Την περασμένη Κυριακή αναφέρθηκα σε λίγες από τις δεκάδες περιπτώσεις Ελλήνων δημιουργών που κατασπαράχθηκαν από το σύστημα των πολιτικών και οικονονομικών «αξιών» που έριξε τη χώρα στα νύχια του ΔΝΤ και του Μηχανισμού των ερπετοειδών του 4ου Ράιχ. Είχα την τύχη (και σε ορισμένες περιπτώσεις την τιμή) να γνωρίσω τους περισσότερους, και λέω «είχα» γιατί δεν είναι πια κοντά μας να πουν τι τράβηξαν από τις υπηρεσίες, τη γραφειοκρατία και τους λαδιάρηδες αρμόδιους. Δεν είχαν όλοι καλές προθέσεις. Πολλοί πήραν τεράστιες επιχορηγήσεις, λαδώνοντας αρμόδιους υπηρεσιακούς παράγοντες, αφήνοντας πίσω κουφάρια εργοστασίων, γραμμές συναρμολόγησης ηλεκτρονικών υπολογιστών, κατασκευής ποδηλάτων ή μονάδες παραγωγής μανιταριών. Ολα τα ’χε το κομματικο-οικονομικό σύμπλεγμα που δανείστηκε 460 δισεκατομμύρια ευρώ για να επιτύχει την Αλλαγή, τις Ακόμα Καλύτερες Μέρες, τον Εκσυγχρονισμό, την Επανίδρυση του Κράτους και το Ταξίδι για την Ιθάκη. Ολα εκτός από τσίπα και κοινή λογική. Για την τσίπα δεν έχω λόγια. Αρκεί να δει κανείς τις φωτογραφίες διακεκριμένων κομματοτεμπελόσκυλων να κάνουν «ηλιοθεραπεία» στα decks των mega yachts των προμηθευτών του Δημοσίου και στις ξαπλώστρες της Ψαρούς και του Parasite Beach για να καταλάβει το ποιόν της κάθε Σαλώμης. Για την Κοινή Λογική έχω. Σ’ αυτή στήριξα τη δημοσιογραφική και εκδοτική μου ζωή γράφοντας εδώ και 50 χρόνια πως τα γιωταχί δεν είναι τίποτ’ άλλο από καλοβαμμένοι ντενεκέδες με ρόδες και μηχανή, εκτός αν τα σχεδιάζεις και τα παράγεις στον τόπο σου, τα εξάγεις και τα πουλάς στον πλανήτη, φέρνοντας πλούτο και εξασφαλίζοντας εργασία σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στη χώρα σου. Στην Ελληνίτσα έγινε, σε όλους σχεδόν τους τομείς, το ανάποδο. Ολοι όσοι προσπάθησαν να σχεδιάσουν, να κατασκευάσουν, να παράξουν πλούτο εδώ, γελοιοποιήθηκαν, κυνηγήθηκαν, στήθηκαν στο απόσπασμα, κι αυτό γιατί τα έργα τους έθεταν σε κίνδυνο τις εισαγωγές από κάθε τεχνολογικά προηγμένο ή και τριτοκοσμικό κράτος στον κόσμο. Οι Ελληνες έμαθαν να θαυμάζουν και να ψωνίζουν «μερσεντέ» επειδή έχει γερμανική ποιότητα και «χουντάι» επειδή είναι «φτηνό», αλλά κανείς πουλημένος πολιτικός δεν έδωσε κίνητρα για να γίνει κάτι και στην Ελλάδα, όχι αναγκαστικά στον τομέα της βιομηχανίας αυτοκινήτου, αλλά σε εκείνες του Λογισμικού, του Τουρισμού και, με την ευρεία έννοια, του Πολιτισμού.
Τις πολιτικές, συνήθειες, φάτσες και αισθητικές των κομματοτεμπελόσκυλων αντέγραψαν αναγεννημένοι «βλάχοι», τραχανοπλαγιάδες και λοιπές κοινωνικές μπίχλες, κάνοντάς τις, τρομάρα τους, lifestyle. Τα περίπτερα γέμισαν φυλλάδες που πουλούσαν γυναικείο και ανδρικό κρέας και διαλαλούσαν τις «αρετές» της ήσσονος προσπάθειας, της αρπαχτής και της κοινωνικής καταξίωσης μέσα από συνθήματα τύπου «power to you», «ζήσε τη στιγμή», «μπες στην παρέα του CU» και «με το παρελθόν δεν σε συνδέουν πολλά». Τέσσερις δεκαετίες ήταν αρκετές για να ξεχάσουν η χώρα και το μεγαλύτερο τμήμα του λαού τη γλώσσα, την ιστορία (που θυμήθηκε ο Ζαν Λικ Γκοντάρ!), να σοδομίσει το περιβάλλον με τσιμεντόλιθους, πανωσηκώματα και ροζ μεζονέτες, να κάψει τα δάση, να ρυπάνει ποταμούς και θάλασσες, να εξαφανίσει κάθε ίχνος άγριας ζωής και, το χειρότερο, να πλημμυρίσει τους δρόμους με «καγιέ», «μπέμπες» και «μερσεντέ». Πρώτη στην Ε.Ε. σε «μερσεντέ» ανά κάτοικο έγινε η Ελληνίτσα με τα δανεικά που εξασφάλιζαν ηγέτες που «δεν ήξεραν», «δεν είχαν καταλάβει το μέγεθος», «δεν ήταν εκεί», αλλά και από άλλους που πούλησαν τις σημαίες, αφόδευσαν στα οστά όσων θυσιάστηκαν για την πατρίδα, ήπιαν το αίμα της χώρας και του λαού που -ακόμααντιστεκόταν με την ηθική του χρέους (προς τα αρχαία μάρμαρα) και της εργασίας. Ολοι όσοι προσπάθησαν να πάνε αντίθετα εξαφανίστηκαν, παραιτήθηκαν, ιδιώτευσαν. Ενας από τους καλύτερους Ελληνες σχεδιαστές-μηχανικούς, ο Θανάσης ο Λέφας, θα περιμένει (στον Παράδεισο) τον... Ανδρέα Παπανδρέου για να στηρίξει το όραμά του, η Namco και η MAVA κάποιον τρελό που θα τα βάλει με τους συνδικαλιστές για να ξαναφτιάξουν Pony και Farma και ο... υπογράφων για να γίνει ο 2ος Αγώνας με οχήματα που έχουν σχεδιάσει και κατασκευάσει με τα ίδια τους τα χέρια σπουδαστές Πολυτεχνείων και που κινούνται με το φως του ήλιου.
Επειδή το άρθρο της περασμένης Κυριακής τελείωνε με σχόλιο για τον Ερντοάν τον Πορθητή, θα ήθελα να τελειώσω με τη φράση ενός καλού μου συνεργάτη που έγραψα ότι δεν ήταν η Τουρκία που νίκησε, αλλά εμείς που χάσαμε από μόνοι μας.
ΥΓ.: Τροφή για σκέψη (food for thought). Δείτε τι βρήκα στο Ιντερνετ:
Στις 7.8.2001, στην «Ελευθεροτυπία», σελίδα 3, ο Θ. Πάγκαλος το δηλώνει ορθά κοφτά: «Θα φύγω από το ΠΑΣΟΚ αν γίνει αρχηγός ο Γιώργος Παπανδρέου».
Στις 16.9.2001, στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», σελίδα 10, ο Θ. Πάγκαλος δηλώνει: «Ο Γιώργος Παπανδρέου έχει πολλά προτερήματα αλλά δεν έχει τα προσόντα για πρωθυπουργός».
Στις 3.10.2007, στο «Βήμα της Κυριακής», σελίδα 4, στον Θανάση Λάλα, δηλώνει: «…Δεν θα ξαναμιλήσω φιλικά με τον Γιώργο Α. Παπανδρέου. Δεν θα τον συγχωρήσω ποτέ, δεν έχει και πολλά κοινά με τον πατέρα του».
Στις 26.8.2006, στην «Ελευθεροτυπία», σελίδα 7, ο Θ. Πάγκαλος ξεσπά: «…Μετά το 2000 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ΔΙΕΛΥΣΕ τη χώρα».
Επειτα από όλα αυτά (και άλλα 215) έχει δίκιο να αισθάνεται ντροπή όταν παραγγέλνει όπλα.
του Κώστα Καβαθά
Πρώτο Θέμα, Κυριακή 23/5/2010
ΓΟΥΡΟΥΝΙ.
ΑπάντησηΔιαγραφή