Οι υποστηρικτές του ΔΝΤ, της μονόπλευρης λιτότητας, του περιορισμού της δημοκρατίας, υποστηρίζουν ότι οι πρόσφατες επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης είναι μονόδρομος. Υποστηρικτικά γίνεται επίκληση του επιχειρήματος, ότι η Ελλάδα είναι «από κάτω» και δεν μπορεί να θέτει όρους στους δανειστές της. Με άλλα λόγια ότι όποιος χρωστά και ζητά δεν μπορεί να διεκδικεί. Αυτός είναι ο σκληρός πυρήνας του επιχειρήματος. Η σημασία του είναι μεγάλη. Όχι μόνο για αυτό που ήδη έγινε, αλλά πολύ περισσότερο για τα μελλούμενα. Αν η κυβέρνηση δεν μάθε με επάρκεια από τα λάθη που έκανε το τελευταίο εξάμηνο, τότε ο κίνδυνος επανάληψης των ίδιων λαθών σε καταστάσεις πιο δύσκολες, είναι μεγάλος. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να φωτιστεί το πρόβλημα της διαπραγμάτευσης στις σημερινές συνθήκες. Διαπραγμάτευση χωρίς εναλλακτικές;
Η κυβέρνηση, εκτιμώ, ότι,
Α) δεν αναζήτησε έγκαιρα λύσεις, όταν μπορούσε να αγοράσει ακόμα φτηνά δάνεια. Απόφυγε να δανειστεί από τις αναδυόμενες αγορές, εκεί από όπου δανείζονται ακόμα και οι Αμερικανοί. Η κυβέρνηση διέθετε εναλλακτικές, ιδιαίτερα στην αγορά ταμείων της Κίνας, ορισμένων αραβικών κρατών και ρωσικών κεφαλαίων. Όχι μόνο δεν το έκανε, αλλά επέτρεψε να καούν αυτές οι εναλλακτικές. Τις διάψευσε δημόσια και δήλωσε ότι δεν είχε καν τέτοια πρόθεση. Με αυτό τον τρόπο, έστω και άθελά της, έστειλε μήνυμα σε ΕΕ και ΔΝΤ ότι δεν διαθέτει άλλες εναλλακτικές.
Β) Καθυστέρησε. Ξέχασε παντελώς ότι ο χρόνος και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες διαπραγματεύεται κανείς είναι στοιχείο εναλλακτικότητας. Άλλο πάω στις αγορές να αγοράσω όταν τα επιτόκια είναι 3-4%, και άλλο όταν αυτά έχουν πάρει την ανηφόρα.
Γ) Πήγε στις διαπραγματεύσεις έχοντας παραδοθεί ψυχολογικά. Και το χειρότερο, αυτό το ήξεραν και οι δανειστές της. Όταν οι υπουργοί της κυβέρνησης πριν πάνε καν στη διαπραγμάτευση κυρρήτουν δημόσια ότι δεν δικαιούνται και δεν μπορούν να ζητάνε διαπραγμάτευση, τότε έχουν βάλει μόνοι τους τη θηλιά γύρο από το λαιμό τους.
Δ) Από τις πρώτες διαπραγματεύσεις – ανιχνεύσεις με την ΕΕ, στα τέλη του 2009, έλειπαν έμπειροι διαπραγματευτές. Πήγαιναν μεν άνθρωποι με γνώσεις στην οικονομία, χωρίς, όμως, παραστάσεις για το πώς γίνονται οι διαπραγματεύσεις. Ποιες είναι οι τεχνικές και οι δυνατότητες του διαπραγματευτή.
Ε) Οι αρμόδιοι δεν κατανόησαν τον γενικότερο χαρακτήρα του ελληνικού προβλήματος. Τόσο ως προς την έκτασή του, όσο και ως προς τη διασύνδεσή του με τις μελλοντικές εξελίξεις στην ίδια την ΕΕ. Για αυτό δεν αντελήφθηκαν ότι θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν έχοντας ως γραμμή άμυνας τη θέση, ότι τυχόν «πτώση» της Ελλάδας θα συμπαρασύρει και άλλους. Και δεν το λέω αυτό για τις τελευταίες ημέρες, όπου πράγματι όλα είχαν μπει σε ένα αυλάκι συγκεκριμένης πορείας, αλλά για όλους αυτούς τους μήνες που οδήγησαν την Ελλάδα σε αυτό το αυλάκι. Η κυβέρνηση δεν εξήγησε στους πιεστές της, ότι υπάρχουν όρια. Ότι αυτά τα όρια είναι υπαρκτά και ότι αν την πιέσουν να κινηθεί πίσω από αυτά, τότε θα αναγκαστεί να «πηδήξει στο κενό» συμπαρασύροντας και όσους κράταγαν το σκοινί για να κρεμάσουν την Ελλάδα. Ότι, δηλαδή, από ένα σημείο και πέρα το παιχνίδι δεν θα ήταν πια, όπως λέμε στη θεωρία των παιγνίων, «χάνω – κερδίζω» αλλά «χάνω – χάνεις». Μια τέτοια προοπτική και σαφήνεια απαιτεί ασφαλώς θάρρος, τόλμη, διαπραγματευτική στρατηγική, συγκέντρωση δυνάμεων, πολιτική και όχι λογιστική αντίληψη του όλου θέματος.Στην ΕΕ, χώρες όπως η Γερμανία και τμήματα της Επιτροπής έπρεπε να κατανοήσουν έγκαιρα ότι πέραν ενός ορίου θα υπήρχαν αρνητικές συνέπειες και για εκείνους. Ότι η διάλυση της Ελλάδας δεν θα ήταν μια απλή άσκηση για τις νέες γερμανικές επιλογές στην Ευρώπη, όπως δυστυχώς και έγινε.
Στ) Η κυβέρνηση δεν πήρε μέτρα να εξηγήσει στην άλλη πλευρά τη σημασία του χρόνου των διαπραγματεύσεων. Ότι όσο αυτή επιμηκύνεται, όχι μόνο γίνεται πιο δύσκολη η λύση του προβλήματος, αλλά αυξάνει το κόστος για όλες τις πλευρές. Φαίνεται ότι κάποιες στιγμές δεν κατανοήσει με ακρίβεια το τι έπαιρνε και το τι έδινε στις διαπραγματεύσεις που έκανε και νόμιζε ότι είχε κερδίσει και χρόνο και συμφωνία.
Ζ) Η κυβέρνηση «πούλησε» πολύ εύκολα ένα κεντρικό ζήτημα διαπραγμάτευσης. Τον χρόνο που απαιτείται για τη μείωση των ελλειμμάτων. Δεν μπορεί οι Γερμανοί να δηλώνουν ότι θα μειώσουν το έλλειμμά τους κατά 2% εντός μιας πενταετίας και η Ελλάδα με ύφεση και δυσλειτουργική δημόσια διοίκηση να δεσμεύεται σε περιορισμό του ελλείμματος εντός τριών ετών κατά 10% και άνω.
Η) Η κυβέρνηση συμπεριφέρθηκε ως ο μηχανισμός διάσωσης για την Ελληνική οικονομία να ήταν κάτι το πρωτοφανές. Η αλήθεια είναι ότι ανάλογοι μηχανισμοί είχαν ήδη δημιουργηθεί από την ΕΕ προκειμένου να στηριχθούν η Ουκρανία και στη συνέχεια δύο κράτη μέλη της, η Ρουμανία και η Λετονία. Όλα δείχνουν ότι δεν υπήρξε επεξεργασία στην Ελλάδα των συσσωρευμένων εμπειριών ως προς αυτούς τους μηχανισμούς. Επεξεργασία που σίγουρα θα βοηθούσε, ώστε η Ελλάδα να μην δανείζεται, αν και μέλος της ευρωζώνης, πιο ακριβά από χώρες που δεν ανήκουν σε αυτήν (η Λετονία δανείστηκε με 2,14% από το ΔΝΤ, 3,1% από τα άλλα κράτη της ΕΕ και την Επιτροπή). Σε κάθε περίπτωση είναι λάθος να πηγαίνει κάποιος σε διαπραγματεύσεις χωρίς σαφήνεια του τι δείχνει η υπάρχουσα πείρα και πώς αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί.
Θ) Ο λόγος που η Λετονία δανείστηκε κατά πολύ πιο φτηνά από ότι η Ελλάδα, δεν είναι τα διαφορετικά μεγέθη, αλλά όπως έγραψαν έγκυρες γερμανικές εφημερίδες, και αυτές κάτι γνωρίζουν, ζήτημα πολιτικής επιλογής της ίδιας της Γερμανίας! Δυστυχώς, η ελληνική διαπραγμάτευση δεν έλαβε συγκεκριμένα μέτρα επίδρασης επί της γερμανικής διαπραγματευτικής στρατηγικής, καθώς και επί της ίδιας της γερμανικής κοινής γνώμης.
Ι) Οποιοσδήποτε παρακολουθεί μάθημα διεθνών διαπραγματεύσεων γνωρίζει ότι εάν μια χώρα βρεθεί σε αδυναμία κατά τη διάρκεια διαπραγμάτευσης σε ένα πολυμερές όργανο, τότε θα πρέπει να επιλέξει τη διαδικασία της «διαπραγμάτευσης πακέτο». Ακόμα και αν δεν τις δίνεται μια τέτοια δυνατότητα, οφείλει να τη διεκδικήσει σθανερά.Διαπραγμάτευση πακέτο είναι μια διαπραγμάτευση στην οποία προκειμένου κάποιος να πάρει αυτό που θέλει σε ένα σημείο-ζήτημα που είναι αδύναμη η θέση του, προσθέτει και άλλες θεματικές. Αυτό σημαίνει ότι είτε επιδιώκει να κάνει παραχωρήσεις σε θέματα που δεν έχουν για τον ίδιο σημασία, αλλά κατέχουν σημαντική θέση στη διαπραγματευτική επιλογή άλλων πλευρών, είτε να ανεβάσει το κόστος για αυτές.
Ια) Διαπραγμάτευση δεν υπάρχει όταν δεν εντοπίζουν οι άλλες πλευρές κόστος για τις ίδιες. Πέραν από όσα ήδη είπα στο σημείο [ε], θέλω να υπογραμμίσω, ότι χρειάζεται να αναδείξει κανείς σε μια διαπραγμάτευση το κόστος που θα έχει για την άλλη μεριά η μη αποδοχή τουλάχιστον των κόκκινων γραμμών της Ελλάδας. Η Ελλάδα θα μπορούσε να δηλώσει ότι στην περίπτωση που θα την άφηναν να πέσει, ή δεν επιταχύνονταν οι διαδικασίες, ή δεν μειωνόταν ο προσφερόμενος τόκος, τότε θα ασκούσε πολιτική αλά Γαλλία στη δεκαετία του εξήντα. Δηλαδή, πολιτική της άδειας καρέκλας σε όλα τα ζητήματα που εμπίπτουν στη διαδικασία του βέτο. Ότι, δηλαδή, θα μπλόκαρε όλες τις διαδικασίες προκειμένου να μην καταστραφεί η ίδια. Η πρόταση αυτή δεν ήταν απαραίτητο να εφαρμοστεί έτσι και σε αυτή την έκταση. Αλλά θα μπορούσε να υπάρξει υιοθέτηση της λογική της.
Ιβ) Δεν χρειάζεται να συμφωνήσει κανείς με όλες τις παραπάνω προτάσεις μου για εναλλακτική διαπραγμάτευση. Εξάλλου υπάρχουν και πολλές άλλες δυνατότητες. Αλλά φαίνεται ότι οι αρμόδιοι στην εξωτερική πολιτική καθώς και στο οικονομικό επιτελείο ή αγνοούσαν την τέχνη της σύνθετης διαπραγμάτευσης ή δεν άντεχαν σκληρές διαπραγματεύσεις. Σε κάθε περίπτωση θα μπορούσαν να είχαν λάβει υπόψη τους κάποια από τα πιο πάνω προτάσεις. Ακόμα σημαντικότερο, οφείλουν να το κάνουν στις πολλαπλές διαπραγματεύσεις που βρίσκονται ενώπιόν μας. Τόσο σε ζητήματα Οικονομικής Πολιτικής, όσο και σε εκείνα της Εξωτερικής Πολιτικής.
Η οργή που οδηγεί σε φόνους μετατρέπεται γρήγορα σε φόβο και αδράνεια. Η τυφλή εξέγερση γίνεται κατάθλιψη. Μια μεγαλειώδη πορεία αμαυρώθηκε από ένα έγκλημα. Η λύση βρίσκεται στην άμεση λήψη μέτρων στήριξης των αδυνάτων. Τιμωρίας των παρανόμως κατέχοντων. Αναπτυξιακή πολιτική και έλεγχος στις τιμές. Αν δεν υπάρξει αυτό το οικονομικό, πολιτικό, ηθικό συμβόλαιο για τη χώρα το μέλλον της θα είναι σκοτεινό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΣΟΥ ΧΩΡΙΣ ΥΒΡΕΙΣ. Παρατηρούμε ακραίες τοποθετήσεις αναγνωστών. ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ δεν θέλουμε να μπαίνουμε στη δύσκολη θέση να μην βάζουμε ΟΛΑ τα σχόλια. Δόξα στο Θεό η Ελληνική γλώσα είναι πλούσια ωστε να μην χρειάζονται ακραίες εκφράσεις.