκαπενταετές μακροπρόθεσμο πρόγραμμα, το τριετές κυλιόμενο για να εναρμονίζεται με τον τριετή κρατικό προϋπολογισμό, θα εντάσσονται τα προγράμματα στον ετήσιο προϋπολογισμό και θα ενεργοποιούνται. Με την ίδια διαδικασία. Πάντα η Βουλή, πάντα διακλαδικά, πάντα αιτιολογημένα και πάντα με αναγωγή σε μία ενιαία αντίληψη για το τι θέλουμε να κάνουμε.
Ξέρετε με τι ρυθμό περνούν από το ΣΑΓΕ οι λεγόμενες Μελέτες Καθορισμού Προγράμματος, οι οποίες είναι η αφετηρία για ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα; Μπορεί σε μία συνεδρίαση μισής ώρας να περάσουν πέντε μελέτες. Δεν είναι αυτό επεξεργασία. Είναι μία κακή συνήθεια. Και υπογράφει ο Υπουργός. Αυτό έπαψε τώρα. Όλα θα επανεξετάζονται.
Άρα, χρειάζεται μια άλλη προσέγγιση. Υπάρχει νευρικότητα στο χώρο της αγοράς των εξοπλιστικών προγραμμάτων, γιατί βλέπουν ότι αλλάζουν τα πράγματα, τα κριτήρια, οι διαδικασίες, η Βουλή, η διαφάνεια. Υπάρχει πολύ μεγάλη νευρικότητα. Και αρχίζουν τα επιχειρήματα του τύπου «Προς Θεού, θα μείνουμε χωρίς εξοπλισμούς; Αφοπλίζετε τη χώρα;». Δεν λέγονται εξ αγαθού συνειδότος αυτά. Πρέπει να εξηγούμε στον Έλληνα πολίτη το κάθε ευρώ πού πηγαίνει και γιατί πηγαίνει. Και πρέπει η αιτιολογία να είναι αναλυτική, πειστική, έντιμη και πρέπει να λειτουργούμε και απολογιστικά. Γι’ αυτό θα φέρουμε στη Βουλή τον απολογισμό των επενδύσεων της τελευταίας εικοσαετίας ως όρο για να καταρτίζουμε τη νέα δομή δυνάμεων, για να ξέρουμε τι θέλουμε και τι κάνουμε.
Και δεν θα μιλήσω για το θα έπρεπε να υπάρχει και δεν υπάρχει. Τι πράγματα πολύ φθηνότερα, πολύ εξυπνότερα, πολύ σημαντικότερα έπρεπε να υπάρχουν και δεν υπάρχουν στο χώρο της επιτήρησης, στο χώρο της επικοινωνίας, στις πιο ευαίσθητες περιοχές. Και αυτό είναι μία διαχρονική ευθύνη του πολιτικού συστήματος, είναι ευθύνη της Βουλής και είναι και ευθύνη οποιουδήποτε αρθρώνει δημόσιο λόγο χωρίς να έχει πλήρη συνείδηση και πλήρη εικόνα. Άρα, λοιπόν, πρόκειται για μία πολύ μεγάλη αλλαγή.
Οι αλλαγές στη στρατολογική νομοθεσία εναρμονίζονται με τη νομολογία και με τα πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη. Αυτό αφορά και τους αντιρρησίες συνείδησης. Ο θεσμός του ΕΦΟΠ, του Ειδικού Εφέδρου Οπλίτη μας δίνει μία νέα δυνατότητα δίπλα στους ΕΠΟΠ και τους οπλίτες βραχείας ανακατάταξης, χωρίς όμως επαγγελματική σχέση. Πρόκειται για κληρωτούς που συνεχίζουν για όσο θέλουν, αν θέλουν. Είναι μια άλλη προσέγγιση πιο ευέλικτη και νομίζω φιλική για νέα παιδιά που μπορεί έτσι να γράφουν συντάξιμη υπηρεσία και προϋπηρεσία.
Και βεβαίως είναι πολύ σημαντικό το πλέγμα ειδικότερων μεταβατικών ρυθμίσεων για τις οποίες θα μιλήσω στη μεθαυριανή συνεδρίαση, δηλαδή, τη μεταβατική ρύθμιση για τις εκκρεμείς συμβάσεις αντισταθμιστικών ωφελημάτων, η ρύθμιση για την παραχώρηση κατά χρήση ακινήτων των Ενόπλων Δυνάμεων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και η ρύθμιση, η οποία αφορά το πτητικό επίδομα που είναι η καλύτερη δυνατή.
Δεν θέλω, όμως, να γίνεται μία παρεξήγηση την οποία θεωρώ από ένα σημείο και μετά σκόπιμη. Υπήρξε πράγματι μια στιγμή έντασης που δεν αφορούσε το πτητικό επίδομα και τους λεβέντες της Πολιτικής Αεροπορίας, της Αεροπορίας Στρατού ή της Αεροπορίας του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά μία μέρα κατά την οποία οργανώθηκε αποχή κατά παράβαση κάθε έννοιας πειθαρχίας και κατά παράβαση του Συντάγματος. Και αυτό έπρεπε να έχει καταδικαστεί από όλα τα κόμματα, γιατί αυτό ήταν αδιανόητο. Ήταν ένα γεγονός που οφείλεται σε κάποιους ελάχιστους, οι οποίοι παρέσυραν τους πολλούς.
Το τι κάνουν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων το ζούμε καθημερινά. Ζούμε τον παλμό αυτής της υπόθεσης. Γιατί τη διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων την ασκεί η Κυβέρνηση και πρέπει να την ασκεί, για να μπορεί να απολογείται ενώπιον της Βουλής και ενώπιον του ελληνικού λαού. Και την ευθύνη για οτιδήποτε συμβαίνει επιχειρησιακά, λειτουργικά την έχει η Κυβέρνηση, την έχει ο εκάστοτε Υπουργός. Και πρέπει να σας πω ότι ο κ. Μπεγλίτης και εγώ έχουμε πλήρη συνείδηση της ευθύνης μας. Και ξέρουμε πολύ καλά τι παραλάβαμε και τι επιδιώκουμε να παραδώσουμε. Ε, λοιπόν, αυτό που θα παραδώσουμε να είστε βέβαιοι ότι θα είναι καλύτερο από αυτό που παραλάβαμε. Σας ευχαριστώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.