Κυριακή 6 Ιουνίου 2010
ΤΟ ΔΑΚΡΥ ΤΟΥ 83χρονου Κυρ ΘΑΝΑΣΗ Γράφει ο Αργύρης Σιδέρης
Κατ` αρχήν ζητάω συγγνώμη αν κατά την ροή της... αφήγησης "ξεφύγω" κάποια στιγμή της απαιτούμενης ευπρέπειας, αλλά ΥΠΟΣΧΕΘΗΚΑ στόν κυρ Θανάση να γράψω ότι ΑΚΡΙΒΩΣ είπαμε, ετσι όπως μιλάμε μεταξύ μας δύο φίλοι.
Την Παρασκευή 21/5 βρεθήκαμε στην Τράπεζα Κύπρου στη Βάρκιζα, που συνήθως πολλοί συνταξιούχοι της περιοχής παίρνουν τη σύνταξή τους. Ο κυρ. Θανάσης ήταν εκεί όταν μπήκα μέσα τον είδα καθισμένο σε μιά καρέκλα και μια υπάλληλο να του δίνει νερό μ`ένα πλαστικό ποτηράκι.
Ανησύχησα, γιατί σαν γείτονάς του ξέρω τα προβλήματα της υγείας του, ειδικά απο πέρσυ που έχασε τη γρηά του και ζούσε ολομόναχος με μοναδική του παρέα την... Ριρίκα, την γλυκειά σκυλίτσα που του κράταγε συντροφιά.
Πήγα κοντά και τον ρώτησα τι έγινε.
Μόλις με είδε, μούσφιξε το χέρι και έβαλε τα κλάματα σα μικρό παιδί, μην μπορώντας να μου εξηγήσει τι συνέβει.
Ρώτησα την υπάλληλο, ούτε εκείνη ήξερε, απλά μου λέει, είχε πάει το Ταμείο πήρε την σύνταξή του και.. κατάρρευσε ξαφνικά.
Απόρησα γιατί τον κυρ Θανάση τον ξέραμε για σκληροτράχηλο άνθρωπο, καταγόμενο απ την Ίβρο, πρόσφυγα του 22, Ναυτικό κοντά 50 χρόνια πούχε φάει τη θάλασσα με το κουτάλι και δεν λύγιζε εύκολα.
Κάθησα κοντά του, συνήλθε κάπως και ανέλαβα να τον πάω σπίτι.
Φυσικά εκείνη την ώρα ούτε που σκεπτόμουν γιατί είχα πάει στην Τράπεζα αφήνοντας για αργότερα να ξαναπάω.
Πηγαίνοντας για το σπίτι του , μου ζήτησε να σταματήσω λίγο την παραλία να μιλήσουμε, κάτι που κάναμε αρκετές φορές σαν γείτονες.
Πήγα τ`αμάξι στην άκρη της παραλίας με θέα το Σούνιο. Οταν έσβυσα τη μηχανή άπλωσε το σκελετωμένο χέρι του άρπαξε με περίεργη δύναμη το δικό μου και κλαίγοντας μου είπε:
-Αργύρη, αν μπορούσα θα πήγαινα τώρα να φτύσω όλους αυτούς τους αλήτες που μας Κυβερνάνε.
-Ελα μωρέ Θανάση , του λέω, ο πρώτος είσαι ή ο τελευταίος; Όμως πέσ μου, γιατί είσαι τόσο χάλια σήμερα;
Δεν μου απάντησε, έβγαλε ενα χαρτί απ την τσέπη του και μου τόδωσε. Ηταν οι διάφορες οικονομικές υποχρεώσεις που έπρεπε να δώσει με τη σύνταξή του.
-Και καλά του λέω, γιατί οδύρεσε χριστιανέ μου; Αφού πληρώθηκες, άμα θές πάμε μαζί να τα πληρώσουμε.
- Ευχαριστώ μου λέει αλλά τώρα πιά δεν φτάνουν , που κόψανε 220 ευρώ απ την σύνταξη, δεν ξέρω γιατί και δεν ξέρω τι να κόψω.
Κατάλαβα ότι ο κυρ Θανάσης δεν ήξερε καν τι συνέβαινε γύρω, το μόνο του ήξερε ήταν ότι του κόψαν 220 ευρώ, απο μια πενιχρή σύνταξη πούχε χρυσοπληρώσει με ιδρώτα και αίμα. Καταριόταν μόνο τους υπεύθυνους. Ποιοί είναι, γιατί και πώς , ελάχιστα στον ενδιέφερε αφού το μυαλό του ήτανε στο ΤΙ έπρεπε να κόψει. Τα φάρμακα, το φως, το νερό, το τηλέφωνο, το λιγοστό φαϊ; ΤΙ;
Τον πήγα σπίτι του σε κακό χάλι και είπα στην γυναίκα μου και στα παιδιά να του ρίχνουν καμιά ματιά μήπως χρειασθεί κάτι.
Το βράδυ μου πέρασα να τον δω ήταν στο ίδιο χάλι. Το τσαλακωμένο απ τις κακουχίες και τον χρόνο πρόσωπό του είχε αποκτήσει μια μόνιμα θυμωμένη έκφραση και έβριζε συνέχεια τους πάντες και τα πάντα.
Δεν μπορούσε να χωνέψει με ΤΙΠΟΤΑ, ότι κάποιοι μετά απο τόσα χρόνια, τόλμησαν να του κόψουν την συνταξούλα του.
Ο 83χρονος φίλος Θανάσης ζούσε με τα φάρμακά του και με αυτό το ΠΕΛΩΡΙΟ ΓΙΑΤΙ.
Μέχρι πρότινος.
Γιατί, αύριο έχουμε τα 9άμερά του.
Καλό ταξίδι φίλε και αντάμωση.
Υ.Γ.
Τώρα πια ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΣ ΤΙΠΟΤΑ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ.
Απο κεί που είσαι θα δείς -ΣΥΝΤΟΜΑ- και την ΤΙΜΩΡΙΑ αυτών που ήθελες να φτύσεις και δεν πρόλαβες.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.